Πρόκειται για ένα διώροφο κτήριο που οικοδομήθηκε μέσα στη δεκαετία 1920-1930. Έχει τα χαρακτηριστικά ενός νεοκλασικού αστικού σπιτιού του Μεσοπολέμου με τα ακροκέραμα του γείσου του και τις σιδεριές στα μπαλκόνια.
Σε πολύ κακή κατάσταση, τελείως εγκαταλελειμμένο, βρίσκεται το διώροφο νεοκλασικό σπίτι στο οποίο κατοικούσε και στο οποίο πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου 1943 ο ποιητής Κωστής Παλαμάς στην Πλάκα.
Από αυτό το σπίτι, στην οδό Περιάνδρου 5, στις 28 Φεβρουαρίου 1943 ξεκίνησε η παλλαϊκή κηδεία του ποιητή η οποία εξελίχθηκε σε αντικατοχική διαδήλωση. Σήμερα, το σπίτι του μεγάλου ποιητή μοιάζει έτοιμο να καταρρεύσει. Σοβάδες πέφτουν από τους τοίχους ενώ γκράφιτι «στολίζουν» το ιστορικό νεοκλασσικό.
Πρόκειται για ένα διώροφο κτήριο που οικοδομήθηκε μέσα στη δεκαετία 1920-1930. Έχει τα χαρακτηριστικά ενός νεοκλασικού αστικού σπιτιού του Μεσοπολέμου με τα ακροκέραμα του γείσου του και τις σιδεριές στα μπαλκόνια.
Το 1935, ο Κωστής Παλαμάς, σε μεγάλη πια ηλικία, αναγκάστηκε να μετακομίσει, μετά την έξωσή του από την προηγούμενη κατοικία του στην οδό Ασκληπειού αριθμός 3, κατεδαφισμένη σήμερα όπου είχε ζήσει περισσότερα από σαράντα χρόνια (1894 - 1935), στο πλακιώτικο σπίτι της οδού Περιάνδρου. Στο σπίτι αυτό σ' ένα από τα δύο διαμερίσματα του δευτέρου ορόφου κατοικούσε ο Παλαμάς, η σύζυγός του Μαρία Βάλβη και η κόρη τους Ναυσικά, μοιραζόμενος το σπίτι και με άλλους ενοίκους. Σε αυτή την οικία, ο Παλαμάς έγραψε πολλά από τα ποιήματα και λογοτεχνήματά του.
Στο σπίτι αυτό έζησε ο Παλαμάς τα τελευταία χρόνια της ζωής του κι άφησε την τελευταία του πνοή, εν μέσω γερμανικής Κατοχής, στις 27 Φεβρουαρίου 1943. Στην πάνδημη κηδεία του, πλήθος κόσμου συνέρρεε στο σπίτι της οδού Περιάνδρου και στους γύρω δρόμους για να συνοδέψει τον ποιητή στην τελευταία του κατοικία.
Στην οικία, η οποία έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο, υπάρχει μια μαρμάρινη πλάκα πάνω από την κύρια είσοδο που αναγράφει: «Στο σπίτι αυτό πέθανε ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς στις 27 Φεβρουαρίου 1943».
Ο ποιητής πέθανε σε ηλικία 84 ετών, έπειτα από σοβαρή ασθένεια, 40 ημέρες μετά το θάνατο της συζύγου του, τον οποίο δεν είχε πληροφορηθεί επειδή και η δική του υγεία ήταν σε κρίσιμη κατάσταση. Σύμφωνα με την μαρτυρία του Κωνσταντίνου Τσάτσου, ο γιος του Λέανδρος δεν επιθυμούσε η κηδεία του πατέρα του να λάβει εθνοπατριωτική διάσταση, επειδή φοβόταν πως οι Ιταλικές αρχές κατοχής θα του στερούσαν το διαβατήριό του.
Η κηδεία του έμεινε τελικά ιστορική, καθώς μπροστά στους έκπληκτους κατακτητές, χιλιάδες κόσμου συνόδευσαν τον ποιητή στην τελευταία του κατοικία, στο Α' νεκροταφείο Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο.
Ιστορικό τεκμήριο
Το φθινόπωρο του 1937 επισκέφτηκε τον Κωστή Παλαμά, στο σπίτι της οδού Περιάνδρου στην Πλάκα, ο δημοσιογράφος Ε. Τζαμουράνης και κατέγραψε μια μέρα της ζωής του συνταξιούχου πλέον ποιητή.
Φθινοπωρινό πρωινό στην οδό Περιάνδρου
«Ζη εις το ήσυχο σπίτι της οδού Περιάνδρου μέσα εις μίαν θείαν γαλήνην που δεν την ταράζει τίποτε απ’ τη βοή της πόλεως. Η καθημερινή του ζωή περνά μεταξύ του μικρού γραφείου, παραφορτωμένου από βιβλία παληά και νέα, και της ταράτσας του σπιτιού, στολισμένης με δροσερές και περιποιημένες γλάστρες.
Ξυπνά ενωρίς το πρωί και αφού πάρη το πρωϊνό του βγαίνει στην ταράτσα όπου κάθεται δύο ώρες ανάμεσα στα λουλούδια, κυττάζοντας προς την Ακρόπολι που φαίνεται απέναντι και ακούοντας τον αντίλαλο της ζωής από τα γειτονικά σπίτια. Οι ζεστές ηλιακές ακτίνες δεν φαίνεται να τον πειράζουν. Σ’ αυτό το διάστημα ρωτά τους δικούς του για όλα τα γύρω μικροπράγματα.
Μετά τις δέκα κλείνεται στο γραφείο του, μ’ ένα μολύβι στο χέρι, με μια σκέψι στο νου, μ’ ένα στίχο. Διαβάζει λίγο και όταν κουρασθή σηκώνεται και στέκεται όρθιος μπροστά στο παράθυρο, ατενίζοντας το γαλάζιο του ουρανού. Πολλές φορές τον βρήκαν οι δικοί του σ’ αυτή τη στάσι, να ταξειδεύη νοερά στους μακρυνούς κόσμους του φωτός. Σπάνια δέχεται λίγους φίλους πριν το μεσημέρι».