Απόψεις
Δευτέρα, 13 Ιουλίου 2020 11:03

Toποθετήσεις Μητσοτάκη σε φόντο Πισσαρίδη

Δεν παρατηρήθηκε όσο της άξιζε, πράγμα αρκετά περίεργο με τη στροφή των μιντιακών προβολέων στον πρωθυπουργό, μια τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η τοποθέτησή του σχετικά με την κατεύθυνση των προσδοκώμενων για την Ελλάδα πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης: 6 δισ. ευρώ από τη Μεγάλη Λευκή Ελπίδα (δηλαδή πάνω από 3% του ΑΕΠ, σχεδόν 4% μετά το meltdown λόγω κορονοϊού) θα ζητηθεί να κατευθυνθούν σε φοροελαφρύνσεις. Ακριβέστερα, σε φοροελαφρύνσεις και σε μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών, με μια λογική μείωσης του μη-μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων αλλά και τόνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων. (Η προ ημερών μείωση ασφαλιστικών εισφορών -κατά 0,75 ποσοστιαία μονάδα των ασφαλίστρων κλάδου ανεργίας και κατά 0,15 υπέρ ΕΛΕΚΠ- λειτούργησε ως σαρκασμός μέσα στη βύθιση της κρίσης.

Από την έντυπη έκδοση

Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]

Δεν παρατηρήθηκε όσο της άξιζε, πράγμα αρκετά περίεργο με τη στροφή των μιντιακών προβολέων στον πρωθυπουργό, μια τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η τοποθέτησή του σχετικά με την κατεύθυνση των προσδοκώμενων για την Ελλάδα πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης: 6 δισ. ευρώ από τη Μεγάλη Λευκή Ελπίδα (δηλαδή πάνω από 3% του ΑΕΠ, σχεδόν 4% μετά το meltdown λόγω κορονοϊού) θα ζητηθεί να κατευθυνθούν σε φοροελαφρύνσεις. Ακριβέστερα, σε φοροελαφρύνσεις και σε μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών, με μια λογική μείωσης του μη-μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων αλλά και τόνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων. (Η προ ημερών μείωση ασφαλιστικών εισφορών -κατά 0,75 ποσοστιαία μονάδα των ασφαλίστρων κλάδου ανεργίας και κατά 0,15 υπέρ ΕΛΕΚΠ- λειτούργησε ως σαρκασμός μέσα στη βύθιση της κρίσης.

Όμως, το στοίχημα να θεωρηθεί η μείωση των φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων, που, στην Ελλάδα, βρίσκονται σαφώς πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, εργαλείο πολιτικής χρηματοδοτήσιμο από το Ταμείο Ανάκαμψης δεν είναι απλή υπόθεση. Όσο κι αν, στις προτάσεις των εφαρμοστικών κανονισμών, πρόκειται για δράσεις επιλέξιμες.

Έτσι, μάλιστα, όπως αυτή η κίνηση θα συμπέσει π.χ. με την κυβερνητική ανταπόκριση στην -ακόμη αναμενόμενη, πλην ο χρόνος τελειώνει!- απόφαση του ΣτΕ για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, δεν θα αποτελέσει εύκολη/ευθύγραμμη διεκδίκηση. Όπως τα αναδρομικά υπολογίζονται μεταξύ 2,8 και 3,9 δισ. ευρώ (ο καθείς έχει τον υπολογισμό του), δηλαδή μέχρι και πάνω από 2% του απισχνασμένου ΑΕΠ, δεν θα είναι αυτονόητο ότι οι μειώσεις του κόστους του ασφαλιστικού ιδίως σκέλους θα μπορέσουν να «πουληθούν» ως αναπτυξιακό στοιχείο στη διαπραγμάτευση - όχι στην Κορυφή, κυρίως στη συνέχεια.

Ήδη το γεγονός ότι η κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης θα στηριχθεί 2/3-1/3 ή 70-30 σε στοιχεία παρελθόντων ετών-επίπτωσης της κρίσης κορονοϊού είναι μια δύσκολη διαδικασία. Τα στοιχεία «παρελθόντων ετών» θα αφορούν 5ετία ή βραχύτερο διάστημα; Η Ελλάδα την προηγούμενη διετία είχε πάει σχετικά καλά ως ΑΕΠ, τώρα είναι που κινδυνεύει περισσότερο με ιδιαίτερη βύθιση. Σ' όλη τη διαπραγματευτική διαδικασία του Ταμείου Ανάκαμψης οι frugal four -και όχι μόνον αυτοί…- αξιοποιούν κάθε στροφή προκειμένου να το πάνε πίσω: έτσι λειτουργεί η πρόταση/επιλογή να πρέπει οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης να αντληθούν μέσα σε 3 ή και σε 2 χρόνια (με τη βεβαιότητα ότι οι χώρες του Νότου δεν θα τα καταφέρουν) ή πάλι η διεκδίκηση να αρχίσει η εξόφληση του βασικού δανείου που θα ληφθεί για να χρηματοδοτηθεί το Ταμείο ήδη μέσα στην περίοδο 2021-27: ροκάνισμα των πραγματικά διαθέσιμων πόρων. Αντίστοιχη λειτουργία ας αναμένεται από το ποιες κατηγορίες σχεδιαζόμενων δαπανών θα καταλήξουν να είναι επιλέξιμες. Ενώ, λοιπόν, η μείωση του μη μισθολογικού κόστους ηχεί θετικά στα αυτιά των Βρυξελλών, η σύμπτωση με το μοίρασμα αναδρομικών στους συνταξιούχους (μια ωραία προεκλογική κίνηση, κατά τις ελληνικές παραδόσεις) διόλου απίθανο να φέρει δυσάρεστες επιφυλάξεις στη διαπραγμάτευση.

Την κάπως πιο θεωρητική στήριξη για το τι θα ήταν εκείνο που -ενισχυόμενο χρηματοδοτικά από το Ταμείο Ανάπτυξης- θα μπορούσε να φέρει την επανεκκίνηση (και όχι απλώς τη συζήτηση περί επανεκκίνησης…) της οικονομίας μετά-τον-κορονοϊό προσδοκάται ότι θα δώσει στην ελληνική πλευρά η -αρχική, έστω- εκδοχή εκείνου που επικράτησε να ονομάζουμε Σχέδιο Πισσαρίδη. Απ' όσα μέχρι στιγμής διαρρέουν από το ενδιάμεσο πόρισμα της Επιτροπής Πισσαρίδη που θα κληθεί να λειτουργήσει ως οδικός χάρτης για το αναπτυξιακό αίτημα, γνώριμα στοιχεία. Ανάμεσα σ' αυτά η μείωση του μη μισθολογικού κόστους (με ταυτόχρονη δράση στο φορολογικό -π.χ. με επιταχυνόμενες αποσβέσεις- και ασφαλιστικό πεδίο - π.χ. τρίτος πυλώνας), η στροφή προς την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών, η στήριξη της μισθωτής εργασίας, αλλά και η προώθηση της επανακατάρτισης των ανέργων, η ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας (ώστε να αυξηθεί το εργατικό δυναμικό). Συν, οι αναφορές στη μείωση του ενεργειακού κόστους, δίπλα από την περιβαλλοντική προσέγγιση/απολιγνιτοποίηση, μέτωπο καίριο όταν επιδιώκεται η στροφή στη μεταποίηση. Η γενική αυτή λογική μεταρρυθμιστικού υποβάθρου προκειμένου να στηθεί σε διαφορετική πλέον βάση η αναπτυξιακή λειτουργία -που καλείται να στηριχθεί χρηματοδοτικά από το Ταμείο Ανάκαμψης- είναι γνώριμη από τη δημόσια συζήτηση, με απώτατο πρόγονο την Έκθεση Σπράου, την τόσο προφητική όσο και την τόσο αγνοημένη…

Συνεχίζει όμως, λίγα 24ωρα πριν από την Κορυφή της 17ης/18ης Ιουλίου και με τον ανασχηματισμό στην ψύξη (δηλαδή την επιλογή των αυριανών υπεύθυνων για τους χειρισμούς του Ταμείου Ανάκαμψης), να παραμένει ζητούμενο το πώς/με ποια στελέχωση «επί του πεδίου» θα μεταφρασθεί αυτή η θεωρητική στήριξη σε διαπραγματευτική πρακτική.