Αφιερώματα
Τετάρτη, 08 Ιουλίου 2020 10:35

Παραδοσιακές εφαρμοσμένες τέχνες, ο ξεχασμένος θησαυρός των εξαγωγών

Είναι κοινός τόπος ότι το μέλλον, μετά την πανδημία, θα είναι τελείως διαφορετικό.  Ίσως μάλιστα όλη αυτή η αναστάτωση της ζωής στον Πλανήτη να είναι, για την ελληνική πραγματικότητα μια ακόμη ευκαιρία για επανεκκίνηση σε πιο ρεαλιστικές βάσεις για μια νέα πορεία, που θα διορθώνει τις αρρυθμίες και αστοχίες του παρελθόντος για τη χώρα μας.

Της Δρ Αικατερίνης Πολυμέρου-Καμηλάκη*

Είναι κοινός τόπος ότι το μέλλον, μετά την πανδημία, θα είναι τελείως διαφορετικό. Ίσως μάλιστα όλη αυτή η αναστάτωση της ζωής στον Πλανήτη να είναι, για την ελληνική πραγματικότητα μια ακόμη ευκαιρία για επανεκκίνηση σε πιο ρεαλιστικές βάσεις για μια νέα πορεία, που θα διορθώνει τις αρρυθμίες και αστοχίες του παρελθόντος για τη χώρα μας. Θα έλεγα ότι η παγκόσμια συγκυρία, συνηγορεί στην ιδιαίτερη σημασία που μπορεί να αποκτήσει η έννοια της παρεξηγημένης τοπικότητας, η οποία και θα νοηματοδοτήσει εκ νέου την παγκοσμιοποίηση με την συνδρομή της καλπάζουσας τεχνολογίας, δίνοντας χώρο στις απόψεις για την αξιοποίηση του παραδοσιακού πολιτισμικού αποθέματος για την τοπική ανάπτυξη. Η άποψη ότι η πολιτισμική κληρονομιά είναι  ζωντανός οργανισμός και όχι μουσειακό είδος αποτελεί εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες άποψη και διεθνών οργανισμών, όπως η UNESCO, η οποία με την σύμβαση του 2003 για την Άυλη Πολιτισμική Κληρονομιά υποδεικνύει την ανάγκη προστασίας των παραδοσιακών τεχνικών, της γαστρονομίας και των ποικίλων εκφάνσεων της πολιτισμικής τοπικής ταυτότητας. Θεωρώ, λοιπόν, ότι η ανάδειξη της παραδοσιακής κληρονομιάς ως πηγής έμπνευσης για τη σύγχρονη δημιουργία και ως μοχλού ανάπτυξης της χώρας, όπως προσδιορίζει από το 2003 η UNESCO (από το 2006 και η Ελλάδα με την σχετική σύμβαση), αποτελεί περισσότερο από ποτέ εθνική ανάγκη.

Η τεχνολογία έχει ανατρέψει τους παραδοσιακούς δρόμους διάδοσης της πληροφορίας και έχει συσσωρεύσει έναν τεράστιο όγκο δεδομένων, που δεν είναι δυνατόν να προσληφθεί και κυρίως να αφομοιωθεί από την ευρεία βάση του λαού, είναι απαραίτητη η διαμεσολάβηση της γνώσης διά της παιδείας, των ειδικών, των ερμηνευτών, των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Η 3η βιομηχανική επανάσταση μας πλούτισε με πληροφορίες. Υπέρβαρες πλατφόρμες με data περιμένουν την μετατροπή του φορτίου τους σε πραγματική γνώση και σοφία για τον πολύ κόσμο, κάτι που υπόσχεται και πραγματοποιεί ήδη η 4η βιομηχανική επανάσταση και η τεχνητή νοημοσύνη. Ας μην αφήσουμε την ευκαιρία. Οι ειδικοί, διαχειριστές της σύγχρονης τεχνολογίας πρέπει να συνδράμουν στην μεταφορά της θησαυρισμένης τεχνογνωσίας (άυλης κληρονομιάς) στους νέους για να μην βρει η επόμενη μέρα τις νέες γενιές αναλφάβητες στις νέες τεχνολογίες. Είναι πολλά τα περιθώρια της τεχνητής νοημοσύνης-ρομποτικής, για παράδειγμα, στις εφαρμοσμένες τέχνες και στις γεωργικές καλλιέργειες, με έμφαση στην κλιματική αλλαγή και τον μηδενισμό του αποτυπώματος του άνθρακα, χρησιμοποιώντας εκ νέου και με σύγχρονα εργαλεία τις παραδοσιακές φυτικές ίνες (λινάρι, κάνναβη, σπάρτο, αθάνατο κ.ά.), μετάξι και μαλλί.  Δεν θα πρωτοτυπήσουμε. Η Ευρώπη, η Ινδία, το Μαρόκο το κάνουν ήδη. Αυτά θεωρώ ότι θα είναι μια ουσιαστική συμβολή μας για το αύριο, βασισμένη στο θησαυρισμένο υλικό του χθες.

Είναι απαραίτητη, κάτω από τις νέες συνθήκες, η συγκρότηση ενός  ευνοϊκού επιχειρησιακού οικοσυστήματος «χειροτεχνίας/ αγροτεχνίας + καινοτομίας» εντός του οποίου, με βάση γνωσιακό απόθεμα από τη λαϊκή παράδοση και με τη συνδρομή της επιστήμης και της τεχνολογίας, θα αναπτύσσονται επιχειρηματικές ιδέες που δημιουργούν νέα προϊόντα και υπηρεσίες με εξωστρέφεια και ανταγωνιστικότητα. Οι τομείς της οικονομίας, όπου η λαϊκή παράδοση παρέχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, είναι: α) οι δημιουργικές βιομηχανίες (παραδοσιακές εφαρμοσμένες τέχνες) και β) η διατροφή (μεσογειακή διατροφική παράδοση), καθώς η παγκόσμια κρίση με την πανδημία του κορονοϊού ανέδειξε εντονότερα το πρόβλημα της επισιτιστικής ανασφάλειας και οι προσπάθειες της χώρας μας, μόνιμα εξαρτημένης από ξένες αγορές, πρέπει να κατατείνουν στην βελτίωση της αποδοτικότητας των πόρων της γης, ώστε να αναπτυχθεί μια αποτελεσματική και κοινωνικά αποδεκτή παραγωγή, που θα συμβάλει στην κυκλική οικονομία, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Και γιατί όχι να γίνει ένα παράδειγμα παγκοσμίως…

Με την ευκαιρία εορτασμού των διακοσίων ετών του νεότερου ελεύθερου εθνικού βίου, η έναρξη εκστρατείας για την ενημέρωση όλων των φορέων που συμμετέχουν στην επισιτιστική αλυσίδα (αγρότες, εκπαιδευτικά ιδρύματα, τοπικοί φορείς κλπ.) για την εμπέδωση κοινωνικά ορθών πρακτικών σε σχέση με τη διαχείριση της τροφής σε όλα τα στάδια της παραγωγής της – από το χωράφι μέχρι το σπίτι και την παραγωγή ειδών χειροτεχνίας με οικολογικό πρόσημο. Στο μέτωπο της μάχης απαιτείται συνεχής προσπάθεια αλλαγής συνηθειών και νοοτροπιών για να επιτευχθούν ορατά αποτελέσματα.

Η ψηφιακή τεχνολογία έχει μεταμορφώσει σίγουρα την αγορά, εκμηδενίζοντας τις χωρικές αποστάσεις και δημιουργώντας νέες δυνατότητες διακίνησης των παραγομένων αγαθών. Έτσι οι εξαγωγές ειδών διατροφής και χειροτεχνίας, που παράγονται σε μικρές ποσότητες, έχουν αυξηθεί τόσο με τους συμβατικούς εμπορικούς τρόπους όσο και μέσω του διαδικτύου. Για το δεύτερο μάλιστα, παρά  τις αρχικές επιφυλάξεις ότι οι άνθρωποι δεν θα αγόραζαν από το διαδίκτυο, συνηθισμένοι να βλέπουν από κοντά και να αγγίζουν, τα εν λόγω είδη, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η έρευνα του Krafts Council του Ηνωμένου Βασιλείου, που διενεργήθηκε πριν αλλά και κατά την περίοδο της πανδημίας και δημοσιοποιήθηκε τον Μάιο του 2020, έδειξε ότι ενώ τα προϊόντα της χειροτεχνικής παραγωγής  αγοράζονται συνήθως σε εκθέσεις ή πραγματικές αγορές, πάνω από τα δύο τρίτα (69%) των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι θα αγόραζαν αντικείμενα χειροτεχνίας και από το διαδίκτυο, πράγμα που αντικατοπτρίζει την ευρύτερη τάση του λιανικού εμπορίου, που έχει διαταράξει τόσο τους παραδοσιακούς δρόμους των πωλήσεων. Επιπλέον, τα τελευταία δέκα χρόνια είδαμε την ταχεία ανάπτυξη της οικονομίας εμπειρίας - ενεργών δηλαδή και όχι παθητικών δραστηριοτήτων αναψυχής,  με πάνω από το 40% των ταξιδιωτών-τουριστών να παρακολουθούν μαθήματα εκμάθησης τεχνικών στους τόπους περιήγησης και διακοπών.

Η ίδια παραπάνω Έκθεση αποκαλύπτει ότι παγιωμένες συνήθειες του παρελθόντος, όπως η  συλλογή ειδών Τέχνης και χειροτεχνίας, παραδοσιακά ένα σπορ ηλικιωμένων, έχουν διαφοροποιηθεί. Η   έρευνα έδειξε ότι περισσότεροι νεότεροι (ηλικίας μεταξύ 25 και 34) αγοράζουν τώρα αντικείμενα χειροτεχνίας και περισσότεροι από αυτούς βλέπουν τον εαυτό τους ως συλλέκτη και ακόμη περισσότεροι επιθυμούν να γνωρίσουν την τεχνική κατασκευής τους. 

Ο λόγος βεβαίως για μια χώρα η οποία διαθέτει δεκάδες πανεπιστημιακές σχολές για τις εφαρμοσμένες τέχνες, υποστηρίζει ηθικά και υλικά τη χειροτεχνική ενασχόληση σε ερασιτεχνικό και επαγγελματικό επίπεδο  με την βοήθεια του δυναμικού Οργανισμού, του Crafts Council. Λαμβάνοντας ως υπόδειγμα στον τομέα της χειροτεχνίας το Ηνωμένο Βασίλειο, διαπιστώνουμε ότι η αγορά βιοτεχνίας δεν περιορίζεται στα εθνικά σύνορα. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρώπη είναι σημαντικές περιοχές εξαγωγής για τα προϊόντα των εφαρμοσμένων τεχνών.

Στη χώρα μας μετά την κατάργηση του ΕΟΜΜΕΧ (2012) δεν δημιουργήθηκε  ένας ευέλικτος εθνικός φορέας χειροτεχνίας, ο οποίος θα συγκρατούσε τις βιοτεχνικές επιχειρήσεις και δεν θα εγκατέλειπε στην τύχη τους τους λίγους πλέον συνεχιστές παραδοσιακών τεχνών, φορείς πολιτιστικής κληρονομιάς αιώνων αφ’ενός και δυνάμει μοχλούς αναζωογόνησης της τοπικής οικονομίας. Ο φορέας αυτός ως δυνητικός  εταίρος στο πρόγραμμα Crafting Europe (που χρηματοδοτείται από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χειροτεχνίας), ένα πανευρωπαϊκό πρόγραμμα που  μας επιτρέπει να συνδέσουμε τα προϊόντα μας με τα ευρύτερα ερευνητικά και επιχειρηματικά σχέδια της αγοράς βιοτεχνικών προϊόντων  στον διεθνή χώρο θα απέτρεπε την εγκατάλειψη και των τελευταίων βιοτεχνικών επιχειρήσεων και κυρίως θα προσήλκυε νέους επαγγελματίες στους κλάδους των εφαρμοσμένων τεχνών, όπως η υφαντική, η αγγειοπλαστική, η αργυροχρυσοχοϊα, η ξυλογλυπτική, η ραπτική, η μόδα, η διακοσμητική, η κεντητική κ.ά.. Εξ άλλου σε μια εποχή που η οικονομία περνάει από μεγάλες αλλαγές, η γνώση των τεχνικών του παρελθόντος και η αξιοποίησή τους με τα μέσα που προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία είναι τεράστια δύναμη, καθώς εξασφαλίζει την μοναδική ταυτότητα (Branding) των προϊόντων.

H επιχειρηματικότητα στον τομέα της Χειροτεχνίας ή καλύτερα των Εφαρμοσμένων Τεχνών, ένας από τους πρωταρχικούς παράγοντες στη διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας, εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων ευρίσκεται σήμερα στο πιό χαμηλό σημείο όλων των εποχών. Δεν υπάρχει χώρος εδώ για να αναπτύξουμε τους λόγους που είναι εν πολλοίς γνωστοί αλλά όχι και αυτονόητοι. Για παράδειγμα δεν τεκμηριώνεται επαρκώς από τις αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον και την ανάπτυξη της τεχνολογίας η παρακμή των χειροτεχνικών κοιτίδων κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας και η επιχειρηματικότητα των Ελλήνων που εξατμίστηκε χωρίς αποτύπωμα με την ένταξη στο οργανωμένο ελληνικό κράτος, το οποίο δεν είχε προφανώς τη δυνατότητα να την υποστηρίξει. Είναι γνωστό ότι η ανάπτυξη της χειροτεχνίας, με τη μορφή οικοτεχνίας ή της πιο οργανωμένης βιοτεχνίας υπήρξε, διαχρονικά και μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, σημαντικός μοχλός υποστήριξης της ελληνικής οικονομίας, αγροτικής και αστικής, εξυπηρετώτας αφ’ ενός τις ποικίλες οικογενειακές και τοπικές, αλλά σε πολλές περιπτώσεις και τις εμπορικές, ανάγκες. Τέχνες και τεχνικές επιβίωσης, των οποίων η αρχή χάνεται στην μακρινή προϊστορία του μύθου, όπως η υφαντική, η αγγειοπλαστική-κεραμική, η μεταλλουργία, η οικοδομική, η ξυλουργική-ξυλογλυπτική, η πλεκτική, η σηροτροφία,  και στη συνέχεια οι διακοσμητικές τέχνες (κεντητική, ζωγραφική, αργυροχρυσοχοϊα  κ.ά.) με διακυμάνσεις, που επηρεάζονται από τις εκάστοτε κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες και ανάγκες, έφθασαν μέχρι σήμερα. Η βιοτεχνική παραγωγή, στο πλαίσιο των οικονομιών της ανταλλαγής αναπτύχθηκε σημαντικά και τα προϊόντα της διακινούνταν εντός και εκτός του τόπου παραγωγής, μέσω του δικτύου των εμποροπανηγύρεων (παζαριών), αλλά και των εμπορικών δρόμων στο εξωτερικό. Ορισμένες ομάδες χωριών στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και την Πελοπόννησο διακρίθηκαν με την δημιουργία εργαστηρίων εφαρμοσμένων τεχνών με σημαντικό εξαγωγικό εμπόριο (Αμπελάκια, Πήλιο, Αγυιά, Μαδεμοχώρια Χαλκιδικής, Ιωάννινα, Συράκο, Καλαρρύτες, Στεμνίτσα, Ηράκλειο κ.ά.). Η μικροτεχνία και η αργυροχρυσοχοΐα, αλλά και νηματουργία, η υφαντουργία και η βαφική δημιούργησαν σημαντικό εξαγωγικό εμπόριο οικοτεχνίας και βιοτεχνίας σε Δύση και Ανατολή.

Η διάσωση των τεχνικών, οι οποίες έφθασαν αισίως μέχρι τις μέρες μας αποτελεί αφ ‘ενός εθνική υποχρέωση αλλά και δέσμευση απέναντι στην παγκόσμια ιστορική μνήμη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, την κατανόηση αφενός της ίδιας της Επανάστασης ως ένα , για την οποία έχουμε αναλάβει υποχρέωσεις προστασίας με την υπογραφή της Σύμβασης με την UNESCO για την Άυλη Πολιτιστική Κληρονoμιά.