Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Ρευματολογίας της EULAR (European League Against Rheumatism), οι περισσότεροι ασθενείς με ρευματικές παθήσεις αναρρώνουν από τη νόσο COVID-19 ανεξάρτητα από το φάρμακο που λαμβάνουν.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Ρευματολογίας της EULAR (European League Against Rheumatism), οι περισσότεροι ασθενείς με ρευματικές παθήσεις αναρρώνουν από τη νόσο COVID-19 ανεξάρτητα από το φάρμακο που λαμβάνουν.
Ωστόσο, οι επιστήμονες τόνισαν ότι είναι απαραίτητο να συγκεντρωθούν περισσότερα στοιχεία για την πορεία της λοίμωξης με τον νέο κορωνοϊο σε ασθενείς με φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Δρ John Isaacs από το πανεπιστήμιο του Newcastle στο Ηνωμένο Βασίλειο και πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής του EULAR, η μελέτη ανέλυσε, για πρώτη φορά, 600 περιπτώσεις COVID-19 σε ρευματοπαθείς από 40 χώρες και διερεύνησε τον αντίκτυπο της επιλογής θεραπείας ρευματικών παθήσεων σε ασθενείς που μολύνθηκαν από COVID-19. Τα στοιχεία που συμπεριέλαβαν ήταν η ηλικία και το φύλο των ασθενών, είτε κάπνιζαν είτε όχι, η διάγνωση της ρευματικής νόσου, οι συννοσηρότητες και τα φάρμακα κατά των ρευματικών παθήσεων που ελήφθησαν πριν από τη μόλυνση.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, η πρόσληψη συμβατικών ασθενειών- όπως τα φάρμακα κατά της ελονοσίας ή η μεθοτρεξάτη – ως μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό με βιολογικούς παράγοντες (π.χ. αναστολείς TNF-άλφα) ή η λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ) δεν συσχετίστηκε με τη νοσηλεία. Η πρόσληψη αναστολέων TNF-άλφα συσχετίστηκε με μειωμένη πιθανότητα νοσηλείας, ενώ δεν παρατηρήθηκε συσχέτιση με τη λήψη φαρμάκων κατά της ελονοσίας.
Η θεραπεία με περισσότερα από 10 mg πρεδνιζόνης ανά ημέρα - που αντιστοιχεί σε μέτρια έως υψηλή δόση - συσχετίστηκε με μεγαλύτερη πιθανότητα νοσηλείας. Η πρεδνιζόνη είναι ένα γλυκοκορτικοειδές, που χρησιμοποιείται συχνά στη ρευματολογία ως αντιφλεγμονώδες φάρμακο ταχείας δράσης.
Λιγότεροι από τους μισούς ασθενείς χρειάστηκαν νοσηλεία (277, 46%), ενώ σημειώθηκαν 55 θάνατοι (9%). Αυτό δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως το πραγματικό ποσοστό νοσηλείας και θανάτου σε ρευματοπαθείς, που έχουν προσβληθεί με SARS-CoV-2. Λόγω του μηχανισμού με τον οποίο συλλέγονται οι πληροφορίες, αναφέρονται συνήθως οι σοβαρές περιπτώσεις ενώ οι ήπιες ή ασυμπτωματικές περιπτώσεις είναι λιγότερο πιθανό να αναφερθούν, συνεπώς αυξάνεται τεχνητά το ποσοστό νοσηλείας/θανάτου στην ομάδα των αναφερόμενων ασθενών.
Τα δεδομένα για την πορεία της νόσου COVID-19 σε ασθενείς με ρευματικές παθήσεις είναι ακόμη σπάνια και περιορίζονται σε μικρό αριθμό περιπτώσεων. Για το λόγο αυτό οι ασθενείς με ρευματικές ασθένειες ανησυχούν για το βαθμό στον οποίο η κατάστασή τους αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής εξέλιξης και την επίδραση της πρόσληψης των ανοσοκατασταλτικών τους σε αυτό. Όπως εξηγεί ο πρόεδρος του EULAR, Dr. lain B. McInnes «Υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα σχετικά με τη διαχείριση των φαρμάκων στο πλαίσιο των ρευματικών παθήσεων».
«Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να κατανοήσουμε το αποτέλεσμα των ασθενών που έχουν μολυνθεί με SARS-CoV-2 ενώ ταυτόχρονα λαμβάνουν στεροειδή, συνθετικά ή βιολογικά τροποποιημένα αντιρευματικά φάρμακα και μη στεροειδή αντιφλεγμνονώδη φάρμακα» επισημαίνει ο Δρ. Pedro Machado,Πρόεδρος της Μόνιμης Επιτροπής Επιδημιολογίας και Έρευνας για τις Υπηρεσίες Υγείας της EULAR και ανώτερος συγγραφέας της μελέτης. «Αυτό θα υποστηρίξει τους ρευματολόγους και άλλους επαγγελματίες υγείας, όπως τις ειδικευμένες νοσοκόμες, στο να συμβουλεύουν τους ασθενείς τους και να βελτιώνουν τη φροντίδα τους.»