Απόψεις
Πέμπτη, 11 Ιουνίου 2020 09:08

2+1 στοιχήματα της κυβέρνησης

Η νέα έξοδος στις αγορές, με 10ετές αυτή τη φορά ομόλογο -άντληση 3 δισ., με 1,55%-, αποτελεί ένα πρόσθετο στοίχημα στην πορεία της κυβερνητικής πολιτικής αντιμετώπισης του οικονομικού σοκ που έφερε η πανδημία του κορονοϊού (και η έως τώρα διαχείρισή του). 

Από την έντυπη έκδοση

Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]

Η νέα έξοδος στις αγορές, με 10ετές αυτή τη φορά ομόλογο -άντληση 3 δισ., με 1,55%-, αποτελεί ένα πρόσθετο στοίχημα στην πορεία της κυβερνητικής πολιτικής αντιμετώπισης του οικονομικού σοκ που έφερε η πανδημία του κορονοϊού (και η έως τώρα διαχείρισή του). 

Απέχουμε σχεδόν δυο μήνες από την προηγούμενη έκδοση -7ετούς, τότε-, που «έδωσε» 2 δισ. ευρώ με 2,05%. Και τότε βρισκόμασταν στο μέσο του κύματος του κορονοϊού, σε lockdown κ.λπ. Εν τω μεταξύ είχαμε διαδοχικά μέχρι τώρα, 6 εκδόσεις μετά την έξοδο από τα μνημόνια: δύο φορές με 10ετές, Μάρτιο και Οκτώβριο του 2019, το πρώτο υπήρξε ορόσημο μετά το 2010 (με 3,9% και 1,5% αντιστοίχως), δύο φορές 7ετές Ιούλιο και Απρίλιο 2020 (με 1,9% λίγο μετά τις εκλογές που έδωσαν τη σημερινή κυβέρνηση και με 2,05% το πιο πρόσφατο), συν ένα 5ετές, τον Φεβρουάριο του 2019 (με 3,6%, ήταν εκείνο που ξεκίνησε το σερί) και ένα 15ετές τον Φεβρουάριο του 2020 (με 1,80% - που φθάνει τον ορίζοντα αυτόνομου δανεισμού μέχρι το 2035).

Άμα δει κανείς τα χρονικά βήματα των κινήσεων του ΟΔΔΗΧ, του Στέλιου Παπαδόπουλου και ήδη του Δημ. Τσάκωνα, καθώς και τη συγκρατημένη κάθε φορά άντληση πόρων -από 1,5 έως 2,5 δισ. ευρώ- διαπιστώνει ότι πραγματικά εξοικειώνουμε τις αγορές με το ελληνικό χαρτί. Οι δύο διαδοχικές κυβερνήσεις μετά την έξοδο από τα μνημόνια αυτήν τη λογική ακολούθησαν - και τούτο είτε απλώς κάλυπταν τη μέχρι τώρα προγραμματισμένη/συμφωνημένη με τους δανειστές πορεία είτε και ξεφόρτωναν λίγο ακόμη από τον (σχετικά ακριβό, σχεδόν στο 3%) δανεισμό ΔΝΤ, που έμενε στα 6 περίπου δισ.

Βέβαια, μην ξεχνούμε όταν βλέπουμε τα επιτόκια με τα οποία δέχονται να χρηματοδοτούν οι αγορές την Ελλάδα ότι το βασικό κόστος του μεγάλου δανεισμού της (από EFSF και ESM, σχεδόν στα 200 δισ. συνολικά) είναι κατά 2,5% από την πρώτη πηγή και λιγότερο από 0,9% από τη δεύτερη. Όμως το τωρινό στοίχημα, που κάνει τον ΟΔΔΗΧ και την κυβέρνηση να προτιμούν να συνεχίσουν την παρουσία στις αγορές, κλείνοντας ως σύγχρονος Οδυσσέας τα αυτιά τους στο κάλεσμα των Σειρήνων (υπό τη μορφή του ESM, που τόσον διά του φίλου μας, του Κλάους Ρέγκλινγκ, όσο και διά του οικονομικού διευθυντή του Κάλιν Γιένσε επισημαίνει ότι τα κάπου 4 δισ. που «μας είναι διαθέσιμα» από το μέρος του πακέτου κορονοϊού μέσω της προληπτικής πιστωτικής γραμμής του ESM φέρουν… αρνητικό επιτόκιο, στο -0,1%), είναι να μην αποκοπούμε από την ομάδα των υπόλοιπων περισσότερο πληττόμενων χωρών της ΕΕ. Που για την ώρα -πλην Κύπρου-  διστάζουν να πλησιάσουν καν τον ESM και τα 240 δισ. «του» για τον κορονοϊό. Και τούτο, σ’ εμάς, παρά και την παρότρυνση Γιάννη Στουρνάρα.

Το «γιατί» του στοιχήματος αυτού, το οποίο -σημειωτέον- στηρίζεται ήδη στην εξαιρετικά παρεμβατική στάση της ΕΚΤ στις αγορές με το big bazooka του 1,35 τρισ. ευρώ - και με δεδομένη, πλέον, την επιλεξιμότητα του ελληνικού χαρτιού στη διενεργούμενη νέα ποσοτική της χαλάρωση μέχρις 27 δισ. ευρώ, δεν είναι απλώς μια επιδίωξη πολιτική. Ούτε, θαρρούμε, μια στάση «μάζευε κι ας είν’ και ρώγες τώρα», ώστε να υπάρχει βάθος αντοχών για δεύτερο και τρίτο κύμα της πανδημίας. Αντιλαμβανόμαστε ότι ο ΟΔΔΗΧ και η κυβέρνηση, που «ακούει», θέλουν να ενθέσουν κάπως σταθερότερα την Ελλάδα στο πεδίο των χωρών (γενικότερα: των συντελεστών που προσέρχονται στις αγορές) που θα πρέπει -όπως πρώτος επεσήμανε με το θεμελιακό άρθρο του στους F.T. στο ξεκίνημα της κρίσης ο Μάριο Ντράγκι- να γίνει πλέον αποδεκτό από τις αγορές ότι θα κουβαλούν μεσομακροπρόθεσμα μεγαλύτερο βάρος χρέους. Άμα αποκοπείς από το κοπάδι…

Υπάρχει, όμως, αυτές τις ημέρες κι ένα άλλο στοίχημα που τίθεται σιωπηρά: η οργάνωση της προσέλευσης της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση για το Ταμείο Ανάκαμψης των (προτεινόμενων) 750 δισ. ευρώ σε ορίζοντα 4ετίας. Εδώ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει να επιλέγει μια επιτροπή οικονομολόγων αληθινά υψηλού προφίλ -Πισσαρίδης, Βέττας, Βαγιανός, Μεγήρ…-, αλλά με εξαιρετικά περιορισμένη έκθεση «στα ευρωπαϊκά». Άρα, την κρίσιμη διαπραγμάτευση θα κάνουν οι υπηρεσίες των υπουργείων και η  (δεδομένη) πολιτική ηγεσία. Παράξενο -πολύ!- αυτό το στοίχημα, καθώς απ’ αυτήν τη διαπραγμάτευση θα κριθεί η ουσία των δεκάδων δισ. που «μας ανήκουν». 

Εκτός κι αν εδώ κρύβεται ένα άλλο στοίχημα (το «=1»): η προσδοκία ότι άμα δεν πολυ-διαπραγματευθούμε και ενσωματώσουμε στο ελληνικό αναπτυξιακό σχέδιο (Οκτώβριο) μεταρρυθμιστική διάσταση, θα υπάρξουν σύντομα μηχανισμοί προκαταβολών αρκετών δισ. - και βλέπουμε!