Πέμπτη, 11 Οκτωβρίου 2007 11:31

Frank Furedi: Οι κοινωνίες του φόβου και η οικονομία

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ με το γνωστό Αγγλο-Ούγγρο καθηγητή κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου του Κεντ και συγγραφέα των πολύ καλών βιβλίων «Ο πολιτισμός του φόβου» και «Οι φοβικές πολιτικές», ο οποίος αναλύει πώς ο λαϊκισμός -και ο φόβος που συνδέεται με αυτόν- αποτελούν εργαλείο κατά της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Ο εξηντάχρονος Frank Furedi, ο οποίος έφυγε με την οικογένειά του από την Ουγγαρία το 1956, λόγω της σοβιετικής εισβολής, καθηγητής κοινωνιολογίας σήμερα στο πανεπιστήμιο του Κεντ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι μία γοητευτική και εντυπωσιακή προσωπικότητα. Έχει δε ενδιαφέρουσα πολιτική δράση, διότι, το 1970, υπό το ψευδώνυμο Φρανκ Ρίτσαρντς ίδρυσε το Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα της Βρετανίας. Επρόκειτο για ένα τροτσκικής εμπνεύσεως κόμμα, αλλά με εξόχως ελευθεριάζουσες μαρξιστικές θέσεις. Το κόμμα αυτό εξέδιδε την εφημερίδα Next Step (Επόμενο Σκαλοπάτι) και τη δεκαετία του '80 το περιοδικό Living Marxism, το οποίο εθεωρείτο από τα πιο έγκυρα στον χώρο της μαρξίζουσας αριστεράς.

Στο πλαίσιο αυτό, τα πρώτα βιβλία του καθηγητή F. Furedi ήσαν αφιερωμένα στον ιμπεριαλισμό και τις φυλετικές διακρίσεις. Έτσι, τη δεκαετία του '80, σημαντικά θεωρήθηκαν τα βιβλία «Η Ιδεολογία του Ιμπεριαλισμού» και «Ο Σιωπηλός Πόλεμος: Ιμπεριαλισμός και Μεβαταλλόμενη Αντίληψη της Φυλής».

Ωστόσο, από τα τέλη της δεκαετίας του '80, ο καθηγητής Furedi άρχισε να επανεξετάζει πολλές από τις ιδέες του και, υπό το φως συγκεκριμένων γεγονότων, να αναθεωρεί και κάποιες θέσεις του -κυρίως για τον ρόλο των πολιτικών σχηματισμών στις σημερινές κοινωνίες, οι οποίες, σε μεγάλο πλέον βαθμό, χαρακτηρίζονται από έλλειψη πολιτικής ιδεολογίας.

Έτσι, στο τελευταίο βιβλίο του «Πού Πήγαν 'Ολοι οι Διανοούμενοι;», ο καθηγητής υπογραμμίζει ότι ο 21ος αιώνας θα είναι αυτός της έλλειψης κουλτούρας και της σχεδόν εξαφάνισης των πνευματικών ενδιαφερόντων. Το κενό αυτό, γράφει, καλύπτεται από την αυξανόμενη ιδεολογία του φόβου και έναν διαβρωτικό λαϊκισμό, που είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί στις κοινωνίες μας. «Η πολιτική ιδεολογία έχει δώσει τη θέση της στην κουλτούρα του φόβου και στον συνδεδεμένο με αυτήν λαϊκισμό», λέει.

Ας δούμε, όμως, ποιες είναι οι οικονομικές επιπτώσεις αυτών των δύο φαινομένων, τα οποία όλο και περισσότερο προσλαμβάνουν από κάθε άποψη ανησυχητικές διαστάσεις.

- Κύριε καθηγητά, πώς από τον επαναστατικό κομμουνισμό περάσατε στην σημερινή αυστηρή κριτική των αριστερών και δεξιών ιδεολογημάτων, τα οποία, όπως γράφετε, στηρίζονται πλέον αποκλειστικά και μόνον στην κουλτούρα του φόβου;

- Όλα ξεκίνησαν πριν δέκα χρόνια, όταν γεννήθηκε το παιδί μου. Ήμουν στην κλινική και με πλησίασε ο γιατρός, για να μού πει ότι όλα πήγαιναν καλά και ότι το νοσοκομείο είχε ένα πολύ αποτελεσματικό σύστημα κατά των απαγωγών. Έμεινα αποσβολωμένος. Μέχρι εκείνη την στιγμή, δεν είχα ποτέ συνειδητοποιήσει ότι η γέννηση ενός παιδιού περικλείει κινδύνους …απαγωγής. Κατάλαβα, όμως, κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό: σε κάθε βήμα του παιδιού στη ζωή, κάποιοι επαγγελματίες μάς προειδοποιούν συνεχώς για πιθανούς -ή ακόμα και επερχόμενους- κινδύνους, οι οποίοι ποτέ δεν εκδηλώνονται. Έτσι, η ζωή μας κυλά υπό την επιρροή του φόβου και των προειδοποιήσεων. Το φαινόμενο είναι από κάθε άποψη εκπληκτικό, διότι ο φόβος αφ' εαυτού έχει εξελιχθεί σε προοπτική ζωής.

- ¶ρα, κατά τη γνώμη σας, αυτή η καθ' υπερβολήν καλλιέργεια του φόβου έχει και πολιτικο-οικονομικές επιπτώσεις; Ποιες είναι αυτές στη σημερινή εποχή, που λέγεται ότι είναι αυτή της γνώσης;

- Θυμάμαι, κάποτε μάς έλεγαν να φοβόμαστε τις αράχνες και τα δυσθεώρατα ύψη, όπως και κάποιες ασθένειες που σήμερα είναι άνευ σημασίας. Με τον καιρό, όμως, και όσο οι άνθρωποι έμπαιναν σε φάση μοναξιάς και απομόνωσης, στις κοινωνίες μας βεβαίως, υιοθετήσαμε μία προοπτική στο πλαίσιο της οποίας κάθε εμπειρία δεν μπορεί παρά να έχει τη χειρότερη έκβαση. Η κατάσταση αυτή οδηγεί στην εντυπωσιακή άνοδο των συμβουλευτικών υπηρεσιών και των θεραπειών, με αποτέλεσμα η αίσθηση του φόβου να αυξάνεται, αντί να μειώνεται. Ακολουθεί λοιπόν μία υποβάθμιση της πολιτικής, που οφείλεται στις χαμηλές προσδοκίες και σε μία γενικευμένη απάθεια. Έτσι, το άτομο παύει να αυτενεργεί και είναι ψυχολογικά κατάλληλο να δεχθεί οποιαδήποτε ηλιθιότητα τού σερβίρουν, αρκεί η ηλιθιότητα αυτή να περιέχει μεγάλες δόσεις φόβου. Δυστυχώς, αυτή είναι πλέον η πεμπτουσία της πολιτικής. Επιδιώκει να καλλιεργεί τον παιδισμό στο επίπεδο των πολιτών, να τους φοβίζει και ενίοτε να τους θεωρεί και ανεγκέφαλους. Ο φόβος γίνεται έτσι πολιτικό δόγμα με υπόβαθρο τον λαϊκισμό και, ακόμα χειρότερα, τον συνειδητό πνευματικό αφοπλισμό.

- Εργαλείο στη διαμόρφωση αυτής της κατάστασης δεν είναι και τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημέρωσης;

- Ο ρόλος τους είναι ολέθριος, διότι πρωτίστως ευτελίζουν τον ανθρωπισμό και αναισθητοποιούν το άτομο έναντι της πραγματικότητας. Αρνούνται να δουν το γίγνεσθαι, διότι αυτό ενισχύει το σκέπτεσθαι. Με άλλα λόγια, τα ΜΜΕ και οι πολιτικοί συνένοχοί τους θέλουν -και έχουν καταφέρει- να μεταβάλουν τον κοινωνικό ρόλο της ιδεολογίας. Ενώ κάποτε το όραμα του βίου, και του κόσμου που προσέφερε, εξέφραζε τις προσδοκίες σταθερών συνόλων, τώρα, στις «ανεπτυγμένες» χώρες με τα κλονισμένα παραδοσιακά περιγράμματα των ομάδων και των τάξεων, συγκροτεί, όπως λένε οι κοινωνιολόγοι, αφηρημένο δεσμό μαζών. Όμως, στις αναλύσεις τους, η μάζα δεν έχει την παρελθούσης χρήσεως έννοια του μεγάλου απρόσωπου αριθμού, αλλά του συμφυρμού ανεστίων ατόμων, τα οποία, μέσω της ιδεολογίας, αποκτούν περιεχόμενο ζωής και λόγον υπάρξεως. Στον παραπαίοντα δίβουλο και εγωιστικό ατομάνθρωπο του πλήθους των μόνων, η κουλτούρα του φόβου αποτελεί υποκατάστατο της λογικής, που επιτρέπει την υπαγόρευση της συμπεριφοράς σε ατομικό επίπεδο. Είναι αυτό το φαινόμενο που στην Βρεταννία έγκειται στην άσκηση πίεσης για αλλαγές συμπεριφοράς. Κατά τη γνώμη μου, η τακτική αυτή οδηγεί στην ύπαρξη μίας οργουελικού τύπου αστυνομίας του πνεύματος, η οποία επιχειρεί με κάθε επικοινωνιακό μέσο να αλλάξει τον τρόπο που σκεπτόμαστε.

- Αν καταλαβαίνω καλά αυτά που λέτε, είναι σαφές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μία νέα μορφή ολοκληρωτισμού, που κοινωνιολογικά θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «ήπιο ολοκληρωτισμό»;

- Δεν χωρά αμφιβολία ότι πολλές κυβερνήσεις έχουν ως κύριο μέλημά τους την αστυνόμευση της σκέψης μας και εφαρμόζουν τακτικές που αποσκοπούν όχι στο να ρυθμίζουν αυτά που ο κόσμος κάνει, αλλά αυτά που σκέπτεται. Έτσι, ακολουθείται ευρύτατα το μάνατζμεντ των συγκινήσεων, μία στρατηγική η οποία απονευρώνει το άτομο και το απομακρύνει από επιλογές οι οποίες αφορούν στο μέλλον του.

- Ποιες είναι οι επιπτώσεις μιας τέτοιας στρατηγικής στην οικονομία και σε ποιον βαθμό ο φόβος μπορεί να αποτελέσει στοιχείο του κράτους-πρόνοιας;

- Η πρώτη και πολύ σημαντική επίπτωση είναι η στέρηση από τους πολίτες του δικαιώματος να πάρουν οι ίδιοι στα χέρια τους τις επιλογές για το μέλλον τους. Η κουλτούρα του φόβου είναι το πρώτο συστατικό της απραξίας, όπως και της αδυναμίας αναλήψεως κινδύνων. Είναι όμως γνωστό ότι, χωρίς ανάληψη επιχειρηματικών κινδύνων και υπό το κράτος του φόβου για αλλαγές, μία κοινωνία είναι καταδικασμένη να παραπαίει οικονομικά. Στην κοινωνία αυτή λείπουν το πνεύμα της αναζήτησης του πειράματος και της εξερεύνησης. Περισσότερο από την παχυσαρκία, το κάπνισμα και την τρομοκρατία, ο παθητικός τρόπος ζωής υπονομεύει αυτά τα ίδια τα κοινωνικά θεμέλια πάνω στα οποία στηρίχθηκε η πρόοδός μας. Υπονομεύει την επιχειρηματικότητα, την έφεση για καινοτομία, τις μεταρρυθμίσεις και τις αλλαγές στην αντίληψη για τη ζωή και τον άνθρωπο. Αν δεχθούμε ότι η γνώση αποτελεί παραγωγικό πόρο για τις κοινωνίες μας, τότε δεν νοείται να την εξουδετερώνουμε με την καλλιέργεια πολιτικού φόβου. Δεν μπορούμε να αποποιηθούμε των ξεχωριστών προτερημάτων του ανθρώπου, που μάς βοήθησαν να μεταβάλουμε και να εξανθρωπίσουμε τον κόσμο, και να υποταχθούμε στην κουλτούρα της μοιρολατρείας η οποία σήμερα κυριαρχεί. Ακριβώς το αντίθετο, πρέπει να κάνουμε. Αντί να τιμούμε την παθητικότητα και το σκύψιμο του κεφαλιού, καλύτερα θα ήταν να εξανθρωπίζαμε την ύπαρξή μας. Στην εποχή που ζούμε, είναι ζωτικό να προσφέρουμε στους ανθρώπους την δύναμη του αυτο-μετασχηματισμού. Μόνον έτσι οι κοινωνίες μας θα ξεφύγουν, όπως και εσείς είπατε, από τον αυταρχισμό του φόβου και του λαϊκισμού.

Τελικά, τι επιτρέπεται... για το καλό μας

- Πώς αντιμετωπίζετε όλες αυτές τις απαγορεύσεις που διέπουν την καθημερινή μας ζωή; Απαγορεύεται το κάπνισμα, απαγορεύεται η λήψη λίπους, απαγορεύονται κάποιες διαφημίσεις -και, τελικώς, ο πολίτης αναρωτιέται τί επιτρέπεται... για το καλό του!

- Οι απαγορεύσεις στις οποίες αναφερθήκατε αποτελούν και αυτές σημαντικό κομμάτι της κουλτούρας και της πολιτικής του φόβου. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι, στην εποχή μας, ο κίνδυνος είναι ένας πολύ σημαντικός παραγωγικός πόρος. Όπως και η διαχείριση των κρίσεων. Για τις ασφαλιστικές κυρίως εταιρείες, η διαχείριση των κινδύνων είναι πλέον ένα μεγάλο κομμάτι της δραστηριότητάς τους και, κατ' επέκτασιν, της κερδοφορίας τους. Από την άλλη μεριά, οι απαγορεύσεις έχουν συμβάλλει θετικά και στην ανάπτυξη της αρχής της προφυλάξεως, η οποία ξεπερνά σήμερα τα όρια του περιβάλλοντος και της προστασίας του και επεκτείνεται στην διατροφή, στην υγεία, στην σεξουαλικότητα και στην προσωπική ασφάλεια. Βασική φιλοσοφία πάνω στην οποία στηρίζεται η αρχή αυτή είναι ότι σε μία κοινωνία πρέπει να υπάρχουν μόνον θύματα και όχι ήρωες. Στην κοινωνία αυτή, η παθητικότητα είναι αρετή και ο ηρωισμός ή ο ακτιβισμός αποτελούν κίνδυνο. Όμως, χωρίς ήρωες, μία κοινωνία, και κυρίως η μη ανεπτυγμένη, κερδίζεται από το συναίσθημα της μοιρολατρείας και υπακούει σε κενά περιεχομένου λαϊκιστικά συνθήματα, που σίγουρα δεν οδηγούν πουθενά. Λόγου χάρη, η σημερινή συνθηματολογία για κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα, δεν γνωρίζω πού τελικώς οδηγεί αν δεν υπάρξει μία γενικότερη αφύπνιση και κινητοποίηση των πολιτών προς το καινούργιο. Κάποτε, η αίσθηση αυτή ήταν πολύ έντονη. Σήμερα, όμως, οι αναπτυγμένες κοινωνίες θέλουν να είναι προστατευόμενες και χάνουν τη δύναμη της προσωπικής δημιουργίας. Ο φόβος και η διάδοσή του τις απαλλάσσει από την πρωτοτυπία και τις πλάθει κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση προς τον κόσμο που απεργάζονται οι καλλιεργητές του. Δηλαδή, έναν κόσμο στον οποίον η διαφορά και η ελευθερία συνιστούν ενόχληση. Έτσι, βαθμιαία, οι κοινωνίες μας υποτάσσονται σε νέου τύπου ολιγαρχίες οι οποίες -όπως τα κομμουνιστικά κόμματα παλαιότερα- διατείνονται ότι κατέχουν όλη την αλήθεια και προστατεύουν το δίκαιο. Θέτουν έτσι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα λειτουργίας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η οποία, παρά τις κάποιες αδυναμίες της, είναι πολύ πιο αντιπροσωπευτική από κάποια κινήματα που μόνον ακτιβιστικά λειτουργούν και στην ουσία εξαπατούν προς ίδιον όφελος. Αν θέλετε, ωστόσο, μπορούμε να επανέλθουμε στο σοβαρό αυτό θέμα.

ΑΘΑΝAΣΙΟΣ Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ