Απόψεις
Δευτέρα, 11 Μαΐου 2020 09:04

Τα εργασιακά να μη μείνουν πίσω

Οπως ξανανοίγει η οικονομία, πάντως όσο απομακρυνόμαστε από τη φάση του lockdown, υπάρχει ένας τομέας 
-βασικότατος- που χρειάζεται πολλή προσοχή για να μην κακοτυχήσει, να μη μείνει πίσω. Και μάλιστα να μην κακοτυχήσει ενώ όλοι μιλούν γι’ αυτόν.

Από την έντυπη έκδοση

Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]

Οπως ξανανοίγει η οικονομία, πάντως όσο απομακρυνόμαστε από τη φάση του lockdown, υπάρχει ένας τομέας 
-βασικότατος- που χρειάζεται πολλή προσοχή για να μην κακοτυχήσει, να μη μείνει πίσω. Και μάλιστα να μην κακοτυχήσει ενώ όλοι μιλούν γι’ αυτόν.

Πρόκειται για τα εργασιακά. Τα εργασιακά διαθέτουν την επίφοβη ιδιότητα να είχαν βρεθεί στο επίκεντρο της κυβερνητικής δράσης με τις ρυθμίσεις της αναστολής των συμβάσεων εργασίας στη φάση του πλήρους lockdown των 45 ημερών Μαρτίου-Απριλίου, που τώρα πήραν παράταση για τον Μάιο (με όριο το 60% των θέσεων εργασίας), αλλά και με την πραγματικότητα της εκ περιτροπής εργασίας καθώς και με την τηλε-εργασία. Εδώ, η κυβέρνηση με τα μέτρα διάσωσης της κατάστασης πήρε την ευθύνη να στηρίξει τις επιχειρήσεις ελαφρύνοντας αποφασιστικά το κόστος τους, αλλά και τους εργαζόμενους - αφενός με το 800άρικο/534άρικο, αφετέρου με την απαγόρευση της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας και της μεταβολής επί το δυσμενέστερο των όρων των συμβάσεων αυτών (σε όσες επιχειρήσεις επέλεξαν την αναστολή) και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας στη συνέχεια.

Από την άλλη, η αντιπολίτευση -και δη η αξιωματική- επεδίωξε να θέσει τη θεματική αυτή στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος δείχνοντας προς την κατεύθυνση των κενών της προστασίας στα εργασιακά, παράλληλα με την έντονη προβολή του αιτήματος για front-loaded οικονομικά μέτρα στήριξης γενικότερα. Στη συζήτηση προσήλθε με επίσημή του παρέμβαση ο ΣΕΒ με προτάσεις για μονιμότερη λειτουργία της τηλε-εργασίας, αλλά και για την ευρύτερη πρακτική «δανεισμού» των εργαζομένων μεταξύ επιχειρήσεων (στα πλαίσια της διατήρησης των θέσεων εργασίας), δηλαδή για ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων προκειμένου να βοηθηθεί η επανεκκίνηση της οικονομίας.

Το πραγματικό υπόστρωμα, που έχει διαμορφωθεί μετά τον Απρίλιο -«τον χειρότερο στην τελευταία 20ετία»- καθώς ενσωματωνόταν το σοκ από την κρίση του κορονοϊού, δεν αμφισβητείται. Οφείλεται σε στρεβλό ισοζύγιο προσλήψεων/απολύσεων, καθώς ναι μεν οι απολύσεις κρατήθηκαν πίσω με τα διοικητικά μέτρα, όμως οι προσλήψεις κυριολεκτικά κατέρρευσαν (48.500 έναντι 282.000 - όλες οι προσλήψεις εν όψει τουριστικής σεζόν καθώς και στην εστίαση «πάγωσαν»). Ενώ δε η ανεργία συνολικά βρισκόταν σε υποχώρηση ακριβώς προ κορονοϊού -16,1% έναντι 18,4% του περασμένου Φεβρουαρίου- και συνολικά ο αριθμός των απασχολουμένων σημείωνε μικρή άνοδο, όλες οι επίσημες προβλέψεις για επίπτωση της ύφεσης στην απασχόληση κάνουν πλέον λόγο για ανεργία άνω του 20%, ενώ από τον χώρο της εργασίας γίνεται λόγος και για προσέγγιση του ανώτατου ποσοστού των χρόνων της κρίσης (27,7% το 2013, για όσους δεν το θυμούνται).

Στην κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα εργασιακά και που τώρα έρχεται σταδιακά σε τριβή με την προσπάθεια επαναφοράς/ανοίγματος, η ΓΣΕΕ προσπάθησε να ανταποκριθεί με την πλατφόρμα ΑΝΤΙ-COVID-19 και την κινητοποίηση όλου του δυναμικού του Κέντρου Πληροφόρησης Εργαζομένων και Ανέργων που διατηρεί η Συνομοσπονδία, του Δικτύου Συμβουλευτικής του Ινστιτούτου Εργασίας ΙΝΕ-ΓΣΕΕ καθώς και των νομικών υπηρεσιών της. «Βάζουμε σακιά άμμου και κάνουμε φράγμα, ενώ έρχεται τσουνάμι» ήταν πάντως το χαρακτηριστικό σχόλιο πολύπειρου στελέχους, καθώς περισσότερο συλλέγονται καταγγελίες και ανησυχίες και ερωτήματα, παρά επιχειρείται κάποιας μορφής συγκρατημένη παρέμβαση στη μετά-τον-κορονοϊό πραγματικότητα. (Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο μέρος των θεμάτων που ανακινούνται απ’ όσους προσφεύγουν στην πλατφόρμα αφορά τα διαθέσιμα βοηθήματα, τις άδειες ειδικού σκοπού και τις περιπτώσεις τροποποίησης συμβάσεων - πέρα δηλαδή από τις γενικές καταγγελίες.

Θέματα απολύσεων, πιεστικής άδειας άνευ αποδοχών, τηλεργασίας απασχόλησαν λιγότερο). Το συνολικό σκηνικό που δημιουργείται στα εργασιακά, ωστόσο, είναι πολύ πιο ανησυχητικό. Και τούτο επειδή οι νέες πρακτικές και η διατήρηση του κλίματος ανασφάλειας και ανησυχίας στους εργασιακούς χώρους λειτουργούν -ή, τουλάχιστον, μπορεί να λειτουργήσουν- διαβρωτικά στην ίδια την έννοια «εργασία». Ένα επίπεδο είναι εκείνο της αμοιβής της εργασίας (και μάλιστα σε φόντο αυξανόμενης ανεργίας και αβεβαιότητας του αύριο), όπου η τοποθέτηση του «επιδοματικού πήχη» στα 800/534 - για 45ήμερο/μήνα ναι μεν δεν σημαίνει νέα διαμόρφωση κατωτάτου, όμως ασκεί μια επίφοβη πίεση προς τα κάτω. (Χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο του -επαναπολιτικοποιούμενου με την παλιά έννοια…- ΒΗΜΑΤΟΣ της Κυριακής 10/5: «Στο τραπέζι μειώσεις μισθών και απολύσεις»). Άλλο επίπεδο είναι το «ξετέντωμα» του χρόνου εργασίας, με τη διαθεσιμότητα του εργαζομένου εκτός ωραρίου, ιδίως στην τηλεργασία.

Ενώ η κανονικοποίηση των ελαστικών μορφών και της εκ περιτροπής απασχόλησης θα λειτουργεί ως φόντο. Όπως θύμιζε και ο Ηλίας Μόσιαλος - η νέα ανακάλυψη της κυβέρνησης με αφορμή τον κορονοϊό- κάποτε όλα αυτά ήταν αντικείμενο συλλογικών διαπραγματεύσεων. Κάποτε… Ενώ ο Αντώνης Λιάκος θύμιζε (στην ΑΥΓΗ, 3/5) πώς γίνεται η πλοήγηση μέσω κρίσεων.