Σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο με τον όρο ανωτέρα βία (act of God, force majeure) χαρακτηρίζεται οποιοδήποτε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός που ο άνθρωπος, στη συνήθη πορεία των πραγμάτων, δεν μπορεί να προβλέψει και να αποτρέψει με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης του μέσου ανθρώπου, σε αντίθεση με το τυχηρό εν στενή εννοία που μπορεί να το προβλέψει.
Σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο με τον όρο ανωτέρα βία (act of God, force majeure) χαρακτηρίζεται οποιοδήποτε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός που ο άνθρωπος, στη συνήθη πορεία των πραγμάτων, δεν μπορεί να προβλέψει και να αποτρέψει με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης του μέσου ανθρώπου, σε αντίθεση με το τυχηρό εν στενή εννοία που μπορεί να το προβλέψει. Για παράδειγμα ζημιές ή ατυχήματα από μια επερχόμενη κακοκαιρία μπορούν να προβλεφθούν σε αντίθεση με μια πρόσκρουση πλοίου σε ύφαλο που δεν έχει προηγουμένως επισημανθεί σε ναυτικό χάρτη. Το τελευταίο χαρακτηρίζεται ναυτικό ατύχημα προκαλούμενο από "ανωτέρα βία". Τυπικές περιπτώσεις ανωτέρας βίας είναι ο πόλεμος, το πραξικόπημα, οι απρόβλεπτες κυβερνητικές απαγορεύσεις, η ξαφνική βαριά ασθένεια (σε κάποιες περιπτώσεις), ή και τα "ακραία καιρικά φαινόμενα".
Ο ορισμός ενός περιστατικού ως γεγονότος ανωτέρας βίας είναι ζήτημα πραγματικό, που κρίνεται κατά περίπτωση βάσει των συνθηκών και της εκάστοτε συμφωνίας των μερών.
Η ανωτέρα βία μπορεί, μεταξύ άλλων, να επιφέρει:
α) προσωρινή ή οριστική αναστολή και άρα απαλλαγή ενός ή και των δύο συμβαλλομένων μερών από τις υποχρεώσεις τους ανάλογα τη διάρκεια του γεγονότος,
β) καταγγελία μιας σύμβασης.
Συχνά στις συμβάσεις εισάγουμε τον όρο της ανωτέρας βίας απαριθμώντας σειρά απρόβλεπτων και μη προβλέψιμων γεγονότων τα οποία τα μέρη θεωρούν ότι βρίσκονται εκτός της σφαίρας ελέγχου τους κατά την ημερομηνία σύναψης της σύμβασης. Σε πολλές δε από αυτές εισάγεται ο όρος «πανδημία». Έτσι, ακόμα και στις περιπτώσεις συμβάσεων στις οποίες δεν γίνεται ειδική αναφορά (για «επιδημία» ή «πανδημία»), οι συμβαλλόμενες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να ισχυριστούν πως το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωναϊού αποτελεί γεγονός ανωτέρας βίας. Τούτο διότι πρόκειται για γεγονός το οποίο είναι αναπόφευκτο ακόμη και με την καταβολή άκρας επιμέλειας από την πλευρά τους.
Με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου έχουν ήδη επιβληθεί μέτρα προσωρινής αναστολής λειτουργίας μεγάλου μέρους δημόσιων υπηρεσιών και ιδιωτικών επιχειρήσεων προς τον σκοπό περιορισμού της εξάπλωσης του ιού.
Επομένως, αποτελεί ζήτημα ερμηνείας αν η επέλευση του γεγονότος του κορωνοϊού αποτελεί λόγο ανωτέρας βίας, λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους αναστολής της λειτουργίας του νομικού προσώπου (οικειοθελώς ή αναγκαστικά), τη φύση και τον σκοπό της εκάστοτε σύμβασης καθώς και τη σχέση και την οικονομική ισχύ των συμβαλλομένων μερών. Το μέρος που επικαλείται ανωτέρα βία θα πρέπει να αποδείξει ότι (α) έχει συμβεί το συγκεκριμένο το οποίο ήταν αδύνατο να προβλεφθεί ως γεγονός κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, (β) το γεγονός αυτό έχει εμποδίσει ή καθυστερήσει την εκτέλεση της σύμβασης εκ μέρους του μέρους που επικαλείται ανωτέρα βία και (γ) το μέρος αυτό έχει λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα για την αποφυγή ή τον μετριασμό του συμβάντος και των συνεπειών του. Βάσει αυτών θα κριθεί η ορθή κατανομή των κινδύνων μεταξύ των μερών, πότε δηλαδή θα υπάρχει απαλλαγή από την ευθύνη λόγω ανωτέρας βίας και πότε όχι.
Η έννοια της πανδημίας πάντως δεν έχει απασχολήσει εδώ και περίπου εκατό χρόνια τη νομολογία ως γεγονός ανωτέρας βίας ήδη από την εποχή της ισπανικής γρίπης οπότε κρίσιμο στοιχείο αποτελεί ο χρόνος σύναψης της σύμβασης καθώς και οι εναλλακτικοί τρόποι παροχής και αποδοχής υπηρεσιών από τους συμβαλλομένους. Διότι τα ερωτήματα που γεννώνται είναι ποιά η αντιμετώπιση του κορωναϊού ως γεγονότος ανωτέρας βίας αν λ.χ.:
α) μια σύμβαση συνάφθηκε 3 χρόνια πριν, β) αν συνάφθηκε τον Ιανουάριο 2020 εν μέσω προειδοποιήσεων της παγκόσμιας κοινότητας για πιθανό Lock Down ή γ) αν αυτή συναφθεί τον Οκτώβριο του 2020 όπου ο κορωναϊός ως πανδημία είναι πλέον γνωστή και επανεμφανιστεί το επόμενο χειμώνα σε χρόνο δηλ. που η επέλευση των συνεπειών του κορωναϊού ενδεχομένως δεν θεωρούνται ότι απορρέουν από γεγονός ανωτέρας βίας.
Και τούτο διότι κρίσιμο αποτελεί το γεγονός αν οι επιχειρήσεις θα έπρεπε ανάλογα με τον χρόνο σύναψης της σύμβασης και την φύση του αντικειμένου της σύμβασης να έχουν προβλέψει εναλλακτικούς τρόπους για την παροχή και αποδοχή υπηρεσιών πχ. αν κάτι τέτοιο επιτρέπεται να υποστηριχθεί με εξ αποστάσεως παροχή, εάν διασφαλίζεται η ακριβόχρονη και προσήκουσα παροχή, αν υπάρχει η υποδομή ή η δημιουργία της δεν χρειάζεται ιδιαίτερα μεγάλες οικονομικές θυσίες, ούτε είναι ιδιαιτέρως χρονοβόρα διαδικασία.
Η αποδοχή ή μη ανωτέρας βίας ως λόγου αναστολής ή καταγγελίας μιας σύμβασης κρίνεται κατά περίπτωση βάσει της φύσης του αντικειμένου της σύμβασης, των λοιπών συμβατικών όρων αλλά και των πραγματικών συνθηκών κάθε περίστασης. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ειδικότερα μέτρα επιμέλειας που έχει λάβει κάθε επιχείρηση για την ελαχιστοποίηση των δυσμενών συνεπειών της πανδημίας και τη συνέχιση της λειτουργίας της προς τον σκοπό εκπλήρωσης των υφιστάμενων συμβατικών της υποχρεώσεων.
Σχόλιο του γραφείου μας:
Αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον προσεχώς η νομολογιακή αντιμετώπιση της αναστολής, καταγγελίας των συμβάσεων από τον Μάρτιο του 2020 και εντεύθεν λόγω αντιμετώπισης της πανδημίας του Κορωναϊού ως λόγου Ανωτέρας Βίας από τα δικαστήρια σε παγκόσμιο επίπεδο λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των όρων μιας σύμβασης.
Δικηγορικό Γραφέιο: Μιχαλοπούλου και Συνεργάτες