Όταν -στο σημείωμα της Πέμπτης 5 Μαρτίου- καταλήγαμε ότι μπροστά στις οικονομικές επιπτώσεις από τη δίδυμη κρίση (εξάπλωση της ανησυχίας για την επιδημία του κορωνοϊού - εικόνες ανάφλεξης στα σύνορα με το Προσφυγικό / Μεταναστευτικό) καλό θα ήταν να ετοιμαζόμαστε για αναταράξεις και για πέρασμα στενωπού, δεν είχαμε φανταστεί την πύκνωση των εξελίξεων που προέκυψε.Την ώρα που γράφονταν οι γραμμές εκείνες οι αγορές είχαν σημειώσει βελτίωση - την ώρα που τυπώνονταν, πολύ περισσότερο την ώρα που κυκλοφορούσε η «Ν» είχε προκύψει νέα φάση καταβύθισης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Όταν -στο σημείωμα της Πέμπτης 5 Μαρτίου- καταλήγαμε ότι μπροστά στις οικονομικές επιπτώσεις από τη δίδυμη κρίση (εξάπλωση της ανησυχίας για την επιδημία του κορωνοϊού - εικόνες ανάφλεξης στα σύνορα με το Προσφυγικό / Μεταναστευτικό) καλό θα ήταν να ετοιμαζόμαστε για αναταράξεις και για πέρασμα στενωπού, δεν είχαμε φανταστεί την πύκνωση των εξελίξεων που προέκυψε. Την ώρα που γράφονταν οι γραμμές εκείνες οι αγορές είχαν σημειώσει βελτίωση - την ώρα που τυπώνονταν, πολύ περισσότερο την ώρα που κυκλοφορούσε η «Ν» είχε προκύψει νέα φάση καταβύθισης. Η ελεύθερη πτώση του δύσμοιρου Ελληνικού Χρηματιστηρίου -κλείσιμο την Παρασκευή σχεδόν στο -6%, σε χαμηλό 52 εβδομάδων-, με νέα εξάχνωση των τραπεζικών μετοχών, αληθινά δεν αξίζει πολλή συζήτηση. Αν πρέπει να μείνει κανείς στα ελληνικά μας πράγματα, πιο άξια καταγραφής είναι η επιδείνωση σε επίπεδο απόδοσης του 10ετούς benchmark ομολόγου - το οποίο, ενώ είχε αγγίξει το 1%, έφθασε το 1,35%, πήγε πίσω στην περιοχή του 1,25%, για να ξαναβρεθεί στο 1,5%. Ακόμη πιο σημαντικό: το ιταλικό αντίστοιχο χαρτί -με την Ιταλία στο επίκεντρο του πανικού του κορονοϊού- είχε μικρότερη διακύμανση.
Πιο ουσιαστικά, οι διεθνείς αγορές συνεχίζουν να βρίσκονται σε αναταραχή: στις ΗΠΑ, η πτωτική κίνηση που είχε ακολουθήσει τη βελτίωση -την είχαν ερμηνεύσει με τη μείωση του επιτοκίου της Fed, αλλά και την άνοδο των πιθανοτήτων να βρεθεί υποψήφιος των Δημοκρατικών στην κούρσα της προεδρικής εκλογής ο μετριοπαθής Τζο Μπάιντεν αντί του ριζοσπαστικότερου Μπέρνι Σάντερς- έδωσε πάλι τη θέση της σε αναπήδηση (ο S&P +4%), όταν η Βουλή των Αντιπροσώπων πέρασε επείγον νομοσχέδιο για χρηματοδότηση μέτρων προφύλαξης από τον Covid-19. (Ύψος του πακέτου; 8 δισ. δολάρια. Σταγόνα στον ωκεανό της αμερικανικής οικονομίας: περίπου τόση είναι η επίπτωση του Covid-19 στην ιταλική οικονομία, η οποία είναι σαφώς μικρότερη, αν και χτυπήθηκε πολύ περισσότερο για την ώρα.)
Πάντως, ενώ στην Ευρώπη η ΕΚΤ συνεχίζει στάση αναμονής και ψυχραιμίας μέχρι τη 12η Μαρτίου, που είναι η κανονισμένη σύνοδος των οργάνων της, το ΔΝΤ έκανε τη δική του προ-εξαγγελία για διαθεσιμότητα (έως και) 50 δισ. δολαρίων για «επείγουσα χρηματοδότηση χωρών που πλήττονται από τον ιό». Τα καταγράφουμε αυτά για να αναθαρρούμε ότι δεν είναι μόνον οι δικές μας αντιδράσεις νευρικές και -στιγμές στιγμές- στα όρια του γραφικού. (Παράδειγμα η «θωρακισμένη» έναντι του Covid-19 υγειονομική σφαίρα, κατά τις δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού, ο οποίος εισέπραττε σταθερά τον έπαινο και του πρωθυπουργού, και τούτο ενώ η αποσάθρωση των μηχανισμών -ανθρώπινη, κατανοητή, μεσογειακή, αλλά... αποσάθρωση!- προχωρούσε.) Το θέμα είναι ότι, τώρα, ήρθε στο προσκήνιο της οικονομικής διαχείρισης το πρώτο συγκεκριμένο σημάδι υποχώρησης της οικονομίας.
Λες και το είχε διαισθανθεί το Δημοσιονομικό Συμβούλιο όταν κατέθετε την περασμένη εβδομάδα υπερσυγκρατημένες / δυσοίωνες προβλέψεις για το ΑΕΠ του 2020 (θυμίζουμε: ψαλίδα 1,88%-2,54%). Ήδη έδωσε και η ΕΛΣΤΑΤ προσωρινά στοιχεία για ανάπτυξη του 2019 χαμηλότερη (οριακά, πλην χαμηλότερη...) από την αναμενόμενη. Το 1,9% για το σύνολο της περασμένης χρονιάς δεν απέχει ριζικά από το 2% στις επίσημες καταγραφές, όμως η κατά 0,7% υποχώρηση του δ’ τριμήνου (έναντι του γ’ τριμήνου) και η διαπίστωση ότι η καταναλωτική δαπάνη -που παγίως «φέρει» την ελληνική οικονομία- σημείωσε συγκρατημένη αύξηση (1,3% έναντι του προηγούμενου έτους), όμως κυρίως προερχόμενη από το σκέλος της δημόσιας και όχι της ιδιωτικής κατανάλωσης, έφεραν ικανή αμηχανία στην επιφάνεια.Βέβαια, στα χρόνια της επικοινωνίας ζούμε, οπότε η δίδυμη ανακοίνωση -των υπουργείων Οικονομικών ΚΑΙ Ανάπτυξης: ενδιαφέρον!- πήγε τη συζήτηση παραπέρα («συνεχίζουμε, παρά τους αυξημένους εξωγενείς κινδύνους, την προσπάθεια η καλή εικόνα να αποτυπωθεί το ταχύτερο δυνατόν στο πορτοφόλι των πολιτών»: διαγιγνώσουμε ρητορική ΥΠΑΝ μάλλον, παρά ΥΠΟΙΚ, εδώ).
Άμα δει κανείς -όπως είχε κάνει παλιότερα το ΙΟΒΕ- τη συνολική πορεία του 2019, θα διαπιστώσει ότι η χρονιά είχε «κρατηθεί» κυρίως από την αύξηση της κατανάλωσης που έφερε η... προεκλογική περίοδος. Αυτό, συν την ένεση της (προεκλογικής) «13ης σύνταξης» στο τέλος του β’ τριμήνου του 2019. Τώρα, όμως, όπως έδειξαν οι αλλεπάλληλες συσκέψεις του Σαββατοκύριακου και η προετοιμασία απτών μέτρων για απορρόφηση του σοκ της κρίσης, σαν να προκύπτει αγωνία του τερματοφύλακα πριν από τα πέναλτι. Πάλι καλά που η ΕΚΤ προχώρησε σε άρση του ορίου διακράτησης ελληνικών ομολόγων από τις συστημικές τράπεζες και που ο Κλάους Ρέγκλινγκ φάνηκε θετικός για τον «Ηρακλή».