Καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων αυξάνεται μεγάλη σημασία για τους κλινικούς γιατρούς έχει πλέον η θέσπιση κριτηρίων για τα ύποπτα κρούσματα ώστε να απομονώνονται και να αντιμετωπίζονται εγκαίρως.
Της Ανθής Αγγελοπούλου
Καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων αυξάνεται μεγάλη σημασία για τους κλινικούς γιατρούς έχει πλέον η θέσπιση κριτηρίων για τα ύποπτα κρούσματα ώστε να απομονώνονται και να αντιμετωπίζονται εγκαίρως.
Αρχικά αυτό περιελάμβανε άτομα που είχαν επισκεφθεί την Κίνα και είχαν συμπτώματα λοίμωξης αναπνευστικού. Η αύξηση των κρουσμάτων όμως σε διάφορες χώρες του κόσμου όπως η Ιταλία, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία, αλλά και η ανεύρεση κρουσμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες που δεν είχαν ταξιδέψει εκτός χώρας και δεν είχαν γνωστή επαφή με ύποπτο κρούσμα, αναμένεται να αλλάξει τις οδηγίες αυτές.
Η διάγνωση γίνεται με μοριακή μέθοδο, αλλά σύμφωνα με τον καθηγητή και πρύτανη του ΕΚΠΑ Θάνο Δημόπουλο, για την αντιμετώπιση της επιδημίας θα πρέπει να αυξηθούν οι διαγνωστικές δυνατότητες σε όλες τις χώρες με τη χρήση απλούστερων μεθόδων.
Όπως εξηγεί μάλιστα, είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που συγκεντρώνονται τόσο σύντομα επιστημονικά δεδομένα για έναν ιό, τα οποία θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη τόσο πρωτοκόλλων και παρεμβάσεων έγκαιρης διάγνωσης και αντιμετώπισης των ασθενών όσο και αποτελεσματικών φαρμάκων και ασφαλών εμβολίων.
Πάνω από 90.000 τα κρούσματα του κοροναϊού παγκοσμίως
Από τα τέλη Δεκεμβρίου που διαπιστώθηκαν τα πρώτα κρούσματα, έχουν καταγραφεί περισσότερα από 90.000 κρούσματα και 2.900 θάνατοι από τη νόσο (Covid-19) που προκαλεί ο νέος κοροναϊός (SARS-CoV-2). Το 95% των κρουσμάτων και το 97% των θανάτων έχουν σημειωθεί στην Κίνα, όμως η νόσος έχει πλέον εξαπλωθεί σε περισσότερο από 60 χώρες με αυξανόμενο αριθμό κρουσμάτων.
Μέσα σε δύο μήνες, έχουν δημοσιευθεί περισσότερο από 400 άρθρα σε έγκριτα ιατρικά περιοδικά, φαινόμενο που διαπιστώνεται για πρώτη φορά στην ιατρική βιβλιογραφία και υποδηλώνει τη πολύ σημαντική κινητοποίηση της επιστημονικής κοινότητας και των υγειονομικών δομών σε παγκόσμιο επίπεδο. Πολύ πρόσφατα άρθρα στα περιοδικά JAMA και NEW England Journal of Medicine παρέχουν επικαιροποιημένες πληροφορίες για τον ιό, επιδημιολογικά και κλινικά δεδομένα της λοίμωξης καθώς και την πρόοδο που έχει γίνει στη διάγνωση, θεραπευτική αντιμετώπιση και πρόληψη της περαιτέρω εξάπλωσης της επιδημίας.
Ένας νέος βήτα-κοροναϊός με δυνατότητα μετάδοσης μεταξύ των ανθρώπων
Το γονιδίωμα του ιού, το οποίο αναλύθηκε πλήρως μέσα σε λίγες μέρες, ομοιάζει γενετικά με αντίστοιχο ιό των νυχτερίδων ενώ θεωρείται ότι μεταφέρθηκε στον άνθρωπο από κάποιο ενδιάμεσο ξενιστή, πιθανότατα τον φολιδωτό μηρμυγκοφάγο. Ο ιός έχει υψηλή συγγένεια για συγκεκριμένο υποδοχέα στην επιφάνεια των κυττάρων μας (ACE2) μέσω του οποίου διεισδύει και προκαλεί τη λοίμωξη. Η υψηλότερη έκφραση αυτού του υποδοχέα σε άντρες στην Κίνα μπορεί να εξηγεί την μεγαλύτερη νοσηρότητα των ανδρών σύμφωνα και με τα ως τώρα κλινικά δεδομένα. Ερωτήματα όπως πώς προέκυψε αυτός ο ιός, γιατί έχει μεγαλύτερη μεταδοτικότητα από τους προηγούμενους κορωνοϊούς και ποιοι είναι οι καλύτεροι στόχοι για την ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών, αναμένεται να απαντηθούν στο άμεσο μέλλον.
Επιδημιολογικά δεδομένα
Η διάμεση περίοδος επώασης του ιού είναι 5-6 ημέρες με εύρος από 1-14 ημέρες, παρότι υπάρχουν αναφορές ότι μπορεί να διαρκεί και ως 24 ημέρες, στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψιν στο σχεδιασμό πολιτικών καραντίνας για την αποφυγή εξάπλωσης της λοίμωξης. Πιστεύεται ότι μεταδίδεται μέσω μεγάλων σταγονιδίων, έχει όμως ανευρεθεί στο αίμα και τα κόπρανα. Μένει να επιβεβαιωθεί αν μπορεί να μεταδοθεί αιματογενώς ή με τα κόπρανα καθώς αυτό θα μεταβάλλει τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την αποτροπή μετάδοσης της λοίμωξης.
Κάθε ασθενής υπολογίζεται ότι μεταφέρει τον ιό σε 2-3 άτομα και θεωρείται πιθανή η μετάδοση από ασυμπτωματικά άτομα. Θεωρείται μάλιστα ότι πάνω από τις μισές περιπτώσεις κρουσμάτων Covid-19 που εξήχθησαν από την Κίνα δεν έχουν στην πραγματικότητα ανιχνευθεί. Με βάση μια μικρή μελέτη σε 9 εγκύους δεν φάνηκε μετάδοση του ιού από τη μητέρα στο έμβρυο.
Τα συμπτώματα της νόσου
Η λοίμωξη από τον νέο κοροναϊό εκδηλώνεται με μη ειδικά συμπτώματα όπως πυρετός (90%), βήχας (80%), κόπωση ή μυαλγίες (περίπου 20%). Λιγότερο συχνά συμπτώματα είναι κεφαλαλγία, πονόλαιμος, έμετος και διάρροια. Η διάμεση ηλικία των ασθενών είναι περίπου τα 50 έτη και ο αριθμός των παιδιών κάτω των 15 ετών που έχουν προσβληθεί είναι μικρός. Εργαστηριακά ευρήματα των ασθενών είναι η λεμφοπενία, οι αυξημένοι δείκτες φλεγμονής και τα αμφιτερόπλευρα διηθήματα στους πνεύμονες στην ακτινογραφία ή την αξονική θώρακος.
Γενικά, 20% των ατόμων που θα νοσήσουν θα έχουν σοβαρά συμπτώματα και οι μισοί από αυτούς μπορεί να χρειαστούν μηχανική υποβοήθηση της αναπνοής. Η σοβαρότητα της λοίμωξης όμως ποικίλει και μάλιστα θεωρείται ότι εκτός της επαρχίας Ουχάν τα περιστατικά που έχουν καταγραφεί είχαν πιο ήπια κλινική πορεία. Οι αποκλίσεις αυτές είναι συνέπεια της αναφοράς περιστατικών σε πραγματικό χρόνο ώστε να συγκεντρωθούν επιστημονικά δεδομένα. Καθώς υπάρχει σημαντικός αριθμός ασθενών με ήπια συμπτώματα φαίνεται ότι η βαρύτητα της λοίμωξης από τον νέο κοροναϊό ομοιάζει με σοβαρή εποχική γρίπη. Επομένως, μπορούμε να προβλέψουμε ότι τελικά θα αποδειχθεί ότι η θνητότητα από τον νέο κοροναϊό θα είναι περίπου ίδια με αυτή του ιού της γρίπης δηλαδή γύρω στο 0,1%.
Υπάρχουν πολλές προκλήσεις στην πρόληψη
Οι προκλήσεις για την πρόληψη της εξάπλωσης της λοίμωξης είναι πολλές και η μέθοδος της καραντίνας που εφαρμόσθηκε εκτεταμένα στην Κίνα οδήγησε σε περιορισμό των κρουσμάτων. Η γενίκευση όμως της μεθόδου αμφισβητείται με τρανό παράδειγμα την εξάπλωση της λοίμωξης στο κρουαζιερόπλοιο Diamond Princess όταν τέθηκε σε καραντίνα. Επιπλέον, από τη στιγμή που η λοίμωξη μεταδίδεται σε μια χώρα σε άτομα χωρίς ιστορικό ταξιδιών ή επαφής με γνωστά κρούσματα, μπορεί να ενδείκνυνται πρακτικές μείωσης της έκθεσης όπως η απομόνωση των ασθενών, το κλείσιμο των σχολείων και ο περιορισμός των μη αναγκαίων μετακινήσεων. Σημαντικό θέμα όμως είναι και η προστασία του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού που αναλαμβάνει τη φροντίδα των ασθενών καθώς τα ποσοστά λοιμώξεων και η αναμετάδοση της λοίμωξης σε εργαζομένους στο χώρο της υγείας είναι μεγάλη. Το προσωπικό θα πρέπει να φορά συγκεκριμένο εξοπλισμό και να είναι εκπαιδευμένο στο σωστό χειρισμό του.
Προς το παρόν, η θεραπεία της νόσου είναι υποστηρικτική
Διάφορα αντιικά φάρμακα όπως η ρεμντεσιβίρη, ο συνδυασμός λοπιναβίρη/ριτοναβίρη, η χλωροκίνη και πρόσφατα η φαβιλαβίρη έχουν χρησιμοποιηθεί χωρίς όμως αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα. Περισσότερες από 100 κλινικές μελέτες βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη δοκιμάζοντας τόσο παλαιότερα όσο και νέα σκευάσματα για την αντιμετώπιση της λοίμωξης.
Επιπλέον 11 υποψήφια εμβόλια βρίσκονται σε εξέλιξη και μέσα στο Μάρτιο αναμένεται να ξεκινήσει η φάσης 1 μελέτη για ένα από αυτά. Η ανοσοσφαιρίνη από άτομα που έχουν θεραπευθεί είναι επίσης μια υποψήφια θεραπεία, ιδίως για πρώιμη παρέμβαση. Με βάση μελέτη από την Κίνα, ο μέσος χρόνος από την έναρξη των συμπτωμάτων ως τη νοσηλεία κυμαίνεται από 9 - 12 ημέρες διάστημα όπου η εφαρμογή θεραπευτικών πρακτικών μπορεί να αποτρέψει την εκδήλωση σοβαρών συμπτωμάτων.