Σύμφωνα με νέα μελέτη που έγινε από τους ερευνητές του Yale, το Columbia και του Dartmouth, η επίδραση της ενσυναίσθησης στην αντιμετώπιση του φυσικού πόνου είναι εξαιρετικά ισχυρή. Συγκεκριμένα οι επιστήμονες επεσήμαναν ότι το να αντιμετωπίζει με ενσυνειδητότητα ένα άτομο που πονά είναι σαν να το βοηθάς να αντιμετωπίσει τους πόνους που νιώθει αλλά και να ξεπερνά τα όποια αρνητικά συναισθήματα έχει εκείνη τη στιγμή.
Της Ανθής Αγγελοπούλου
Σύμφωνα με νέα μελέτη που έγινε από τους ερευνητές του Yale, το Columbia και του Dartmouth, η επίδραση της ενσυναίσθησης στην αντιμετώπιση του φυσικού πόνου είναι εξαιρετικά ισχυρή. Συγκεκριμένα οι επιστήμονες επεσήμαναν ότι το να αντιμετωπίζει με ενσυνειδητότητα ένα άτομο που πονά είναι σαν να το βοηθάς να αντιμετωπίσει τους πόνους που νιώθει αλλά και να ξεπερνά τα όποια αρνητικά συναισθήματα έχει εκείνη τη στιγμή.
Η επίδραση της ενσυναίσθησης ήταν τόσο έντονη, που διαπίστωσαν ότι ακόμα και όταν πήραν τη θερμοκρασία των συμμετεχόντων ήταν αρκετά σε υψηλή, ο εγκέφαλός τους αποκρίθηκε σαν να βιώνει κανονική θερμοκρασία.
Όπως ανέφερε στο επιστημονικό περιοδικό «Social, Cognitive & Affective Neuroscience» ο Hedy Kober, αναπληρωτής καθηγητής ψυχιατρικής και ψυχολογίας του Yale και ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης, η προσοχή - η ευαισθητοποίηση και η αποδοχή μιας κατάστασης χωρίς κρίση - έχει αποδειχθεί ότι έχει οφέλη στη θεραπεία πολλών καταστάσεων όπως το άγχος και την κατάθλιψη.
Ωστόσο, ο Kober και οι συνάδελφοί του ήθελαν να μάθουν αν άτομα χωρίς επίσημη εκπαίδευση στον διαλογισμό και την ενσυναίσθηση θα μπορούσαν να επωφεληθούν από μια σύντομη εισαγωγή 20 λεπτών σε έννοιες ευαισθητοποίησης.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη εξετάστηκαν σε δύο πλαίσια ενώ υποβάλλονταν σε ανιχνεύσεις εγκεφαλικής απεικόνισης - μία για την αξιολόγηση της απόκρισης σε φυσικό πόνο που προκλήθηκε από την εφαρμογή υψηλής θερμότητας στο αντιβράχιο (πήχη)και άλλη για τη μέτρηση της απόκρισης τους όταν παρουσιάστηκαν αρνητικές εικόνες. Και στα δύο πλαίσια, οι ερευνητές βρήκαν σημαντικές διαφορές στις οδούς σηματοδότησης του εγκεφάλου όταν οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να χρησιμοποιήσουν τεχνικές ενσυναίσθησης σε σύγκριση με το πότε τους ζητήθηκε να ανταποκριθούν όπως συνήθως.
Συγκεκριμένα, οι συμμετέχοντες ανέφεραν λιγότερους πόνους και αρνητικά συναισθήματα όταν χρησιμοποιούσαν τεχνικές ενσυναίσθησης και ταυτόχρονα οι εγκέφαλοί τους παρουσίαζαν σημαντική μείωση της δραστηριότητας που συνδέεται με τον πόνο και τα αρνητικά συναισθήματα. Αυτές οι νευρολογικές μεταβολές δεν εμφανίστηκαν στον προμετωπιαίο φλοιό, ο οποίος ρυθμίζει τη συνειδητή ή ορθολογική λήψη αποφάσεων, και έτσι δεν ήταν το αποτέλεσμα της συνειδητής θέλησης, σημειώνουν οι συγγραφείς.
Η ικανότητα αυτή σύμφωνα με τους επιστήμονες α υποδηλώνει ότι μπορεί να υπάρξουν κλινικά οφέλη για την πρακτική της ενσυναίσθησης σε χρόνιες καταστάσεις - ακόμη και χωρίς πρακτική μακράς διάρκειας διαλογισμού.
Πηγές: Yale University