Περνάνε υποψήφιοι στο Πανεπιστήμιο με 4092 μόρια γράφοντας κάτω από 5 σε μέσο όρο. Στο συγκεκριμένο τμήμα και οι 288 επιτυχόντες είχαν κάτω από 10.000 μόρια, αφού ο πρώτος συγκέντρωσε μόλις 7.151 μόρια. Δεν έχει σημασία το όνομα του τμήματος, αλλά να δούμε γιατί το επίπεδο των νέων φοιτητών είναι τόσο χαμηλό. Μήπως εισάγονται στα Πανεπιστήμιά μας πάρα πολλοί φοιτητές, περισσότεροι από όσους έχουν την ικανότητα να σπουδάσουν;
Του Στράτου Στρατηγάκη
Μαθηματικού - Ερευνητή
[email protected]
Περνάνε υποψήφιοι στο Πανεπιστήμιο με 4092 μόρια γράφοντας κάτω από 5 σε μέσο όρο. Στο συγκεκριμένο τμήμα και οι 288 επιτυχόντες είχαν κάτω από 10.000 μόρια, αφού ο πρώτος συγκέντρωσε μόλις 7.151 μόρια. Δεν έχει σημασία το όνομα του τμήματος, αλλά να δούμε γιατί το επίπεδο των νέων φοιτητών είναι τόσο χαμηλό. Μήπως εισάγονται στα Πανεπιστήμιά μας πάρα πολλοί φοιτητές, περισσότεροι από όσους έχουν την ικανότητα να σπουδάσουν;
Πολλοί λένε ότι έχουμε το παγκόσμιο ρεκόρ εισαγωγής αποφοίτων Λυκείου στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δεν επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο. Το παγκόσμιο ρεκόρ κατέχει η Αυστραλία με το 77% των αποφοίτων Λυκείου να συνεχίζουν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Στον πίνακα βλέπουμε τις πιθανότητες να σπουδάσει κάποιος σε προπτυχιακό επίπεδο, σε μεταπτυχιακό ή σε διδακτορικό. Δεν είμαστε πρώτοι αλλά είμαστε κοντά στους πρώτους. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 3η θέση ισοβαθμώντας με την Λιθουανία και τη Λετονία. Πολύ κοντά μας η Σλοβενία, Ιρλανδία, η Δανία και η Νορβηγία.
Δεν προσμετρώνται οι φοιτητές που προέρχονται από άλλες χώρες. Γι’ αυτό βλέπουμε τη Βρετανία να είναι πολύ χαμηλά στην κατάταξη, λίγο πάνω από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Τα Βρετανικά Πανεπιστήμια δεν εξυπηρετούν την κοινωνία αλλά σκοπός τους είναι να έχουν πολλούς φοιτητές, αδιάφορο από που, ώστε να έχουν υψηλά έσοδα. Έτσι λοιπόν ένας στους δύο Βρετανός σπουδάζει.
Η Αυστρία που βρίσκεται χαμηλά στη λίστα έχει και προγράμματα σύντομης διάρκειας στα οποία κατευθύνονται πολλοί φοιτητές. Πρόκειται για προγράμματα παρόμοια με τα δικά μας διετούς φοίτησης που ξεκίνησε ο κ. Γαβρόγλου και ανέστειλε τη λειτουργία τους η κα Κεραμέως.
Στην Ελλάδα εισάγονται πολλοί στα Πανεπιστήμια, αλλά υπάρχει μεγάλο ποσοστό εγκατάλειψης των σπουδών. Αυτό φαίνεται στην επόμενη βαθμίδα, τα μεταπτυχιακά. Συνεχίζει στα μεταπτυχιακά το 22% των φοιτητών, ποσοστό που βρίσκεται πολύ κοντά στο μέσο όρο των 23 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό δείχνει ότι το ποσοστό αυτών που τελειώνουν τις σπουδές τους και συνεχίζουν μειώνεται αισθητά. Δηλαδή εισάγονται πολλοί, αλλά αποφοιτούν λιγότεροι. Το ξεκαθάρισμα που θα περιμέναμε να γίνεται στον προθάλαμο των Πανεπιστημίων, στις Πανελλαδικές δηλαδή, γίνεται εν μέρει μέσα στο Πανεπιστήμιο. Όσο αυξάνει το ποσοστό των εισακτέων, τόσο το ξεκαθάρισμα μετατίθεται για μέσα στο Πανεπιστήμιο. Κάποιοι πετυχαίνουν, εγγράφονται αλλά δεν φοιτούν, προτιμώντας άλλες λύσεις όπως να δώσουν ξανά εξετάσεις, να φύγουν για το εξωτερικό ή να φοιτήσουν σε κολλέγιο. Κάποιοι άλλοι εγκαταλείπουν τις σπουδές τους όταν διαπιστώνουν ότι οι γνώσεις τους δεν φτάνουν για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, γιατί δεν γίνεται γράφοντας στα Μαθηματικά 3 να εισαχθείς στο Μαθηματικό και να το τελειώσεις, αν δεν αρχίσεις τα Μαθηματικά από την αρχή.
Πολλοί φοιτητές στην Ελλάδα συνεχίζουν για το διδακτορικό τους. Το 2,8% των νέων φτάνουν μέχρι το διδακτορικό, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην 4η θέση μαζί με τη Σλοβενία. Τις τρεις πρώτες θέσεις τις καταλαμβάνουν η Γερμανία, η Ισπανία και η Κορέα. Στην Ελλάδα, δηλαδή, εισάγονται πολλοί, εγκαταλείπουν αρκετοί και συνεχίζει με μεταπτυχιακό και διδακτορικό λογικός αριθμός. Αντίθετα στη Γερμανία εισάγονται πολύ λιγότεροι μόλις το 46%, έναντι 70% της Ελλάδας, αλλά συνεχίζουν σε μεταπτυχιακό το 22% και στις δύο χώρες και στο διδακτορικό 3,2% των Γερμανών, έναντι 2,8% των Ελλήνων. Έχουμε, λοιπόν, πολλούς φοιτητές, αλλά η μαζική τους εισαγωγή δεν σημαίνει και αποφοίτηση και συνέχιση των σπουδών τους.