Έτσι που τρέχουν τα γεγονότα, η επίσκεψη Κυριάκου Μητσοτάκη στη Γαλλία και η συνάντησή του με τον Εμανουέλ Μακρόν και σημαντικό μέρος της οικονομικής νομενκλατούρας (με κεντρικότερο βέβαια τον PDG της Total, Πατρίκ Πουγιανέ) πέρασε παράξενα γρήγορα σε δεύτερο πλάνο, τουλάχιστον όσον αφορά αυτήν την πτυχή. «Κέρδισε» τις εντυπώσεις -αναμενόμενο- η πολιτικά φορτισμένη Εταιρική Στρατηγική Σχέση με Γαλλία (ό,τι κι αν αποδειχθεί ότι σημαίνει), η προσέλευση Μακρόν στη θερμή αποκήρυξη του ΜοU Τουρκίας-Λιβύης, οι συζητήσεις για απόκτηση φρεγατών Beh@rra (θα επανέλθουμε) και για κοινή αμυντική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, άντε και λίγη ενθάρρυνση στην κατεύθυνση της διαπραγμάτευσης στο Eurogroup για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, γράφει ο Α. Δ. Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Έτσι που τρέχουν τα γεγονότα, η επίσκεψη Κυριάκου Μητσοτάκη στη Γαλλία και η συνάντησή του με τον Εμανουέλ Μακρόν και σημαντικό μέρος της οικονομικής νομενκλατούρας (με κεντρικότερο βέβαια τον PDG της Total, Πατρίκ Πουγιανέ) πέρασε παράξενα γρήγορα σε δεύτερο πλάνο, τουλάχιστον όσον αφορά αυτήν την πτυχή. «Κέρδισε» τις εντυπώσεις -αναμενόμενο- η πολιτικά φορτισμένη Εταιρική Στρατηγική Σχέση με Γαλλία (ό,τι κι αν αποδειχθεί ότι σημαίνει), η προσέλευση Μακρόν στη θερμή αποκήρυξη του ΜοU Τουρκίας-Λιβύης, οι συζητήσεις για απόκτηση φρεγατών Beh@rra (θα επανέλθουμε) και για κοινή αμυντική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, άντε και λίγη ενθάρρυνση στην κατεύθυνση της διαπραγμάτευσης στο Eurogroup για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Όμως η οικονομική διάσταση της επίσκεψης αξίζει μια καταγραφή, ώστε να δούμε τι περιλαμβάνει εκτός από προθέσεις. Και τούτο επειδή σ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο, και πάντως μετά την επιδίωξη στενότερης συνεργασίας (στο κλίμα του Ελλάς-Γαλλία-Συμμαχία/Κωνσταντίνου Καραμανλή/Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, με καθοριστικό ρόλο για την ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας της Μεταπολίτευσης), η οικονομική παρουσία της Γαλλίας υπήρξε μια ιστορία κυκλικής κίνησης. Που βρέθηκε τελικά στο χαμηλό της σημείο τα τελευταία χρόνια.
Αν θυμηθεί κανείς ότι τις δεκαετίες του ‘60-’70 η βιομηχανική δομή της χώρας είχε ως ουσιαστικό πυλώνα την Pechiney/το κύκλωμα βωξίτη-αλουμίνας-αλουμινίου, που τελικά θα ήταν μνήμη αρχαία αν δεν είχε διασωθεί περιπετειωδώς από τον Όμιλο Μυτιληναίου (στα πλαίσια μιας περίπλοκης ισορροπίας παραγωγής ενέργειας και ενεργοβόρου μεταλλουργίας), ότι έφυγε ακόμη νωρίτερα η παραγωγή ηλεκτρισμού με γαλλική τεχνογνωσία στα υδροηλεκτρικά, βρίσκει τις ρίζες βαθιά, αλλά λησμονημένα. Η εισαγωγή τεχνολογίας SECAM στην τηλεόραση κατά τη Μεταπολίτευση δεν άνοιξε ηλεκτρονικούς δρόμους.
Η EDF και η ENGIE δεν ξανάπιασαν ουσιαστικά το νήμα στην ενέργεια. Πιο πρόσφατα, συνοδεύοντας την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, τόσο στην τραπεζική αγορά -Credit Agricole/Εμπορική, Societe Generale/Γενική- όσο και στο λιανεμπόριο -Carrefour, Prisunic- είχε υπάρξει σημαντική δραστηριοποίηση, όμως με εξίσου σημαντικές αποχωρήσεις (με κόστος ιδίως για τις τράπεζες, οι οποίες ούτως ή άλλως κεντρικά τσουρουφλίστηκαν από την περιπέτεια των ελληνικών ομολόγων, όσο κι αν εμείς με τα μνημόνια γευθήκαμε την άλλη πλευρά του κόστους!).
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι -κάπου 130- γαλλικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται τώρα στην Ελλάδα δεν αποτελούν κρίσιμη μάζα. Από τις κατασκευές -η Vinci επέμεινε έως τώρα- μέχρι τις φαρμακευτικές και καλλυντικών -L’ Oreal, Pierre Fabre, Sephora- από τις ασφαλιστικές -Groupama, AXA- μέχρι την Imerys στην επεξεργασία ορυκτών/διάδοχο σχήμα της S&B, ύστερα και της ΕΛΜΙΝ στους βωξίτες, αλλά και την πάγια παρουσία BIC και Air Liquide, η παρουσία υπάρχει. Όμως διεκδικήσεις έργων π.χ. στο Καστέλι ή τα περιφερειακά αεροδρόμια ή τη γραμμή 4 του Μετρό Αθηνών οδηγήθηκαν στο κενό. Ενώ και οι προσπάθειες της Suez στη διαχείριση αποβλήτων και την ύδρευση δεν πήγε μακριά.
Πάντως, άμα έρθει να συγκρίνει κανείς π.χ. με τη γερμανική παρουσία της Fraport στα περιφερειακά αεροδρόμια, της Hochtief στις κατασκευές και το στήσιμο του Ελ. Βενιζέλος, των Media Markt, SAP, Siemens, σε τομείς-κλειδιά, της Lufthansa στο πλαίσιο της Star Alliance με την Aegean, βλέπει τη γαλλογερμανική σύγκριση να «σκύβει» εντόνως. Και ας μη δούμε καν την ιστορία των γερμανικών ναυπηγήσεων, όπως κακοφόρμισε...
Γι’ αυτό, η πρόσφατη επίσκεψη Μητσοτάκη στο Παρίσι θα χρειαστεί πολλή δουλειά προκειμένου να μην καταλήξει «Ελλάς-Γαλλία-Αμηχανία». Η κεντρική σημασία της δραστηριοποίησης της TOTAL στους υδρογονάνθρακες, κυριότατα στα οικόπεδα νότια της Κρήτης, θα κριθεί από τη συνεργασία με ExxonMobil (όμως και από τη συνολική δέσμευση TOTAL στην Ανατολική Μεσόγειο: στο Οικόπεδο 8 Κυπριακής ΑΟΖ, όπου βρίσκεται μαζί με την ΕΝΙ, ποιες διαβεβαιώσεις απόκρουσης της τουρκικής παρουσίας/Γιαβούζ;).
Όσο για την προοπτική απόκτησης των δύο φρεγατών μεσαίου μεγέθους Beh@rra (με Ελληνικό LOI προς την -κρατική- ναυπηγική Naval), αυτή θα κριθεί από το ποιος/πώς θα «εγγυηθεί» τη χρηματοδότηση με 1,4 (γυμνά πλοία) έως 2,5 δισ. ευρώ (με τον πλήρη ψηφιακό ηλεκτρονικό εξοπλισμό -προωθημένο, όθεν το @- και με τα οπλικά συστήματά τους μέχρι Scalp Naval) με καίριο ερώτημα την τεχνική υποστήριξη. Πάλι οικονομική η ουσία.
Κατά τα άλλα, η εταιρική σχέση Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας/BpiFrance («συνοδεύει τις επιχειρήσεις να βλέπουν μακριά και φιλόδοξα») και η αναζήτηση δράσεων «πράσινης» ενέργειας και διαχείρισης αποβλήτων (η Γαλλία διαθέτει μέχρι και υπουργείο Οικολογίας και Ενεργειακής Μετάβασης) προϋποθέτουν πολλή δουλειά...