Πολιτιστικά
Τετάρτη, 29 Ιανουαρίου 2020 09:11

ValSia: «…Όποια κερδίσει, θα γίνει το πιο λαμπρό αστέρι της Κυψέλης!...»

Η μουσικοθεατρική ομάδα ValSia, που αποτελούν η Βαλέρια Δημητριάδου και η Αθανασία Κουρκάκη, παρουσιάζει τη νέα της δουλειά «The Proof Show» στο Red Jasper Theatre [Κεφαλληνίας 18, Κυψέλη].

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

Η μουσικοθεατρική ομάδα ValSia, που αποτελούν η Βαλέρια Δημητριάδου και η Αθανασία Κουρκάκη, παρουσιάζει τη νέα της δουλειά «The Proof Show» στο Red Jasper Theatre [Κεφαλληνίας 18, Κυψέλη].

Το «The Proof show» είναι εμπνευσμένο από το παραμύθι «Sole, Luna e Talia» από το «Pentamerone» του Τζιαμπατίστα Μπαζίλε.

Δύο κοπέλες, η Sole και η Luna, παίρνουν μέρος σ’ έναν διαγωνισμό, όπου πρέπει να αποδείξουν την αξία τους και να κερδίσει η καλύτερη. Ένας διοργανωτής κινεί τα νήματα, ο Maestro.  Πέντε ημέρες, πέντε δοκιμασίες. Οι κοπέλες εμφανίζονται κάθε βράδυ ζωντανά μπροστά στο κοινό για να διαγωνιστούν.

Οι όροι του Maestro είναι συγκεκριμένοι. Πρέπει να κερδίσει η καλύτερη. Και πρέπει, παρά την αντιζηλία τους, να δείχνουν αγαπημένες και να εκπέμπουν στο κοινό την αίσθηση ότι είναι συγκρότημα χρόνια. Αγαπημένες πάση θυσία. Ακόμη κι όταν τους αποκαλυφθεί ότι το έπαθλο δεν είναι αυτό που νόμιζαν αλλά η ίδια τους η ζωή. Η καλύτερη θα ζήσει.        

Ποια ανάγκη οδηγεί τον άνθρωπο στο να αποδείξει ότι αξίζει; Γιατί πρέπει συνέχεια να κρίνουμε και να κρινόμαστε; Γιατί η ευτυχία κάποιου να εξαρτάται τόσο πολύ από την αποδοχή ή μη των άλλων;

Το «The Proof Show», ενώ μοιάζει μ’ έναν απλό διαγωνισμό, στην πραγματικότητα είναι ένα οργανωμένο πείραμα που ερευνά την ανθρώπινη φύση και την αχαλίνωτη ανάγκη ενός «φαίνεσθαι» που συγκρούεται με το «είναι».

Η Βαλέρια Δημητριάδου και η Αθανασία Κουρκάκη μίλησαν μαζί μας.

Θα θέλατε να μας πείτε δύο λόγια για τη μεταξύ σας συνεργασία;

Βαλέρια Δημητριάδου: «Με την Αθανασία γνωριστήκαμε το 2012, όταν περάσαμε κι οι δύο στη Δραματική Σχολή του Εθνικού και η πρώτη μας επαφή ήταν... δραματική! Ήμασταν και είμαστε πολύ διαφορετικές και δεν την είχα συμπαθήσει καθόλου. Μου φαινόταν αφόρητη! Η αντιπάθεια αυτή, όμως, δεν κράτησε πολύ καιρό. Από το πρώτο κιόλας έτος αρχίσαμε να γνωρίζουμε καλύτερα η μία την άλλη, ώσπου σταδιακά γίναμε φίλες, σχεδόν αδελφές, και μετά τη Σχολή συνεργάτες. Η διαφορετικότητά μας, τελικά, είναι αυτό που μας συνδέει κι ας μαλώνουμε συχνά. Εμπιστευόμαστε πολύ η μία την άλλη κι έτσι μπορούμε να εξελισσόμαστε παρέα». 

Μιλήστε μας για το έργο.

Αθανασία Κουρκάκη: «Το “The Proof Show” είναι ένας μουσικός διαγωνισμός. Ο Maestro -ο διοργανωτής του διαγωνισμού-πειράματος, από τις χιλιάδες αιτήσεις, επιλέγει μόνο δύο κορίτσια, τη Sole και τη Luna -για δικούς του συγκεκριμένους λόγους, που αποκαλύπτονται στη μέση της  παράστασης. Τους ανακοινώνει τις δοκιμασίες κι αφού τραγουδήσουν, τις κρίνει. Αυτές από την άλλη, οφείλουν να δείχνουν πάντα τον καλύτερό τους εαυτό, να είναι ενωμένες και να μην έχουν κανέναν ανταγωνισμό. Το έπαθλο του διαγωνισμού είναι μοναδικό. Όποια κερδίσει, θα γίνει το πιο λαμπρό αστέρι της Κυψέλης! Ή τουλάχιστον αυτό νομίζουν τα κορίτσια».

Ποια μεγάλα, κεντρικά θέματα προσεγγίζει στον πυρήνα του;

Β.Δ.: «Το βασικό θέμα της παράστασης είναι η έννοια της ματαιοδοξίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τον ανταγωνισμό, την υπερπροβολή του Εγώ, την έννοια της κριτικής... Δεν ξέρω αν είναι ένα θέμα που μας αφορά τόσο επειδή είμαστε ηθοποιοί, πάντως σίγουρα είναι κάτι που υπάρχει πολύ γύρω μας και μας απωθεί. Νιώθω συχνά σα να έχει χαθεί το νόημα των πραγμάτων. Λες και όλα γύρω μας τρέχουν προς ένα τελικό αποτέλεσμα, με αποτέλεσμα η διαρκής ανάγκη επίτευξης στόχων να εξουδετερώνει όλα τα υπόλοιπα. Έλα, όμως, που τα υπόλοιπα είναι πολύ πιο σημαντικά. “Στην απλότητα βρίσκεται η ευτυχία” λέει ο Ελύτης».

Η παράσταση είναι εμπνευσμένη από το έργο «Sole, Luna e Talia» του Τζιαμπατίστα Μπαζίλε  -που είναι η πρώτη εκδοχή της «Ωραίας Κοιμωμένης». Δυο λόγια σας για αυτή τη σύνδεση;

Α.Κ.: «Αγαπάμε πολύ τα κλασικά παραμύθια και μας αρέσει να ψάχνουμε τις αρχικές εκδοχές τους, που στην πραγματικότητα είναι πολύ σκοτεινές και δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που διαβάζαμε όταν ήμασταν παιδιά. Μας κέντρισε πολύ το ενδιαφέρον αυτή η πρώτη εκδοχή της “Ωραίας Κοιμωμένης”, καθώς σ’ αυτήν ο Πρίγκιπας δεν την ξυπνάει μαγικά με το φιλί του όσο κοιμάται, αλλά τη βιάζει. Εκείνη μένει έγκυος και ξυπνάει με το που γεννήσει τα δυo της παιδιά -τον Ήλιο και το Φεγγάρι. Δεν μπορώ να σας πω πώς συνδέεται η συγκεκριμένη ιστορία με την παράστασή μας, μπορώ όμως να πω, πως η Sole και η Luna είναι οι Ωραίες Κοιμωμένες του σήμερα. Που έχουν τσιμπηθεί από το δηλητήριο της ματαιοδοξίας και έχουν ως στόχο να φτάσουν όσο πιο ψηλά μπορούν, για να ευτυχήσουν».

Μια περιγραφή σας για τη Sole;

Β.Δ.: «Είμαι η Sole και είμαι 19 χρονών. Αγαπώ τη μουσική από μικρή. Ο μπαμπάς μου μού χει πει, μάλιστα, πως όταν γεννήθηκα και είχα μόλις βγει από τη μήτρα της μητέρας μου κουνούσα τα δαχτυλάκια μου στον αέρα σα να παίζω πιάνο. Θεωρεί πως είμαι ένα παιδί θαύμα, σαν τον Μότσαρτ, που είναι και από τους αγαπημένους μου. Αγαπημένο μου έργο είναι οι “Τέσσερις Εποχές” του Βιβάλντι και το “Μια πόρτα για τον ουρανό” της Έλενας Παπαρίζου. Ξέρω να μιλάω αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά, να χορεύω μπαλέτο, να κουρεύω, να βάφω, να χοροπηδάω, να παίζω επιτραπέζια, να αλητεύω και να τρέχω στα πάρκα. Πιο πολύ απ’ όλα, όμως, μ’ αρέσει να βοηθάω τον πατέρα μου στη δουλειά, γιατί μεγαλώσαμε σε πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες και τον ευχαριστώ πάρα πολύ που, παρά τις δυσκολίες, έκανε τα κουμάντα του και πλήρωνε τα ωδεία και όλες μου τις ανάγκες, γι’ αυτό κι εγώ δεν πήγα να σπουδάσω στη Νέα Υόρκη, όπως ήθελα, κι έμεινα εδώ να τον βοηθάω στο πάρκινγκ. Ήρθα εδώ για να κερδίσω. Τίποτα δε με σταματά. Πάμε για τη νίκη».

 Και μία για τη  Luna;

Α.Κ.: «Eίμαι η Luna, είμαι 19 χρονών και τραγουδάω από μικρή. Μ’ αρέσει να τραγουδάω στο μπάνιο, μ’ αρέσει να περπατάω και να τραγουδάω και να παίζω μουσική στον δρόμο  και τον τελευταίο χρόνο ερμηνεύω σε μεγάλες μουσικές σκηνές. Αγαπώ πολύ τη ροκ, τη μέταλ, τη χιπ χοπ, την τζαζ αλλά η μεγάλη μου αγάπη είναι το ρεμπέτικο. Όπως είπα, έχω τραγουδήσει σε μεγάλες σκηνές με σπουδαίους καλλιτέχνες όπως την Τούλα Σαβρωντίδου και τον Αθανάσιο Τσούγκανο. Έχω προσπαθήσει να μάθω πολλά μουσικά όργανα. Πιάνο, το σταμάτησα. Κιθάρα, τη σταμάτησα. Φλάουτο, το σταμάτησα. Ντιτζεριντού, το σταμάτησα. Μόνο η ταραμπούκα με κέρδισε και τώρα μαθαίνω ντραμς. Αγαπώ πολύ τη μαμά μου και τη βοηθάω στο μαγαζί της. Μ’ έχει στηρίξει πολύ στον αγώνα κι όποτε δεν είναι καλά της απαγγέλω ποίηση.  Ήρθα εδώ για να κερδίσω. Τίποτα δε με σταματά. Πάμε για τη νίκη».

Κάποιο σχόλιο για τη σκηνοθετική προσέγγιση του Κωνσταντίνου Ασπιώτη;

Β.Δ.:  «Ο Κωνσταντίνος είναι αξιοθαύμαστος. Είχε από την πρώτη στιγμή ψυχραιμία και άπειρο επαγγελματισμό σ’ όποιο πρόβλημα κι αν αντιμετωπίσαμε, χωρίς να μας μεταδίδει καμία αγωνία του. Ήταν ανοιχτός σε ό,τι κι αν του προτείναμε και μας ενθάρρυνε, χωρίς να μας μπλοκάρει ούτε στιγμή. Όσον αφορά τη σκηνοθεσία του εγχειρήματος, έκανε πραγματικά τα πάντα ώστε να περάσει αυτό που είχαμε κατά νου. Να υπάρχει δηλαδή σκηνικά αυτός ο διττός κόσμος του σκοτεινού παραμυθιού-πειράματος και της πραγματικότητας ενός σόου. Τον θαυμάζω και μακάρι να τύχει να συνεργαστούμε ξανά».

Θα μας περιγράψετε μια σκηνή  από την παράσταση;

Α.Κ.: «Ο Μaestro οργανώνει το παιχνίδι. Βάζει δοκιμασίες με διάφορα είδη μουσικής, εμείς δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό και έπειτα μας κρίνει. Στα μισά της παράστασης, έρχεται μια μικρή ανατροπή που είναι και μία από τις αγαπημένες μου σκηνές. Έρχεται μια στιγμή, λοιπόν, που ζητείται από το κοινό να μας κρίνει εκείνο και να ψηφίσει την καλύτερη. Στόχος μας είναι να κάνουμε συνένοχο το θεατή, να τον ταρακουνήσουμε και, πάνω από όλα, να τον διασκεδάσουμε».

Μια σκέψη σας για τη σύνδεση της ευτυχίας μας με την αποδοχή μας από τους  άλλους;

Β.Δ.: «Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον και θεωρώ πως είναι στη φύση του και είναι απολύτως λογικό το να θέλει να είναι αποδεκτός από τους γύρω. Απλώς, όλο αυτό θέλει μια ισορροπία και μια διαρκή ενδοσκόπηση. Δεν μπορούμε να αποζητούμε την αποδοχή από τους γύρω αν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε αποδεχτεί τους εαυτούς μας, με τις αδυναμίες και τις ατέλειές μας. Όταν, λοιπόν, τα βρίσκεις κάπως με τον εαυτό σου, δεν απογοητεύεσαι τόσο αν δεν αρέσεις σε όλους, είσαι πιο ανοιχτός στην κριτική και έχεις γύρω σου ανθρώπους που έχεις πραγματικά ανάγκη. Που τους εκτιμάς και σε εκτιμούν γι’ αυτό που είσαι κι όχι γι’ αυτό που δείχνεις».

Ταυτότητα Παράστασης:

Σύλληψη ιδέας- Κείμενο: ValSia 

Σκηνοθετική επιμέλεια: Κωνσταντίνος Ασπιώτης 

Σκηνογραφία – Ενδυματολογία: Δήμος Κλημενώφ 

Διασκευές μουσικών κομματιών: VaISia

Κίνηση: Ειρήνη Ερωφίλη Κλέπκου

Ερμηνεύουν:

Sole: Βαλέρια Δημητριάδου

Luna: Αθανασία Κουρκάκη

Cobra: Αρετή Τίλη

Maestro:  Νίκος Χατζόπουλος (σε video προβολή)