Ποιο είναι το βασικό προσόν που πρέπει να έχει ένας ηγέτης που γίνεται δεκτός από τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο; Το να είναι καλά διαβασμένος είναι απαραίτητο. Η αυτοπεποίθηση, ο αέρας, η άνεση, η διάθεση να κολακεύσει τον Αμερικανό πρόεδρο, αλλά και η ικανότητα να του χτυπήσει τα «καμπανάκια» που χρειάζονται, βοηθούν επίσης. Αλλά τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από τη... στωικότητα, γράφει η Νατάσα Στασινού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ποιο είναι το βασικό προσόν που πρέπει να έχει ένας ηγέτης που γίνεται δεκτός από τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο; Το να είναι καλά διαβασμένος είναι απαραίτητο. Η αυτοπεποίθηση, ο αέρας, η άνεση, η διάθεση να κολακεύσει τον Αμερικανό πρόεδρο, αλλά και η ικανότητα να του χτυπήσει τα «καμπανάκια» που χρειάζονται, βοηθούν επίσης. Αλλά τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από τη... στωικότητα.
Μετά την ευγενική υποδοχή και τις πρώτες φιλοφρονήσεις για τις «υπέροχες» χώρες, τους «σπουδαίους συμμάχους» και τους «καλούς φίλους», ο κάθε ηγέτης καλείται να ακούσει για περίπου 20 με 30 λεπτά τον Αμερικανό πρόεδρο να εξαπολύει επιθέσεις κατά τρίτων χωρών, να ξεσπάει κατά των Δημοκρατικών για κυνήγι μαγισσών, να κατηγορεί πρώην συνεργάτες για ψέματα, διαφθορά, προδοσία, να υπεραμύνεται αμφιλεγόμενων αποφάσεών του, που δεν έχουν καμία σχέση με τον προσκεκλημένο του, ή ακόμη και να... διαφημίζει τα θέρετρά του. Ναι, ακόμη και αυτό έχει κάνει, έχοντας απέναντί του τόσο τον Ιρλανδό πρωθυπουργό, Λέο Βαράντκαρ, όσο και τον Γάλλο πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν.
Ο τελευταίος δεν έχει διστάσει on camera αντιπαράθεση σε υψηλούς τόνους με τον Αμερικανό ομόλογό του. Άλλοι πάλι έχουν μείνει αμίλητοι και αμήχανοι για ώρα, όπως συνέβη με τον Φινλανδό πρόεδρο, Σάουλι Νιινίστο.
Και ας πάμε στα δικά μας. Η εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη να παρακολουθεί τον Αμερικανό πρόεδρο να παραχωρεί ουσιαστικά μόνος του για περίπου είκοσι λεπτά συνέντευξη Τύπου για όσα ο ίδιος είχε κατά νου ότι θέλει να πει, σίγουρα δεν ήταν κολακευτική για τον Έλληνα πρωθυπουργό. Για όσους ωστόσο έχουν παρακολουθήσει τις συναντήσεις Τραμπ ήταν γνώριμη και μάλλον αναμενόμενη.
Το γεγονός ότι ο οικοδεσπότης δεν θέλησε να στείλει δημοσίως κανένα μήνυμα στην Τουρκία θα έπρεπε επίσης να είναι αναμενόμενο, όσο και εάν απογοητεύει ορισμένους. Ο Τραμπ δεν έκρυψε ποτέ (ούτε καν στη συνάντησή του με τον Αλέξη Τσίπρα) την προσωπική χημεία που έχει με τον «φίλο» Ταγίπ Ερντογάν, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος έχει επιλέξει εδώ και καιρό να ενταχθεί στον άξονα Ρωσίας-Ιράν.
Τι ήταν λοιπόν η επίσκεψη στον Λευκό Οίκο; Φιάσκο, όπως καταγγέλλει η αντιπολίτευση, ή κέρδος, όπως διατείνεται η κυβέρνηση; Την απάντηση τη γνωρίζουν όσοι ήταν στη συνάντηση που προηγήθηκε των δηλώσεων στις κάμερες. Και θα τη μάθουμε και εμείς από τις εξελίξεις των επόμενων μηνών. Το εάν ο Αμερικανός πρόεδρος όντως πείστηκε πως εμείς είμαστε ο «σταθερός εταίρος» σε έναν «περίπλοκο κόσμο» δεν θα αργήσει να φανεί.