Τα αναμμένα τζάκια είναι για πολλούς συνυφασμένα με τη γιορτινή ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων. Όμως, ο καπνός που παράγουν συμβάλλει σημαντικά στη μείωση της ποσότητας του οξυγόνου στον αέρα και έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία, ιδιαίτερα όσων πάσχουν από αναπνευστικές νόσους και καρδιαγγειακές παθήσεις. Και δεν είναι μόνο αυτά, καθώς σε συνάρτηση με εξατμίσεις των αυτοκινήτων, τη βιομηχανική δραστηριότητα και τις πυρκαγιές προκαλείται μια επικίνδυνη για την υγεία αιθαλομίχλη.
Τα αναμμένα τζάκια είναι για πολλούς συνυφασμένα με τη γιορτινή ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων. Όμως, ο καπνός που παράγουν συμβάλλει σημαντικά στη μείωση της ποσότητας του οξυγόνου στον αέρα και έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία, ιδιαίτερα όσων πάσχουν από αναπνευστικές νόσους και καρδιαγγειακές παθήσεις. Και δεν είναι μόνο αυτά, καθώς σε συνάρτηση με εξατμίσεις των αυτοκινήτων, τη βιομηχανική δραστηριότητα και τις πυρκαγιές προκαλείται μια επικίνδυνη για την υγεία αιθαλομίχλη.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι περισσότεροι από 7 εκατομμύρια πρόωροι θάνατοι ετησίως έχουν τα αίτιά τους στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Ο λόγος είναι ότι η εισπνοή μικροσκοπικών σωματιδίων μπορεί να ενεργοποιήσει τη φλεγμονή στους πνεύμονες και στο κυκλοφορικό σύστημα.
Οι ρύποι που προκαλούν μεγαλύτερη ανησυχία για τη δημόσια υγεία περιλαμβάνουν αιωρούμενα σωματίδια όπως, το όζον, το διοξείδιο του αζώτου και το διοξείδιο του θείου. Τα σωματίδια διεισδύουν στους πνεύμονες και εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος επιφέροντας καρδιαγγειακές, εγκεφαλικές και αναπνευστικές επιπτώσεις. Τουλάχιστον το 70% των πρόωρων θανάτων οφείλονται σε καρδιακές προσβολές και αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Το 2013, τα αιωρούμενα σωματίδια θεωρήθηκαν ως αιτία καρκίνου του πνεύμονα από τον Διεθνή Οργανισμό για την Έρευνα στον Καρκίνο (IARC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Πρόσφατα, μια μελέτη φοιτητών στη Σαγκάη έδειξε ότι οι βιοδείκτες φλεγμονής τους σημείωσαν αισθητή επιδείνωση μετά από μόλις δύο ημέρες έκθεσης σε αερομεταφερόμενα σωματίδια.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, στις ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες τόσο η μακροπρόθεσμη όσο και η βραχυπρόθεσμη έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να οδηγήσει σε δυσχέρεια αναπνευστικής λειτουργίας, αναπνευστικές λοιμώξεις και επιδεινούμενο άσθμα. Οι έγκυες έχει διαπιστωθεί ότι όταν εισπνέουν μολυσμένο αέρα διακινδυνεύουν το σωματικό βάρος του παιδιού τους να είναι χαμηλό και να γεννήσουν πρόωρα. Υπάρχουν δε ολοένα αυξανόμενες ενδείξεις ότι οι ατμοσφαιρικοί ρύποι μπορεί να επηρεάσουν τη νευρολογική ανάπτυξη των παιδιών.
Στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις κάθε χρόνο γίνονται μετρήσεις και διαπιστώνεται ότι οι τοξικοί ρύποι στον αέρα υπερβαίνουν τις μέσες τιμές που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Και δυστυχώς, παρά τις προειδοποιήσεις των αρχών, ελάχιστα γίνονται για την πρόληψη σχηματισμού της αιθαλομίχλης.
Η καλύτερη επιλογή σε αυτές τι περιπτώσεις είναι να αναπνέουμε από τη μύτη και όχι από το στόμα, λένε οι ειδικοί. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι που αδυνατούν να αναπνεύσουν από τη μύτη, λόγω ανατομικών προβλημάτων, ρινικού προβλήματος ή υπερβολικά μεγάλου μεγέθους γλώσσας, συχνά ακόμη και λόγω καταστάσεων άγχους, ενστικτωδώς επιλέγουν τη στοματική αναπνοή. Ο αέρας, όμως, εισέρχεται στους πνεύμονες αφιλτράριστος, με μικροσωματίδια και αυτό είναι αρκετά επιβλαβές για τον οργανισμό. Εκτός αυτού, η εισπνοή από το στόμα οδηγεί σε μεγαλύτερη ποσότητα αναπνεόμενου αέρα από το επιθυμητό, δύο έως τρεις φορές περισσότερο απ’ ότι χρειάζεται ο οργανισμός, με αποτέλεσμα φαινόμενα αναπνευστικής κόπωσης και λαχάνιασμα. H καθιστική ζωή επιτείνει το πρόβλημα. Ο υπεραερισμός μολυσμένου αέρα επιτρέπει την εισαγωγή περισσότερων ρύπων στους πνεύμονες και στην κυκλοφορία του αίματος, οπότε οι επιπτώσεις είναι δυσμενέστερες.
Όπως μας εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας η εισροή μεγαλύτερου όγκου αέρα αποτελεί, εξάλλου, σημαντικό πρόβλημα υγείας από μόνο του, διότι προκαλεί διαταραχή των αερίων του αίματος και του pH, αποσταθεροποιώντας το αίμα, τη χημεία του εγκεφάλου και την καλή αναπνευστική και καρδιακή λειτουργία, παρεμβαίνοντας στην υγιή λειτουργία του σώματος. Τα άτομα που δεν έχουν ρινικά προβλήματα έχουν τη δυνατότητα να αποφύγουν προβλήματα υγείας που απορρέουν από την εισπνοή των μικροσωματιδίων. Για εκείνους, όμως, που η ρινική αναπνοή δεν είναι δυνατή, λόγω ανατομικών προβλημάτων και άλλων παθήσεων, συστήνεται η χειρουργική θεραπεία που τις περισσότερες φορές είναι μονόδρομος.
Υπάρχουν πολλές αιτίες που κάποιος δεν μπορεί να αναπνεύσει από τη μύτη. Η σκολίωση ρινικού διαφράγματος, η υπερτροφία ρινικών κογχών και η σύμπτωση ρινικής βαλβίδας είναι κάποιες από τις πιο συχνές. Όπως επισημαίνει ο Δρ. Γεώργιος Μοιρέας, οι σύγχρονες χειρουργικές τεχνικές επιτρέπουν την ανώδυνη και μόνιμη διόρθωσή του, με την αφαίρεση ή/και τη μετακίνηση στην προβλεπόμενη θέση, του χόνδρινου και του οστέινου τμήματος του διαφράγματος και την καυτηρίαση των κάτω ρινικών κογχών, παρεμβάσεις που αλλάζουν την αρχιτεκτονική του εσωτερικού της μύτης και επιτρέπουν τη δραστική αύξηση της ποσότητας του αέρα που εισπνέεται.