Κοινωνία
Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου 2019 16:32

Υπ. Εργασίας: Αλλάζει το σύστημα προστίμων για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας

Νέο σύγχρονο πλαίσιο κυρώσεων και προστίμων στις επιχειρήσεις σχεδιάστηκε από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, σε συνεργασία με το ΣΕΠΕ, στο πλαίσιο της απόφασης για ισχυροποίηση του ελεγκτικού μηχανισμού (Επιθεώρηση Εργασίας) κι αποτελεσματική εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας.

Νέο σύγχρονο πλαίσιο κυρώσεων και προστίμων στις επιχειρήσεις για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας σχεδιάστηκε από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, σε συνεργασία με το ΣΕΠΕ, στο πλαίσιο της απόφασης για ισχυροποίηση του ελεγκτικού μηχανισμού (Επιθεώρηση Εργασίας) κι αποτελεσματική εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας.

Σύμφωνα με το υπουργείο, «είναι κοινά αποδεκτό ότι το σύστημα επιβολής κυρώσεων που εφαρμοζόταν μέχρι σήμερα εμφάνιζε μεγάλες δυστοκίες και προβλήματα, ιδιαίτερα δε μετά από ερασιτεχνικές παρεμβάσεις της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας. Επρόκειτο για ένα σύστημα που, καθώς βασίζονταν σε πολύπλοκους μαθηματικούς υπολογισμούς και υποκειμενικές εκτιμήσεις, οδηγούσε σε κραυγαλέες αδικίες και αποκλίσεις προστίμων για την ίδια παράβαση, δεν αξιολογούσε σωστά την ουσιαστική βαρύτητα των παραβάσεων και δημιουργούσε, στην πράξη, αίσθημα "ανασφάλειας δικαίου" σε όλους, αφού σχεδόν κανένας εργοδότης δεν γνώριζε από πριν το ακριβές ύψος του προστίμου για κάθε παράβαση που διαπίστωνε η Επιθεώρηση Εργασίας στην επιχείρησή του. 

Πλεόν, το νέο σύστημα έχει, όπως σημειώνεται, τα εξής χαρακτηριστικά:

Αντικειμενικότητα και απλότητα:

Κάθε παράβαση διάταξης της εργατικής νομοθεσίας με βάση τη βαρύτητά της και τον αριθμό εργαζομένων που πλήττονται από αυτή αντιστοιχίζεται με συγκεκριμένο χρηματικό ποσό. Η σοβαρότητα της παράβασης περιγράφεται κι αξιολογείται στην Υπουργική Απόφαση, ενώ με βάση τη βαρύτητά της ορίζεται συγκεκριμένο ποσό προστίμου, το οποίο ο Επιθεωρητής Εργασίας καλείται να επιβάλει, εφαρμόζοντας ευθέως την απόφαση. Θεσπίζεται, δηλαδή, ένα σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού των προστίμων και εξαλείφονται τα υποκειμενικά κριτήρια, με στόχο να επιβάλλεται για όμοιες περιπτώσεις πρόστιμο της ίδιας βαρύτητας, να γνωρίζουν οι εργοδότες εκ των προτέρων το ακριβές ύψος του πρόστιμου για κάθε συγκεκριμένη παράβαση, και εν τέλει σε ένα πλαίσιο διαφάνειας και σαφήνειας να προστατεύονται τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά και να διασφαλίζεται ο υγιής ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων.

Αναλογικότητα κι αποτελεσματική προστασία των εργαζομένων:

Τα συγκεκριμένο ύψος του προστίμου θα είναι ανάλογο με τη διαπιστωθείσα παράβαση, συναρτώμενο, σε κάθε περίπτωση, με τον αριθμό των εργαζομένων που αφορά η παράβαση.

Θεραπεύεται έτσι η στρέβλωση του προηγούμενου  συστήματος, που κλιμάκωνε το πρόστιμο κυρίως με βάση το μέγεθος της επιχείρησης, λαμβάνοντας ελάχιστα υπόψη τον πλέον σημαντικό παράγοντα: την έκταση της παράβασης, δηλαδή των αριθμό των εργαζομένων που πλήττονται από την παράβαση.

Αυστηροποίηση προστίμων για σοβαρές παραβάσεις:

Έμφαση δίνεται στις σοβαρές παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας που αφορούν την αμοιβή της εργασίας, τον χρόνο και τους όρους εργασίας των εργαζομένων, στις οποίες το πρόστιμο αυξάνεται προοδευτικά με τον αριθμό των εργαζομένων που θίγονται από αυτές. Με το νέο σύστημα δίνεται έμφαση στον αριθμό των θιγομένων εργαζομένων, αλλά και στις παραβάσεις που πλήττουν μερικώς απασχολούμενους και ομάδες ειδικής προστασίας, όπως εγκύους, μητέρες, ανηλίκους, συνδικαλιστικά στελέχη, επιβάλλοντα δε αυστηρά πρόστιμα σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων τους.

Κεντρική προτεραιότητα συνιστά η αντιμετώπιση της υποδηλωμένης εργασίας με αυστηρές κυρώσεις σε περιπτώσεις μη δηλωθείσας απασχόλησης πέραν του συμφωνηθέντος ωραρίου μερικής απασχόλησης. Έτσι, σε συνδυασμό με το ήδη εφαρμοζόμενο μέτρο της προσαύξησης 12% για κάθε επιπλέον ώρα απασχόλησης πέραν των συμφωνημένων, διαμορφώνεται, σύμφωνα με το υπουργείο, ένα συνεκτικό πλέγμα προστασίας της μερικής απασχόλησης και αποτροπής φαινομένων υποδηλωμένης εργασίας.

Επίσης, θεσπίζεται διαφορετικού μεγέθους κύρωση για την παράτυπη υπερεργασία έναντι της  παράτυπης υπερωρίας, αξιολογώντας τη διαφορετική απαξία των παραβάσεων με βάση τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, εκτιμώντας το γεγονός ότι η υπερεργασία είναι έκτακτη απασχόληση που εμπίπτει στο νόμιμο ωράριο έναντι της υπερωρίας που το υπερβαίνει και ισχύει υπό προϋποθέσεις. Ταυτόχρονα, καθίσταται για πρώτη φορά εφαρμόσιμη με δίκαιο τρόπο για όλες τις επιχειρήσεις η επιβολή αυστηρών κυρώσεων ανά θιγόμενο για την παράτυπη υπερωρία, με συνέπεια προς την αρχή της αναλογικότητας και της ισότητας, δηλαδή με πρόστιμο που κλιμακώνεται αποκλειστικά με τον αριθμό των εργαζομένων που βρέθηκαν να εργάζονται υπερωριακά και όχι με το σύνολο του προσωπικού.

Απλούστευση και διαφάνεια του συστήματος:

Καταργείται η ισχύουσα μέθοδος υπολογισμού με σύνθετους και μαθηματικούς υπολογισμούς και πράξεις (αλγορίθμους). Οι επιχειρήσεις με το νέο σύστημα έχουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν το συγκεκριμένο πρόστιμο που θα κληθούν να πληρώσουν σε περίπτωση που παραβούν την εργατική νομοθεσία και υπάρχει ευχέρεια για έλεγχο της ορθότητας του υπολογισμού των προστίμων.

Διευκόλυνση του έργου  των Επιθεωρητών Εργασίας:

Οι Επιθεωρητές Εργασίας θα επιβάλλουν το πρόστιμο όπως το ορίζει συγκεκριμένα η Υπουργική Απόφαση, με συνέπεια την αποφυγή αμφισβητήσεων και τον περιορισμό δικαστικής προσβολής του.

Εξάλειψη συγκεκριμένων στρεβλώσεων:

α) Κατάργηση των  υποκειμενικών απροσδιορίστων κριτηρίων και αποφυγή ενδεχόμενης καταχρηστικής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των Επιθεωρητών κατά την επιβολή των κυρώσεων και

β) Κατάργηση της επιβολής κυρώσεων με βάση το μέγεθος της επιχείρησης πανελλαδικά, καθώς οδηγούσε στην επιβολή βαρύτατων, πολλαπλάσιων της πραγματικής παράβασης προστίμων σε επιχειρήσεις που διατηρούν αλυσίδα καταστημάτων ή εμφανίζουν διασπορά εγκαταστάσεων ή μεγάλο αριθμό εργαζομένων, ακόμη και εάν η παράβαση αφορούσε π.χ. έναν μόνο εργαζόμενο.

Σε κάθε περίπτωση, όπως υπογραμμίζει το υπουργείο, σκοπός της αλλαγής του συστήματος επιβολής κυρώσεων είναι η αποτροπή της παραβατικότητας, «αλλά με κατάλληλα για τον επιδιωκόμενο σκοπό πρόστιμα, τα οποία είναι διαβαθμισμένα ώστε να είναι δίκαια, να επιτυγχάνουν συμμόρφωση και όχι να έχουν στυγνό εισπρακτικό χαρακτήρα».

Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, το υπουργείο θα προχωρήσει σε ανάλογες προσαρμογές και στο σύστημα επιβολής προστίμων που επιβάλλονται από τους Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας του ΣΕΠΕ, θεραπεύοντας παρόμοιες αδυναμίες και παθογένειες του ισχύοντος συστήματος επιβολής προστίμων που εφαρμόζεται για παραβάσεις ασφάλειας και υγείας στην εργασία.

«Μηδενική ανοχή, λοιπόν, στην παραβατικότητα. Όλοι οι νόμιμοι εργοδότες που συμμορφώνονται με τις προβλέψεις της νομοθεσίας για τις εργασιακές σχέσεις και την υγεία και ασφάλεια στους χώρους εργασίας, δεν έχουν να φοβηθούν απολύτως τίποτε. Θα στηριχθούν ακόμη περισσότερο. Αντίθετα, όσοι συνειδητά παρανομούν σε βάρος των εργαζομένων, θα βρουν απέναντί τους το υπουργείο Εργασίας και την Επιθεώρηση Εργασίας» ξεκαθαρίζει το υπουργείο.

Για μια «νέα αρχιτεκτονική» στο σύστημα επιβολής κυρώσεων και προστίμων για τις παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας προκειμένου να εκσυγχρονιστεί το ελεγκτικό έργο των επιθεωρητών του ΣΕΠΕ, να προστατευτούν καλύτερα τα δικαιώματα των εργαζομένων και να διευκολυνθεί το θεσμικό και οργανωτικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργούν οι επιχειρήσεις στη χώρα, έκανε  λόγο ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννης Βρούτσης. Όπως είπε, το νέο σύστημα θα είναι «απλό και διαφανές, αναλογικό, αντικειμενικό και το κυριότερο θα εξαλείφει στρεβλώσεις του προηγούμενου συστήματος. Με αυτόν τον τρόπο, πραγματοποιούμε άλλη μία διαρθρωτική αλλαγή στο υπουργείο και δημιουργούμε ένα σύγχρονο πλαίσιο προς όφελος των εργαζομένων, των συνεπών επιχειρήσεων και παράλληλα διευκολύνουμε και κάνουμε αποτελεσματικότερο το έργο του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας» επισήμανε ο υπουργός.

Με τη σειρά της, η γενική γραμματέας, Άννα Στρατινάκη, σημείωσε ότι το νέο πλαίσιο για τα επιβαλλόμενα πρόστιμα για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας «αποτελεί τομή, διότι απαλείφονται στρεβλώσεις και αδικίες του συστήματος, δημιουργώντας ένα περιβάλλον δίκαιο κι απλό, ταυτόχρονα όμως και αποτρεπτικό για μελλοντικές παραβάσεις, υπερασπιζόμενο τα εργασιακά δικαιώματα, υποχρεώνοντας τους εργοδότες, μικρούς και μεγάλους, να ακολουθούν απαρεγκλίτως τους κανόνες της εργατικής νομοθεσίας σε κλίμα εργασιακής ειρήνης».