Αφιερώματα
Παρασκευή, 20 Δεκεμβρίου 2019 10:34

Μέσω ΕΣΕΚ η υλοποίηση της Ατζέντας του ΟΗΕ στην Ελλάδα

Κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 υπόσχεται το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που προωθεί απολιγνιτοποίηση μέχρι το 2028 και αύξηση του μεριδίου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο 35% του ενεργειακού μίγματος της χώρας μέχρι το 2030 - έτος για το οποίο τίθενται “ενδιάμεσοι” στόχοι για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 υπόσχεται το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που προωθεί απολιγνιτοποίηση μέχρι το 2028 και αύξηση του μεριδίου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο 35% του ενεργειακού μίγματος της χώρας μέχρι το 2030 - έτος για το οποίο τίθενται “ενδιάμεσοι” στόχοι για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Με επενδύσεις 43,8 δισ. ευρώ αυτό το σχέδιο αποτελεί τον πυρήνα της εθνικής στρατηγικής για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη και την υιοθέτηση των 17 Παγκόσμιων Στόχων της Ατζέντας του ΟΗΕ.

Η ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το ΕΣΕΚ ως το βασικό εργαλείο πάνω στο οποίο θα σχεδιαστεί η εθνική πολιτική για την Ενέργεια και το Κλίμα για την επόμενη δεκαετία, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και τους στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ.

Πρόκειται για οδικό χάρτη για την επίτευξη συγκεκριμένων ποσοτικών και ποιοτικών στόχων, ο οποίος περιγράφει προτεραιότητες και μέτρα πολιτικής σε ένα ευρύ φάσμα αναπτυξιακών και οικονομικών δραστηριοτήτων προς όφελος της κοινωνίας.

Το ΕΣΕΚ καθορίζει φιλόδοξους εθνικούς στόχους για τους ενεργειακούς στόχους έως το 2030, τόσο σε σχέση με το αρχικό σχέδιο ΕΣΕΚ του Ιανουαρίου που είχε σταλεί για αξιολόγηση προς τις υπηρεσίες της Ε.Ε., όσο και σε σχέση με τους στόχους που έχει θέσει η Ε.Ε. για να γίνει δυνατή η μετάβαση σε μια οικονομία κλιματικής ουδετερότητας έως το έτος 2050.

Με βάση το σχέδιο, στόχος είναι το μερίδιο των ΑΠΕ στην Ακαθάριστη Τελική Κατανάλωση Ενέργειας να υπερβαίνει το 35% το 2030 (σχεδόν διπλάσιο από το σημερινό 18%) από 31% που προέβλεπε το αρχικό σχέδιο και έναντι 32% που είναι ο κεντρικός ευρωπαϊκός στόχος. Επίσης στόχος είναι το μερίδιο ΑΠΕ στην Ακαθάριστη Τελική Κατανάλωση Ηλεκτρικής Ενέργειας να κυμαίνεται σε 61%-64% από 56% στο αρχικό σχέδιο και η Τελική Κατανάλωση Ενέργειας να κυμαίνεται σε 16,1 με 16,5 Mtoe ή πάνω από 38% έναντι 32%-35% στο αρχικό σχέδιο και 32,5% του ευρωπαϊκού στόχου.

Οι βασικοί ποσοτικοί στόχοι πολιτικής που τίθενται για την περίοδο έως το 2030, αποτελούν παράλληλα “ενδιάμεσους” στόχους για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2050, όπου ο στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι να συμμετέχει στη δέσμευση για μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία σε επίπεδο Ε.Ε.

Οι προτεραιότητες και τα μέτρα πολιτικής διατρέχουν τις έξι διαστάσεις της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης:

  1. Κλιματική Αλλαγή και Εκπομπές Αερίων του Θερμοκηπίου
  2. Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
  3. Βελτίωση Ενεργειακής Απόδοσης
  4. Ασφάλεια Ενεργειακού Εφοδιασμού
  5. Αγορά Ενέργειας
  6. Έρευνα, Καινοτομία και Ανταγωνιστικότητα 

Και επιπρόσθετα τον Αγροτικό Τομέα, τη Ναυτιλία και τον Τουρισμό. Έτσι επιτυγχάνεται:

  • Η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης σε όλους τους κλάδους της οικονομίας
  • Ο συνδυασμός της ανάπτυξης του ενεργειακού τομέα με την περιβαλλοντική προστασία μέσω λήψης αποφασιστικών μέτρων για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής
  • Η επιλογή πολιτικών με τη βέλτιστη σχέση κόστους-οφέλους για την ενεργειακή μετάβαση
  • Η μετατροπή της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο με ισχυρή συμβολή στην ενεργειακή ασφάλεια και ασφάλεια εφοδιασμού της Ε.Ε.
  • Η στρατηγική διαφοροποίησης των εισαγωγών ενέργειας, παράλληλα με τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών και την άρση της ενεργειακής απομόνωσης των νησιών
  • Η δημιουργία ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος για την υποστήριξη στην ενεργειακή μετάβαση, με έμφαση στην καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες
  • Η μέγιστη αξιοποίηση κοινοτικών πόρων και μηχανισμών και
  • Η ενίσχυση της εξωστρέφειας και της καινοτομίας για να επιτευχθεί ανάπτυξη που θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας.

Αντίκτυπος στην αγορά 

Μόνο από την υλοποίηση του μέρους του σχεδίου που αφορά στις ΑΠΕ και στην ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων μπορούν να δημιουργηθούν και να διατηρηθούν πάνω από 60.000 θέσεις εργασίας έως το 2030. Το εισόδημα των εργαζομένων που σχετίζονται με τους κλάδους αυτούς υπολογίζεται ότι μπορεί να εμφανίσει δυνητική αύξηση 8,2 δισ. ευρώ και η εγχώρια προστιθέμενη αξία στους δυο αυτούς κλάδους να ενισχυθεί κατά 20,7 δισ. ευρώ.  

Εμβληματικός στόχος στο πλαίσιο του νέου σχεδιασμού αποτελεί το φιλόδοξο μεν, ρεαλιστικό δε πρόγραμμα για την εμπροσθοβαρή απολιγνιτοποίηση της χώρας, με πλήρη “απόσυρση” του εν λόγω καυσίμου από το εγχώριο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής έως το 2028.

Η κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι η απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το έτος 2028 θα γίνει συντεταγμένα και υπεύθυνα, με τρόπο δίκαιο για τις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης.

Για το λόγο αυτό, και υπό την αιγίδα μιας διυπουργικής επιτροπής, θα εκπονηθεί και θα παρουσιαστεί στα μέσα του 2020 ένα ολοκληρωμένο Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (Master Plan) με επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα, νέες υποδομές, αξιοποίηση των τοπικών φυσικών πόρων, στήριξη της αγροτικής παραγωγής και του τουρισμού, μετεκπαίδευση εργαζομένων κ.α. 

Οι παροχές για Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη 

Εν τω μεταξύ μέχρι τότε θα αποδοθεί στις περιοχές αυτές το τέλος ανάπτυξης της ΔΕΗ, ένα ποσό περί τα 130 εκατ. ευρώ που τους οφείλεται από το 2014, ενώ οι περιοχές αυτές θα συνεχίσουν να λαμβάνουν χρηματοδότηση από τα έσοδα πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέσω του Πράσινου Ταμείου.

Παράλληλα, στο πλαίσιο του νέου Ευρωπαϊκού Προϋπολογισμού για την περίοδο 20212027, θα διεκδικηθεί η αυξημένη εισροή κεφαλαίων από το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (Just Transition Fund) διασφαλίζοντας ότι οι περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης θα πληρούν τα κριτήρια χρηματοδότησης διαθέτοντας έργα σε προχωρημένο στάδιο ωρίμανσης. Σημαντικός προς αυτήν την κατεύθυνση θα είναι και ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων που φιλοδοξεί να μετατραπεί σε μια “Κλιματική Τράπεζα”. Επιπροσθέτως, κονδύλια από προγράμματα όπως το Horizon, το Connecting Europe Facility και το Invest EU θα υποστηρίξουν αυτήν την προσπάθεια.

Πώς θα επιτευχθεί «άλμα» στις ΑΠΕ 

Αναφορικά με τις ΑΠΕ η επίτευξη του κεντρικού στόχου προϋποθέτει υπερδιπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύος του συνόλου των τεχνολογιών ΑΠΕ, εξαιρουμένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών.

Ειδικά στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής οι ΑΠΕ θα αποτελούν τη βασική πηγή ήδη από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, ξεπερνώντας ως μερίδιο το 65% της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το 2030, αξιοποιώντας με τον βέλτιστο οικονομικά τρόπο το υψηλό δυναμικό που διαθέτει η χώρα, κυρίως για ειδικούς και φωτοβολταϊκούς σταθμούς. Για παράδειγμα τίθεται ως ενδεικτικός στόχος το 2030 να λειτουργούν θαλάσσια αιολικά πάρκα συνολικής εγκατεστημένης ισχύος της τάξης των 250 MW.

Επιπλέον οι ΑΠΕ αναμένεται να διεισδύσουν στις ανάγκες θέρμανσης και ψύξης με μερίδιο πάνω από 40%, καθώς και στον τομέα των μεταφορών με 19%. Προβλέπεται επίσης έως το 2030 η λειτουργία τέτοιων συστημάτων ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ εγκατεστημένης ισχύος 1 GW, ικανών να καλύψουν τη μέση ηλεκτρική κατανάλωση τουλάχιστον 330.000 νοικοκυριών. Ακόμη, επιδιώκεται να αξιολογηθούν μέσω πιλοτικών εγκαταστάσεων νέες εφαρμογές/τεχνολογίες για ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ (π.χ. κυματική ενέργεια) ή συνδυαστικές εγκαταστάσεις από ΑΠΕ, π.χ. για παραγωγή υδρογόνου. 

Για την επίτευξη των στόχων για τις ΑΠΕ, επιτακτική ανάγκη είναι η συνολική αναμόρφωση του αδειοδοτικού πλαισίου και η επιτάχυνση των διαδικασιών ώστε να προσεγγίσει η Ελλάδα το ευρωπαϊκό benchmark (δυο χρόνια), ενώ σε τεχνικό επίπεδο, κρίσιμη είναι η ανάπτυξη του θεσμικού πλαισίου για τις μονάδες αποθήκευσης και τη συμμετοχή τους στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Ενεργειακή απόδοση, ηλεκτροκίνηση και έρευνα

Στόχος του ΕΣΕΚ είναι η τελική κατανάλωση ενέργειας το 2030 να περιοριστεί στα επίπεδα του 2017, ώστε να επιτευχθεί βελτίωση ενεργειακής απόδοσης της τάξης του 38%. Και στο πλαίσιο αυτό προωθούνται ειδικά μέτρα για τον κτιριακό τομέα, με στόχο ανακαίνιση και αντικατάσταση του 12%-15% του αποθέματος των κτιρίων κατοικίας με νέα, σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης έως το 2030. Επιδιώκεται κάθε χρόνο να αναβαθμίζονται ενεργειακά κατά μέσο όρο 60.000 κτίρια και μέσω της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης του κτιριακού αποθέματος να προκύψει αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας κατά 8 δισ. ευρώ με πάνω από 22 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.

Προτεραιότητα αποτελεί η προώθηση της ηλεκτροκίνησης ενώ τίθεται ως ποσοτικός στόχος το μερίδιο των ηλεκτρικών επιβατικών οχημάτων στις νέες ταξινομήσεις κατά το 2030 να ανέρχεται στο 30%, με πρόβλεψη για ραγδαία ανάπτυξη του ποσοστού των ηλεκτροκίνητων Ι.Χ. μετά το 2027. Ταυτόχρονα αναπτύσσονται υποδομές και κίνητρα, ενώ έμφαση δίνεται και στην ενημέρωση των καταναλωτών (π.χ. επιδότηση στην τιμή αγοράς, μείωση κόστους ταξινόμησης και χρήσης μέσω φορολογικών απαλλαγών, ειδική τιμολογιακή πολιτική στα προγράμματα ασφάλισης, μειωμένα διόδια, έκπτωση στην ακτοπλοΐα για το ηλεκτρικό όχημα κ.α.).

Το σχέδιο προβλέπει επίσης προώθηση της Έρευνας και Καινοτομίας με διπλασιασμό της ακαθάριστης εγχώριας δαπάνης για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη.

Εν κατακλείδι, για την επίτευξη των στόχων έως το έτος 2030 στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ προωθείται ενιαίο πλαίσιο διακυβέρνησης και μη χανισμός διασφάλισης τόσο της αποτελεσματικής εφαρμογή των μέτρων όσο και της μεγιστοποίησης των συνεργειών μεταξύ διατομεακών πολιτικών. Ο συγκεκριμένος μηχανισμός θα περιλαμβάνει διαδικασίες για τη συνεχή παρακολούθηση τόσο της επίτευξης των επιμέρους στόχων του ΕΣΕΚ όσο και των επιδόσεων και επιπτώσεων κάθε μέτρου πολιτικής ξεχωριστά με τη χρήση και σχετικών κρίσιμων δεικτών απόδοσης.