Στη θυελλώδη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η έλλειψη του μέτρου και οι εντάσεις έχουν γίνει ένα είδος νόρμας. Παραταύτα, η παραπομπή του 45ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών δεν παύει να είναι μία σκοτεινή ημέρα για τη χώρα. Είναι περισσότερο από βέβαιο ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς, θα ψηφίσει σήμερα υπέρ της παραπομπής του Ντόναλντ Τραμπ σε δίκη. Το ποσοστό με το οποίο θα γίνει αυτό έχει τη σημασία του, αναδεικνύοντας κυρίως το σύμπτωμα ενός διχασμένου έθνους.
Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Στη θυελλώδη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η έλλειψη του μέτρου και οι εντάσεις έχουν γίνει ένα είδος νόρμας. Παραταύτα, η παραπομπή του 45ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών δεν παύει να είναι μία σκοτεινή ημέρα για τη χώρα. Είναι περισσότερο από βέβαιο ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς, θα ψηφίσει σήμερα υπέρ της παραπομπής του Ντόναλντ Τραμπ σε δίκη. Το ποσοστό με το οποίο θα γίνει αυτό έχει τη σημασία του, αναδεικνύοντας κυρίως το σύμπτωμα ενός διχασμένου έθνους.
Τον περασμένο Μάρτιο, μερικές ημέρες προτού ο ειδικός εισαγγελές Ρόμπερτ Μάλερ ολοκληρώσει την έρευνά του για τους δεσμούς της ομάδας της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ με τη Ρωσία, η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι κλήθηκε να απαντήσει εάν εκτιμά πως ο Αμερικανός πρόεδρος πρέπει να απομακρυνθεί από τη θέση του.
Η Πελόζι, μιλώντας στην Washington Post, επανέλαβε την πάγια θέση της έως τότε: «Εάν δεν υπάρχει κάτι αδιάσειστο, δεν νομίζω ότι πρέπει να ακολουθήσουμε αυτό το μονοπάτι, γιατί διχάζει τη χώρα. Απλώς δεν αξίζει». Επί μήνες, η πρόεδρος της Βουλής αντιστεκόταν σθεναρά στις πιέσεις του κόμματός της να παραπεμφθεί ο Ντόναλντ Τραμπ.
Αίφνης, τον Σεπτέμβριο, όταν έφθασε στο Κογκρέσο η πληροφορία για το επίμαχο τηλεφώνημα του Αμερικανού προέδρου και του Ουκρανού ομολόγου του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στις 25 Ιουλίου, η Πελόζι έκανε στροφή 180 μοιρών. Η πληροφορία αυτή, ότι ο Τραμπ άσκησε πιέσεις στην Ουκρανία να ερευνήσει την οικογένεια του πολιτικού αντιπάλου Τζο Μπάιντεν, κατέρριψε όλες τις αμφιβολίες της. Μέσα σε λίγες μέρες, η Πελόζι είχε δώσει το ΟΚ για να εκκινήσει η έρευνα για την παραπομπή του Αμερικανού προέδρου.
Όσο η Πελόζι επέμενε στην αρχική της θέση, πολιτικοί αναλυτές σημείωναν ότι μία βασική ανησυχία της ήταν μήπως τα στοιχεία δεν είναι αρκετά για ένα τόσο σοβαρό βήμα, γεγονός που θα έφερνε τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα στους Δημοκρατικούς αποτελέσματα. Όπως προέκυψε από τις ακροάσεις στο πλαίσιο της έρευνας – δημόσιες και κεκλεισμένων των θυρών – στοιχεία τα οποία βαραίνουν τον Αμερικανό πρόεδρο και αποδεικνύουν το δούναι και λαβείν που είχε με την ουκρανική κυβέρνηση υπάρχουν. «Αυτή είναι μία ψήφος, για την οποία οι Αμερικανοί θα πρέπει να καταλήξουν στα δικά τους συμπεράσματα. Τα γεγονότα είναι αδιαμφισβήτητα», δήλωσε η ίδια η Πελόζι στους δημοσιογράφους. Το αποτέλεσμα – όπως θα αποτυπωθεί στις εκλογές του 2020 – θα κρίνει εάν η Πελόζι είχε δίκιο όταν επέμενε στην αρχική της θέση ή εάν ορθώς άλλαξε στάση τον Σεπτέμβριο.
Θα πειστούν εν τέλει οι Αμερικανοί ότι ο πρέδρος τους έκανε κατάχρηση της εξουσίας του και επιχείρησε να παρακωλύσει τη λειτουργία του Κογκρέσουν ή θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι είναι ένα ακόμη πολιτικό παιχνίδι και μία απέλπιδα προσπάθεια των Δημοκρατικών να φρενάρουν την ορμή με την οποία ετοιμάζεται ο Τραμπ να μπει στην κούρσα των προεδρικών εκλογών;
Ο Αμερικανός πρόεδρος επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους ότι αν και είναι μία «θλιβερή στιγμή» για το έθνος, ο ίδιος θα επωφεληθεί πολιτικά από αυτήν την ιστορία.
Στην πλειονότητά τους, οι δημοσκοπήσεις συγκλίνουν στο γεγονός πώς όπως σε πολλά άλλα θέματα, οι Αμερικανοί είναι όντως διχασμένοι και στο ζήτημα της παραπομπής του προέδρου σε δίκη. Μολονότι μετά τις δημόσιες ακροάσεις, το ποσοστό των πολιτών που συμφωνούν στην απομάκρυνση του Τραμπ από τον Λευκό Οίκο αυξήθηκε, η εικόνα παραμένει θολή. Ειδικότερα, σύμφωνα με δημοσκόπηση του CNN, ένα 46% εκτιμά ότι ο Τραμπ πρέπει να απομακρυνθεί, ενώ ένα 49% θεωρεί ότι, έστω και αν η πράξη του είναι θλιβερη, είναι ένας καλός πρόεδρος ο οποίος πρέπει να παραμείνει στη θέση του. Όπως ακριβώς είχε συμβεί πριν από 20 χρόνια, όταν ο Μπιλ Κλίντον βρέθηκε στην ίδια θέση και κέρδισε με άνεση μία δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο.