Στο πλαίσιο της φαρμακευτικής περίθαλψης, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν επανειλημμένα την πρόκληση αφενός της εξασφάλισης ευχερούς πρόσβασης των ασθενών σε αποτελεσματικές αγωγές και αφετέρου της συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης, με απώτερο στόχο τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος.
Του Δημήτρη Φιλίππου, MD, PhD*
* Πρόεδρος του ΕΟΦ, επίκουρος καθηγητής Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ και γενικός χειρουργός
Στο πλαίσιο της φαρμακευτικής περίθαλψης, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν επανειλημμένα την πρόκληση αφενός της εξασφάλισης ευχερούς πρόσβασης των ασθενών σε αποτελεσματικές αγωγές και αφετέρου της συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης, με απώτερο στόχο τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος.
Οι παρατηρούμενες διαφορές στη διαμόρφωση του ύψους της φαρμακευτικής δαπάνης μεταξύ διαφορετικών χωρών οφείλονται συνήθως σε διαφορετικό όγκο και σύνθεση της κατανάλωσης και των τιμών (των φαρμάκων), καθώς και σε διαφορετικές πρακτικές διανομής και την επίδρασή τους στη μέτρηση των φαρμακευτικών δαπανών.
Αναφορικά με την επίδραση των διαφόρων μέτρων συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης στη διαμόρφωση των αποτελεσμάτων υγείας του πληθυσμού, δεν έχουν ακόμη παραχθεί ισχυρά ερευνητικά αποτελέσματα.
Πάρα ταύτα, η συνεχής επαγρύπνηση και παρακολούθηση των εφαρμοζόμενων κανονιστικών ρυθμίσεων είναι ζωτικής σημασίας για να διασφαλιστεί ότι λαμβάνεται υπόψη η προσβασιμότητα των ασθενών και η βιωσιμότητα της χρηματοδότησης.
Η πολιτική φαρμάκου εδράζεται σε σταθερές αρχές οι οποίες έχουν στο κέντρο τους τον ασθενή και αποσκοπούν στη διαμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου στο πεδίο της φαρμακευτικής περίθαλψης ώστε:
Διαμόρφωση της φαρμακευτικής πολιτικής στην Ελλάδα
Λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς τάσεις και το σύγχρονο κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον της χώρας, οι άξονες προτεραιότητας της τρέχουσας εθνικής πολιτικής φαρμάκου διαμορφώνονται ως ακολούθως:
Παράθεση εμπειρικών δεδομένων από την ελληνική φαρμακευτική αγορά
Στον Πίνακα 1 παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη των πωλήσεων των φαρμάκων από όπου προκύπτει η μείωση κατά περισσότερο από 40% της αξίας των πωλήσεων από φαρμακεία και φαρμακοποθήκε, εν αντιθέσει με την αύξηση κατά 20% των πωλήσεων από νοσοκομειακά φαρμακεία και φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ κύρια λόγω διάθεσης μεγαλύτερου όγκου φαρμάκων (εξωτερικών ασθενών) από δημόσια φαρμακεία.
Στην Εικόνα 1 παρατίθενται στοιχεία διαμόρφωσης της κατά κεφαλήν δαπάνης για τα έτη 2009 και 2017 στην Ελλάδα και στην Ε.Ε. (σε PPPs US). Αποτυπώνεται η σχεδόν κατά 20% μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα λόγω των μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας και εξορθολογισμού της φαρμακευτικής φροντίδας, τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, καθώς και η αύξηση κατά 70% της συμμετοχής των νοικοκυριών στη χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης. Στις χώρες της Ε.Ε. καταγράφηκε αύξηση τόσο στη δημόσια δαπάνη (κατά 8%) όσο και της δαπάνης των νοικοκυριών κατά 33%.
*στην περίπτωση του μέσου όρου της Ε.Ε., το άθροισμα της δημόσιας δαπάνης και της δαπάνης των νοικοκυριών είναι ελαφρώς μικρότερο από τη συνολική δαπάνη υγείας λόγω της μικρής συμμετοχής και άλλων φορέων (π.χ. ιδιωτική ασφάλιση) στη χρηματοδότηση της δαπάνης υγείας.
Στην Εικόνα 2 παρουσιάζεται η εξέλιξη της χρηματοδότησης της δαπάνης που αφορά σε συνταγογραφούμενα φάρμακα, από όπου προκύπτει η ραγδαία αύξηση κατά 50% της συμμετοχής των νοικοκυριών από το 2012 έως το 2014 στο κόστος κτήσης των συνταγογραφούμενων φαρμάκων, καθώς και η ολοένα και αυξανόμενη συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας (μέσω των Rebates και Clawbacks) στο κόστος. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη (κύρια μέσω ΕΟΠΥΥ) συρρικνώθηκε μεταξύ 2012-2014 κατά 30% και έκτοτε έχει σταθεροποιηθεί σε επίπεδα κάτω των 2 δισ. ευρώ ετησίως.
*για τα έτη 2018 και 2019 τα στοιχεία βασίζονται σε εκτιμήσεις-υπολογισμούς
Τέλος, από τον Πίνακα 2 αναδεικνύεται ένα βασικό χαρακτηριστικό της εγχώριας φαρμακευτικής αγοράς, αυτό της χαμηλής διείσδυσης των γενοσήμων φαρμάκων (<35% σε όγκο vs >60% στην Ε.Ε.) και της υψηλής κατανάλωσης των off patent φαρμάκων (~35% vs 21% στην Ε.Ε.).