Η ΙΔΕΑ της διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στους πλουσίους του Βορρά και τις φτωχές χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου είχε κεντρική θέση στις συζητήσεις οικονομολόγων και των υπευθύνων της πολιτικής. Από το 1950 έως το 1980, οι χώρες του Βορρά παρήγαγαν το 80% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ φιλοξενούσαν μόλις το 22% του πληθυσμού του.
Η ΙΔΕΑ της διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στους πλουσίους του Βορρά και τις φτωχές χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου είχε κεντρική θέση στις συζητήσεις οικονομολόγων και των υπευθύνων της πολιτικής. Από το 1950 έως το 1980, οι χώρες του Βορρά παρήγαγαν το 80% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ φιλοξενούσαν μόλις το 22% του πληθυσμού του.
Στο Νότο αντιστοιχούσε το υπόλοιπο ποσοστό του πληθυσμού και μόλις το 20% του εισοδήματος. Η διάκριση βορείων και νοτίων ωστόσο είναι σήμερα ξεπερασμένη. Η δυναμική διαδικασία της παγκοσμιοποίησης έχει ως αποτέλεσμα πρωτοφανείς ρυθμούς ανάπτυξης και αλληλεξάρτησης.
Παρά το γεγονός όμως ότι η εικόνα αυτή του παλιού γεωγραφικού διαχωρισμού έχει θολώσει, νέες διαχωριστικές γραμμές έχουν έρθει στην επιφάνεια. Ο σημερινός κόσμος χωρίζεται σε τέσσερις διασυνδεόμενες ομάδες.
Στην πρώτη συναντάμε τις λεγόμενες «εύπορες» χώρες, και ειδικότερα τις ΗΠΑ, τα κράτη της Ε.Ε., την Αυστραλία και την Ιαπωνία, με συνολικό πληθυσμό περίπου 1 δισεκατομμυρίου ανθρώπων και κατά κεφαλήν εισόδημα από 79.000 δολ. (Λουξεμβούργο) έως και 16.000 δολ. (Νότιος Κορέα). Τα τελευταία 50 χρόνια οι εύπορες αυτές χώρες κυριαρχούν στην παγκόσμια οικονομία, προσφέροντας τα 4/5 της συνολικής οικονομικής παραγωγής. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, μία νέα ομάδα οικονομιών έχουν αναδυθεί και προκαλούν την οικονομική κυριαρχία των ευπόρων.
Οι αναδυόμενες αυτές οικονομίες, που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε και «Οικονομίες της Παγκοσμιοποίησης» (καθώς αποτελούν κινητήριο μοχλό της), συγκροτούν μία ομάδα 30 περίπου φτωχών και μεσαίου εισοδήματος χωρών (στις οποίες περιλαμβάνονται η Κίνα και η Ινδία) με ρυθμό αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος υψηλότερο του 3,5% και συνολικό πληθυσμό 3,2 δισ. ανθρώπων, αριθμού που αντιστοιχεί στο 50% του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη.
Aυτές οι χώρες βιώνουν πρωτοφανή επίπεδα αειφόρου ανάπτυξης, η οποία και μπορεί να τους δώσει τη δυνατότητα να αποσπάσουν από τους «ευπόρους» τον τίτλο της κινητηρίου δύναμης της παγκόσμιας οικονομίας.
Οι χώρες αυτές που προς το παρόν πρωτοστατούν στην προώθηση της παγκοσμιοποίησης είναι ένα τεράστιο και ανομοιογενές σύνολο- τόσο ως προς το μέγεθος, τη γεωγραφία, την κουλτούρα και την ιστορία- που έχει όμως καταφέρει να ενταχθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην παγκόσμια οικονομία, κατά τρόπο που να εξασφαλίζει ισχυρή ανάπτυξη.
Μία τρίτη ομάδα περιλαμβάνει περίπου 50 μεσαίου εισοδήματος χώρες με πληθυσμό 1.1 δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Τα κράτη αυτά φιλοξενούν πολλούς από τους πολύτιμους φυσικούς πόρους του κόσμου, ελέγχοντας περίπου το 60% των καταγεγραμμένων αποθεμάτων πετρελαίου. Οι «εισοδηματίες» αυτοί όμως δεν έχουν καταφέρει να μεταφράσουν τον πλούτο αυτό των φυσικών πηγών σε βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
Η τέταρτη ομάδα αποτελείται από τις χώρες, που έχουν μείνει πολύ πίσω- τις φτωχότερες οικονομίες του πλανήτη, στις οποίες ζουν περισσότεροι από 1 δισ. άνθρωποι. Παραμένουν σε τέλμα ή και επιδεινώνονται. Οι «ουραγοί» αυτοί βρίσκονται κυρίως σε χώρες της υποσαχάριας Αφρικής και είναι απομονωμένοι από την παγκόσμια οικονομία, ενώ αντιμετωπίζουν τεράστια αναπτυξιακά εμπόδια.
Ο νέος αυτός κόσμος των τεσσάρων ταχυτήτων βρίσκεται αντιμέτωπος με τρεις βασικές προκλήσεις. Καταρχήν, πρέπει να ενισχύσουμε τις προσπάθειές μας για να εξασφαλίσουμε ότι οι «ουραγοί» δεν θα μείνουν άλλο πίσω. Ο στόχος αυτός απαιτεί αλλαγές πολιτικής καθώς και πιο γενναιόδωροι αλλά και αποτελεσματική οικονομική ενίσχυση.
Εξετάζοντας κανείς το ζήτημα της οικονομικής βοήθειας, διαπιστώνει ότι αν και ενισχύθηκε το 2005 στα 107 δισ. δολάρια, το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης κατευθύνθηκε σε «ειδικές περιπτώσεις», όπως είναι οι διαγραφές χρέους για το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Η πικρή αλήθεια είναι ότι η αναπτυξιακή βοήθεια στις χώρες της Αφρικής έχει μειωθεί από 49 δολάρια το άτομο το 1980 σε 38 δολάρια το άτομο το 2005. Η βοήθεια δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές αναπτυξιακές ανάγκες των «ουραγών» και άλλων κρατών του κόσμου, παρά τις υποσχέσεις σε ρητορικό επίπεδο για ενίσχυσή της.
Η δεύτερη πρόκληση αφορά στο ότι πρέπει να συμβιβαστούν με την άνοδο των «οικονομιών της παγκοσμιοποίησης»- κυρίως της Κίνας και της Ινδίας- μεταρρυθμίζοντας τη διεθνή τάξη πραγμάτων. Οι «εύποροι» θα εξακολουθούν να είναι μεγάλοι διεθνείς παίχτες, αλλά θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι όσο οι αναδυόμενες οικονομίες βλέπουν την οικονομική τους ισχύ να αυξάνεται, θα απαιτούν και μεγαλύτερο ρόλο στα διεθνή ζητήματα. Οι περισσότεροι «εύποροι» φαίνονται απροετοίμαστοι για μία τέτοια αλλαγή, αλλά θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τέτοια αιτήματα.
Τέλος, παρ' όλο που στις «οικονομίες της παγκοσμιοποίησης» εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εξέλθει από τη φτώχεια και έχουν μειωθεί οι παγκόσμιες ανισότητες, δεν έχουμε οδηγηθεί σε έναν κόσμο ισότητας.
Και αυτό γιατί στις μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Ινδία και η Κίνα, παρατηρείται ενίσχυση των ανισοτήτων. Είτε οι αποκλίσεις είναι ανάμεσα σε παράκτιες και ηπειρωτικές είτε ανάμεσα σε αστικές πόλεις και αγροτικές, οι χώρες αυτές θα πρέπει αντιμετωπίσουν τις αυξανόμενες ανισότητες, οι οποίες και μπορούν να πλήξουν την ικανότητά τους να αναπτύσσονται με υψηλούς ρυθμούς.
Εάν θέλουμε να δημιουργήσουμε έναν πιο δίκαιο κόσμο, τότε θα πρέπει να ενισχύσουμε τα παραδοσιακά μέσα ανάπτυξης, όπως το εμπόριο, τις επενδύσεις, την οικονομική βοήθεια και τη μετανάστευση, ενώ θα πρέπει να προχωρήσουμε και στη μεταρρύθμιση των διεθνών οργανισμών. Κάτι τέτοιο θα ενίσχυε τις δυνατότητές μας να αντιμετωπίσουμε τις παγκόσμιες προκλήσεις και να βελτιώσουμε τις προοπτικές για την οικοδόμηση ενός κόσμου ισότητας. Σε διαφορετική περίπτωση θα αποχαιρετίσουμε τις παλιές διαχωριστικές γραμμές, μόνο και μόνο για να υποδεχθούμε νέες.
ΤΖΕΪΜΣ ΓΟΥΛΦΕΝΣΟΝ, πρώην πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας και επικεφαλής της Wolfensohn and Company.
Copyright: Project Syndicate/Europe's World, 2007.