Γιατροί έθεσαν ανθρώπους σε κατάσταση αναστολής ζωτικών λειτουργιών (suspended animation- κατάσταση «χειμερίας νάρκης», σε μια πιο ελεύθερη απόδοση) για πρώτη φορά, στο πλαίσιο δοκιμών στις ΗΠΑ με σκοπό να καταστεί δυνατή η θεραπεία σοβαρών τραυμάτων που υπό άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν τον θάνατο.
Γιατροί έθεσαν ανθρώπους σε κατάσταση αναστολής ζωτικών λειτουργιών (suspended animation- κατάσταση «χειμερίας νάρκης», σε μια πιο ελεύθερη απόδοση) για πρώτη φορά, στο πλαίσιο δοκιμών στις ΗΠΑ με σκοπό να καταστεί δυνατή η θεραπεία σοβαρών τραυμάτων που υπό άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν τον θάνατο.
Ο Σάμιουελ Τίσερμαν, του University of Maryland School of Medicine, δήλωσε στο New Scientist ότι η ιατρική του ομάδα είχε θέσει τουλάχιστον έναν ασθενή σε κατάσταση αναστολής ζωτικών λειτουργιών, χαρακτηρίζοντάς το «κάπως σουρεαλιστικό» όταν το έκαναν για πρώτη φορά. Ωστόσο, όπως τονίζεται στο σχετικό δημοσίευμα, ο ίδιος δεν αποκάλυψε πόσοι άνθρωποι κατάφεραν να επιβιώσουν μέσω της διαδικασίας αυτής.
Η τεχνική αυτή, η οποία είναι επίσημα γνωστή ως EPR (emergency preservation and resuscitation) χρησιμοποιείται σε ανθρώπους που μεταφέρονται στο University of Maryland Medical Centre στη Βαλτιμόρη με σοβαρά τραύματα, πχ από πυροβολισμό ή από μαχαίρι, και έχουν υποστεί καρδιακό επεισόδιο, με αποτέλεσμα η καρδιά τους να έχει σταματήσει να χτυπά, με τους ίδιους να έχουν χάσει πολύ μεγάλη ποσότητα του αίματός τους. Τα περιθώριά τους για εγχείρηση είναι πολύ περιορισμένα χρονικά (μόλις λεπτά), και οι πιθανότητές τους να επιβιώσουν είναι κάτω του 5%.
Κατά το EPR ο ασθενής ψύχεται ταχύτατα, κατεβάζοντας τη θερμοκρασία του σε 10- 15 βαθμούς Κελσίου, μέσω της αντικατάστασης του αίματός του με πολύ χαμηλής θερμοκρασίας αλατούχο διάλυμα. Η εγκεφαλική δραστηριότητα του ασθενούς σχεδόν σταματά, και στη συνέχεια αποσυνδέεται από το σύστημα ψύξης. Ο ασθενής, ο οποίος υπό άλλες συνθήκες θα είχε θεωρηθεί νεκρός, μεταφέρεται στο χειρουργείο, όπου οι γιατροί έχουν δύο ώρες για να αντιμετωπίσουν τα τραύματά του, πριν τον θερμάνουν ξανά, ώστε η καρδιά του να αρχίσει να χτυπά και πάλι. Ο Τίσερμαν είπε πως ελπίζει ότι θα είναι σε θέση να ανακοινώσει τα πλήρη αποτελέσματα των δοκιμών αυτών ως τα τέλη του 2020.
Στην κανονική μας θερμοκρασία σώματος, γύρω στους 37 βαθμούς Κελσίου, τα κύτταρά μας χρειάζονται μια συνεχή παροχή οξυγόνου για να παράγουν ενέργεια. Όταν η καρδιά μας σταματά να χτυπά, το αίμα δεν μεταφέρει άλλο οξυγόνο στα κύτταρα. Χωρίς οξυγόνο, ο εγκέφαλός μας μπορεί να επιβιώσει μόνο για περίπου πέντε λεπτά πριν υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά. Ωστόσο, η μείωση της θερμοκρασίας του σώματος και του εγκεφάλου σταματά ή επιβραδύνει πολύ όλες τις χημικές αντιδράσεις στα κύτταρά μας, που χρειάζονται, ως εκ τούτου, λιγότερο οξυγόνο.
Το σχέδιο του Τίσερμαν για τις δοκιμές ήταν να συγκριθούν 10 άτομα που υποβλήθηκαν σε EPR με 10 άτομα που θα ήταν κατάλληλα για κάτι τέτοιο, αλλά η κατάλληλη ομάδα δεν ήταν στο νοσοκομείο τη στιγμή της εισαγωγής τους. Η δοκιμή έλαβε έγκριση από τη US Food and Drug Administration, η οποία επέτρεψε να μη χρειάζεται συναίνεση από τον ασθενή, καθώς τα τραύματα θα είναι πιθανότατα θανατηφόρα και δεν θα υπάρχει εναλλακτική μέθοδος θεραπεία. Η ομάδα είχε επαφές με την τοπική κοινότητα και έβαλε διαφημίσεις σε εφημερίδες σχετικά με τη δοκιμή, υποδεικνύοντας πως, όσοι δεν θα ήθελαν να υποβληθούν στη διαδικασία, μπορούσαν να το υποδείξουν μέσω σχετικής ιστοσελίδας.
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει πως γουρούνια με σοβαρά τραύματα μπορούσαν να ψυχθούν για τρεις ώρες, να γίνει ραφή των τραυμάτων τους και στη συνέχεια να γίνει ανάνηψη. «Θεωρήσαμε πως ήταν ώρα να το πάμε στους ασθενείς μας» είπε ο Τίσερμαν. «Τώρα το κάνουμε και μαθαίνουμε πολλά καθώς προχωρούμε με τη δοκιμή. Όταν είμαστε σε θέση να αποδείξουμε πως λειτουργεί εδώ, μπορούμε να επεκτείνουμε τη χρήση της τεχνικής αυτής για να βοηθούμε να επιζούν ασθενείς που αλλιώς δεν θα επιβίωναν».
«Θέλω να ξεκαθαρίσω πως δεν προσπαθούμε να στείλουμε ανθρώπους στον Κρόνο» είπε, αναφερόμενος στις θεωρίες περί χρήσης τεχνικών «χειμερίας νάρκης» για αποστολή αστροναυτών σε μακρά διαστημικά ταξίδια. «Προσπαθούμε να κερδίσουμε περισσότερο χρόνο για να σώσουμε ζωές».