Απόψεις
Πέμπτη, 14 Νοεμβρίου 2019 11:02

Πίσω από την εξαγωγική καχεξία

Η πολύ χαμηλή εξαγωγική ικανότητα της οικονομίας μας είναι και το κλειδί για να ανιχνεύσει κανείς τις επτά πτωχεύσεις της χώρας μέσα σε λιγότερα από 200 χρόνια -αλλά και αυτές που θα ακολουθήσουν αν η Ελλάδα δεν αποκτήσει ένα επαρκές εξαγωγικό υπόβαθρο. Και αυτό είναι μία καθόλου εύκολη υπόθεση, γράφει ο Αθ. Χ. Παπανδρόπουλος.

Από την έντυπη έκδοση

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Η πολύ χαμηλή εξαγωγική ικανότητα της οικονομίας μας είναι και το κλειδί για να ανιχνεύσει κανείς τις επτά πτωχεύσεις της χώρας μέσα σε λιγότερα από 200 χρόνια -αλλά και αυτές που θα ακολουθήσουν αν η Ελλάδα δεν αποκτήσει ένα επαρκές εξαγωγικό υπόβαθρο. Και αυτό είναι μία καθόλου εύκολη υπόθεση. 

Η τελευταία έρευνα-μελέτη της εταιρείας συμβούλων ΕΥ (Ernst and Young) που διευθύνει ο κ. Παν. Παπάζογλου, μας πληροφορεί ότι οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών πραγματοποιούνται από 260 ελληνικές επιχειρήσεις, ήτοι από το 2,5% του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων. Αυτές καλύπτουν πάνω από το 50% των ελληνικών εξαγωγών, οι οποίες για μικρή και δυτικού τύπου χώρα είναι απελπιστικά χαμηλές. Ας σημειωθεί ότι οι κατά κεφαλήν εξαγωγές στη χώρα μας μετά βίας ξεπερνούν τα 2.200 ευρώ τον χρόνο -όταν στο Βέλγιο των 11 εκατομμυρίων κατοίκων είναι 26.000 ευρώ και στην Ιρλανδία των 4,5 εκατομμυρίων είναι 16.000 ευρώ. 

Ανάλογα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αλλά και η ίδια η έρευνα της ΕΥ, επιβεβαιώνουν ότι το πρόβλημα της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων αφορά τόσο τις ίδιες όσο και το ευρύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον. 

Συνεπώς, τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στην εσωτερική οργάνωση, στο μικρό μέγεθος και σε άλλα ενδογενή χαρακτηριστικά τόσο των επιχειρήσεων της χώρας όσο όμως και του μεταπολεμικού σοσιαλιστικού τύπου παραγωγικού της μοντέλου, το οποίο όσο καλά θα κρατεί η χώρα θα παραπαίει.

Από την άποψη αυτή, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ιδιαίτερα ότι οι διαρθρωτικές και άλλες πνευματικές ανεπάρκειες των ελληνικών επιχειρήσεων οφείλονται και αυτές σε υπερθετικό βαθμό στο γενικότερο περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε και λειτουργεί σήμερα το εγχώριο επιχειρείν. Ο κρατισμός, η αντιεπιχειρηματική κουλτούρα, η δαιδαλώδης και φαύλη γραφειοκρατία και η υπερφορολόγηση είναι βασικά αίτια της περιορισμένης εξωστρέφειας. Σε αυτά, όμως, θα πρέπει να προστεθούν και σοβαρές οργανωτικές ανεπάρκειες των επιχειρήσεων. 

Το δείγμα των 149 εταιρειών

Έτσι, για μεγάλο μέρος του δείγματος των 149 επιχειρήσεων τις οποίες χρησιμοποίησε η ΕΥ στην έρευνά της, η εξαγωγική τους προσπάθεια επικεντρώνεται στις σχετικά «προσιτές» χώρες των Βαλκανίων και της «γειτονιάς» μας εν γένει. Επίσης, για την υποστήριξη των εξαγωγών τους, μόλις μία στις πέντε επιχειρήσεις του δείγματος έχει προχωρήσει στη δημιουργία παραγωγικών μονάδων στο εξωτερικό και από αυτές μόνον το 5% διαθέτει σήμερα πάνω από τέσσερις μονάδες εκτός Ελλάδος. Επισημαίνουμε ακόμα ότι ασήμαντη είναι και η ελληνική επιχειρηματική συμμετοχή σε δίκτυα διανομής στο εξωτερικό, με δυσάρεστο αποτέλεσμα τα ελληνικά καταναλωτικά αγαθά να είναι δυσεύρετα στο εκτός Ελλάδος οργανωμένο χονδρικό και λιανικό εμπόριο. 

Υπό αυτή την έννοια, η εξωστρέφεια είναι και ένα σοβαρότατο εσωτερικό θέμα των ελληνικών επιχειρήσεων. Αν οι Έλληνες επιχειρηματίες, κυρίως  μικρομεσαίοι, δεν αποκτήσουν εξαγωγική κουλτούρα, τίποτα το θετικό δεν πρόκειται να προκύψει. Η δε απόκτηση εξαγωγικής κουλτούρας δεν είναι θέμα κρατικών επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων. Εξαρτάται πριν απ’ όλα από το πόσο ανοικτό ορίζοντα έχει ο ίδιος ο επιχειρηματίας για το επιχειρείν και σε ποιον βαθμό μπορεί να ενσωματώσει στη λογική του την έννοια της διεθνούς αγοράς.

Σε μόνιμη εγρήγορση

Ακόμα περισσότερο, στην εποχή μας που είναι αυτή των έντονων αναταράξεων και αλλαγών, ο επιχειρηματίας, υπό την ευρεία έννοια του όρου, πρέπει να τελεί υπό μόνιμη εγρήγορση. Όπως επισημαίνει ο διάσημος γκουρού του μάρκετινγκ, καθηγητής Φίλιπ Κότλερ, «στις μέρες μας υπάρχει πολύ περισσότερος κίνδυνος και αβεβαιότητα στις επιχειρηματικές υποθέσεις απ’ ό,τι οποτεδήποτε στο παρελθόν, εξαιτίας των ανατρεπτικών καινοτομιών και των μεγάλων απροσδόκητων σοκ. 

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ανέκαθεν ζούσαν με κίνδυνο και αβεβαιότητα, αγοράζοντας ασφάλιση, όποτε αυτό ήταν δυνατόν, για να μετριάσουν τη ζημιά. 

Σήμερα όμως η ταχύτητα των αλλαγών και το μέγεθος των σοκ είναι μεγαλύτερα από κάθε άλλη φορά. Αυτό που συμβαίνει στις μέρες μας δεν είναι εκείνο που θεωρούνταν φυσιολογικό στο παρελθόν. Πρόκειται για μία καινούργια φυσιολογική κατάσταση. Προχωρεί πέρα από τις ανατρεπτικές καινοτομίες και συμπεριλαμβάνει και τα μεγάλα σοκ».

Αυτά δε τα σοκ, από τη μία πλευρά υπαγορεύουν νέα θεσμικά πλαίσια λειτουργίας της οικονομίας και της διοίκησης της χώρας. Όμως, από την άλλη, επιβάλλουν και νέους κανόνες αντίληψης και συμπεριφοράς ως προς το επιχειρηματικό γίγνεσθαι. Αν οι παράμετροι αυτές δεν γίνουν αντιληπτές, η συζήτηση περί εξωστρέφειας θα γίνεται μονίμως μεταξύ τυρού και αχλαδιού.