Στη μετά-τα-μνημόνια Ελλάδα η ανάπτυξη του εγχώριου αγροτικού τομέα αποτελεί προτεραιότητα και συγκαταλέγεται μεταξύ των ελάχιστων τομέων στους οποίους η χώρα έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, ιδιαίτερα στα Branded γεωργικά προϊόντα. Η ασφάλιση πρέπει να συμβάλλει όχι μόνο στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, αλλά και στη διευκόλυνση των μεταφορών και εξαγωγών της αγροτικής παραγωγής, καθώς και στη μείωση της ετήσιας μεταβλητότητας του εισοδήματος των αγροτών, γεγονός που δυσχεραίνει την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των απασχολούμενων στον πρωτογενή τομέα και των οικογενειών τους.
Του Μιλτιάδη Νεκτάριου*
Στη μετά-τα-μνημόνια Ελλάδα η ανάπτυξη του εγχώριου αγροτικού τομέα αποτελεί προτεραιότητα και συγκαταλέγεται μεταξύ των ελάχιστων τομέων στους οποίους η χώρα έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, ιδιαίτερα στα Branded γεωργικά προϊόντα. Η ασφάλιση πρέπει να συμβάλλει όχι μόνο στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, αλλά και στη διευκόλυνση των μεταφορών και εξαγωγών της αγροτικής παραγωγής, καθώς και στη μείωση της ετήσιας μεταβλητότητας του εισοδήματος των αγροτών, γεγονός που δυσχεραίνει την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των απασχολούμενων στον πρωτογενή τομέα και των οικογενειών τους.
Το ευρύτερο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων στον πρωτογενή τομέα αναφέρεται στην ενεργητική προστασία της αγροτικής παραγωγής, του φυτικού, αλιευτικού, υδατοκαλλιεργητικού και του εγγείου κεφαλαίου των αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Οι σύγχρονες αγροτικές επιχειρήσεις εφαρμόζουν την πλήρη γκάμα των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων (ERM- Enterprise Risk Management), η οποία περιλαμβάνει την κράτηση, τον έλεγχο των κινδύνων (loss control), την ασφάλιση, τα παράγωγα (derivatives) και τα εργαλεία ART(Alternative Risk Transfers).
Η ιδιωτική ασφάλιση αυτών των αγροτικών κινδύνων παρουσιάζει δυσκολίες λόγω των γνωστών προβλημάτων αντεπιλογής, ηθικού κινδύνου, και υψηλών διαχειριστικών δαπανών. Η υπέρβαση των εν λόγω προβλημάτων έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη των «παραγώγων καιρικών συνθηκών» (weather derivatives). Πολλές αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες αγροτικές οικονομίες χρησιμοποιούν πλέον τέτοια χρηματοοικονομικά εργαλεία για τη διαχείριση των κινδύνων που προέρχονται από τις καιρικές συνθήκες, αλλά για τους αγρότες παραμένει ο κίνδυνος βάσης (basis risk).
Η παραδοσιακή λύση της κρατικής ασφάλισης δεν μπορεί να ξεπεράσει τα παραπάνω προβλήματα, αλλά κοινωνικοποιεί τις ζημιές. Απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι κανένα κρατικό πρόγραμμα ασφάλισης διεθνώς δεν έχει καταφέρει να καλύψει το άθροισμα των αποζημιώσεων και των λειτουργικών δαπανών με τα εισπραχθέντα ασφάλιστρα. Ακόμα και στο καλύτερα οργανωμένο σύστημα αγροτικών ασφαλίσεων των ΗΠΑ υπάρχουν σοβαρά προβλήματα άνισης μεταχείρισης των μικρο-μεσαίων μονάδων (από το σύνολο των 3 εκατ. αγροτικών εκμεταλλεύσεων, μόνο οι μεγαλύτερες 400.000 μονάδες επωφελούνται από το κρατικά επιδοτούμενο σύστημα αγροτικών ασφαλίσεων) και χαμηλής αποδοτικότητας (οι αποζημιώσεις και τα έξοδα υπερβαίνουν τα ασφάλιστρα κατά τουλάχιστον 2,5 φορές την τελευταία εικοσαετία).
Στις αναπτυγμένες οικονομίες, το κράτος παρεμβαίνει στις αγροτικές ασφαλίσεις είτε ως πρωτασφαλιστής, είτε ως αντασφαλιστής, είτε με την επιδότηση ασφαλίστρου όταν επιδιώκεται η ενεργός ανάμιξη της ιδιωτικής ασφαλιστικής αγοράς. Κρίσιμο παράγοντα επιτυχίας σε αυτά τα προγράμματα παίζει η έκταση της ασφαλιστικής κάλυψης: στις ΗΠΑ το 90% της καλλιεργήσιμης γης είναι ασφαλισμένο, στο Ισραήλ το 90%, στη Γαλλία το 20%, στην Ιταλία το 18%, στην Ισπανία το 26%, στην Κίνα το 10% και στην Τουρκία το 3%. Στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι οι κοινοτικές επιδοτήσεις των αγροτικών ασφαλίσεων ανέρχονται στο 33% των συνολικών ασφαλίστρων, η σχετική ασφαλιστική διείσδυση είναι χαμηλή σε σχέση με τις άλλες αναπτυγμένες χώρες. Η μέση ασφαλιστική διείσδυση για τις αγροτικές ασφαλίσεις στις αναπτυγμένες χώρες είναι 2% του αγροτικού ΑΕΠ, ενώ για τις αναπτυσσόμενες χώρες είναι μόλις 0,2% του αγροτικού ΑΕΠ.
Η ποικιλία των εθνικών συστημάτων οργάνωσης των αγροτικών ασφαλίσεων κυμαίνεται από τις περιπτώσεις των κρατικών μονοπωλιακών ασφαλιστικών οργανισμών μέχρι τις διάφορες μορφές ΣΔΙΤ (συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα).
Κρατικούς μονοπωλιακούς οργανισμούς διαθέτουν οι εξής χώρες: Καναδάς, Ελλάδα, Κύπρος, Ινδία, Ιράν. Στις περιπτώσεις αυτές ουσιαστικός ασφαλιστής και αντασφαλιστής είναι το κράτος.
Πλήρως ελεύθερη οργάνωση των αγροτικών ασφαλίσεων διαθέτουν οι εξής χώρες: Αργεντινή, Νότια Αφρική, Αυστραλία,
Γερμανία, Ολλανδία, Σουηδία, Νέα Ζηλανδία. Στις περιπτώσεις αυτές, οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούν χωρίς περιορισμούς στην αξιολόγηση και τιμολόγηση των κινδύνων και αντασφαλίζονται στη διεθνή αγορά.
Τέλος, υπάρχουν τρεις κατηγορίες ΣΔΙΤ. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι χώρες που έχουν οργανώσει συνασφαλιστικά σχήματα, στα οποία τον κύριο λόγο έχει συνήθως ένας κρατικός ασφαλιστικός οργανισμός και συμμετέχουν ελεύθερα όσες ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες το επιθυμούν. Τα ασφαλιστήρια και η τιμολόγηση των κινδύνων είναι ενιαία. Το κράτος επιδοτεί το μεγαλύτερο μέρος του ασφαλίστρου, ενώ ο κρατικός οργανισμός έχει την τελική ευθύνη των αποζημιώσεων. Τέτοια σχήματα διαθέτουν η Ισπανία, η Τουρκία και η Κίνα.
Η δεύτερη κατηγορία ΣΔΙΤ έχει αναπτυχθεί στις ΗΠΑ και την Πορτογαλία, όπου οι ασφαλιστικές εταιρείες ανταγωνίζονται ελεύθερα μεταξύ τους, αλλά τα ασφαλιστήρια και τα ασφάλιστρα ελέγχονται από το κράτος. Η επιδότηση του ασφαλίστρου προϋποθέτει ότι η ασφαλιστική εταιρεία δεν κάνει διάκριση (risk selection) των κινδύνων.
Η τρίτη κατηγορία ΣΔΙΤ βασίζεται σε μια ευέλικτη συνεργασία του κράτους με τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες έχουν την ευχέρεια να επιλέγουν τους κινδύνους χωρίς περιορισμούς και να ορίζουν τα ασφάλιστρα. Το κράτος διατηρεί το δικαίωμα να εγκρίνει την επιδότηση των ασφαλίστρων. Τέτοια σχήματα έχουν οργανωθεί στις εξής χώρες: Βραζιλία, Χιλή, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία, Ρωσία, Μεξικό.
Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι για τους αγροτικούς κινδύνους (οι οποίοι προσιδιάζουν προς τους κινδύνους φυσικών καταστροφών) η μεγιστοποίηση της ασφαλιστικής κάλυψης επιτυγχάνεται μέσω της συνεργασίας του κρατικού και του ιδιωτικού τομέα. Στις περιπτώσεις αυτές, οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες είναι εξαιρετικά αποτελεσματικές τόσο στην προώθηση των πωλήσεων ασφαλιστηρίων όσο και στη διαχείριση των κινδύνων. Τα κράτη έχουν ρυθμιστικό ρόλο στις αγροτικές ασφαλίσεις μέσω της έκτασης των επιδοτήσεων των ασφαλίστρων, οι οποίες είναι σημαντικές. Για παράδειγμα, το 2010 οι επιδοτήσεις των συνολικών ασφαλίστρων ανέρχονταν στα εξής ποσοστά για μια σειρά χωρών: Κίνα 41%, ΗΠΑ 45%, Ιαπωνία 49%, Καναδάς 50%, Ρωσία 50%, Ισπανία 72%, Ιταλία 73%.
Για την Ελλάδα, το θεσμικό πλαίσιο του νόμου 3877/2010 θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία ενός σύγχρονου συστήματος συνεργασίας της ιδιωτικής ασφαλιστικής αγοράς με τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ). Η ανάμιξη των ασφαλιστικών εταιρειών θα βελτιώσει την γκάμα των ασφαλιστικών καλύψεων και θα συμβάλει στη σημαντική επέκταση της ασφαλιστικής κάλυψης της αγροτικής οικονομίας. Εάν το κράτος χρησιμοποιήσει το εργαλείο της επιδότησης των ασφαλίστρων, σε συνεργασία με τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, τότε θα επιτευχθεί (α) μια δραστική αύξηση των καλύψεων των αγροτικών κινδύνων και των ασφαλιστικών αποζημιώσεων, και (β) μια καλύτερη απόδοση στα κεφάλαια της κρατικής χρηματοδότησης. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην περίοδο 19952004, ο κρατικός Προϋπολογισμός επιβαρύνθηκε με έκτακτες εκταμιεύσεις 700 εκατ. ευρώ, ενώ οι κανονικές ασφαλιστικές αποζημιώσεις μέσω του ΕΛΓΑ ανήλθαν μόνο σε 218 εκατ. ευρώ. Η συνεργασία του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα θα οδηγήσει στην επέκταση της ασφάλισης και η καλύτερη διαχείριση των κινδύνων θα επιτρέψει στις αγροτικές επιχειρήσεις να βελτιώσουν τόσο τον προγραμματισμό και την οικονομική τους συγκρότηση όσο και τις εξαγωγικές τους επιδόσεις.
Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων χρειάζονται δύο δράσεις. Η πρώτη αφορά την εκπόνηση εθνικής στρατηγικής για τις αγροτικές ασφαλίσεις, και με βάση τη στρατηγική αυτή θα πρέπει να γίνει η αναδόμηση της οργάνωσης και ο επανασχεδιασμός της λειτουργίας του ΕΛΓΑ. Δεύτερον, η ιδιωτική ασφαλιστική αγορά πρέπει να προσφέρει πλήρη τεχνική υποστήριξη στην πολιτεία για τη διαμόρφωση του νέου πλαισίου οργάνωσης των αγροτικών ασφαλίσεων, και να εκπονήσει σειρά λεπτομερών μελετών και επιχειρησιακών σχεδίων για τη θέσπιση ενός πλήρους σχεδίου μακροχρόνιας συνεργασίας με τον ΕΛΓΑ.