Η αγροτική δραστηριότητα δεν είναι απλή υπόθεση. Σε όρους αγοράς, πρόκειται για μια δραστηριότητα η οποία έχει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά κινδύνων, τους οποίους καλείται να αντιμετωπίσει προκειμένου να υποστηρίξει στο έπακρο το βασικότερο σκοπό της, ο οποίος αφορά την κάλυψη των επισιτιστικών αναγκών. Τα «ρίσκα» στην ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα είναι πολλά και οι παραγωγοί παγκοσμίως έρχονται αντιμέτωποι με πλήθος κινδύνων που καθιστούν τα εισοδήματά τους ευμετάβλητα από έτος σε έτος.
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Η αγροτική δραστηριότητα δεν είναι απλή υπόθεση. Σε όρους αγοράς, πρόκειται για μια δραστηριότητα η οποία έχει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά κινδύνων, τους οποίους καλείται να αντιμετωπίσει προκειμένου να υποστηρίξει στο έπακρο το βασικότερο σκοπό της, ο οποίος αφορά την κάλυψη των επισιτιστικών αναγκών. Τα «ρίσκα» στην ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα είναι πολλά και οι παραγωγοί παγκοσμίως έρχονται αντιμέτωποι με πλήθος κινδύνων που καθιστούν τα εισοδήματά τους ευμετάβλητα από έτος σε έτος.
Η βεντάλια των κινδύνων στη γεωργική δραστηριότητα (στην οποία εντάσσεται η γεωργία, η κτηνοτροφία και η αλιεία) περιλαμβάνει απώλειες απόδοσης λόγω κακοκαιρίας, παρασίτων και ασθενειών, απώλειες μετά τη συγκομιδή, κατά τη διάρκεια της αποθεματοποίησης και της μεταφοράς, απώλειες εξαιτίας απροσδόκητα χαμηλών τιμών αγοράς. Την εικόνα συνθέτουν βέβαια και οι καταστροφικοί κίνδυνοι που αφορούν την πλήρη απώλεια φυτικού και ζωικού κεφαλαίου από ξηρασίες, τυφώνες, πυρκαγιές, χαλαζοπτώσεις, νέες ασθένειες.
Το ενδιαφέρον με τη γεωργική δραστηριότητα είναι ότι οι κίνδυνοι δεν ξεχωρίζουν τους μικρούς με τους μεγάλους παραγωγούς, καθώς όλοι είναι επί της ουσίας το ίδιο εκτεθειμένοι. Όλα τα παραπάνω δεν είναι μια γλαφυρή περιγραφή που εξυπηρετεί τον ρόλο της εισαγωγής στο άρθρο, αλλά αποτελούν την αποτύπωση της πραγματικότητας.
Στην Ελλάδα, το θέμα της ασφάλισης της γεωργικής δραστηριότητας και δη στον άξονα της στήριξης του γεωργικού εισοδήματος έχει ανοίξει εδώ και πάρα πολλά χρόνια και ακόμα παραμένει ανοιχτό.
Όλοι συμφωνούν ότι τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν, καθώς στην πράξη το πλαίσιο που διέπει τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ), ο οποίος αποτελεί μέχρι σήμερα τον κεντρικό φορέα ασφαλιστικής κάλυψης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην χώρα, χρήζει αναθεώρησης και αναβάθμισης.
Η προσπάθεια εκσυγχρονισμού του ΕΛΓΑ έχει απασχολήσει σχεδόν όλες τις ηγεσίες που πέρασαν τα τελευταία χρόνια από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ωστόσο καμία αναλογιστική μελέτη δεν κατάφερε να τελεσφορήσει ώστε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες αναθεώρησης του θεσμικού και του πρακτικού πλαισίου.
Η υφιστάμενη κυβέρνηση έχει τοποθετήσει υψηλά στην ατζέντα των προτεραιοτήτων της το κεφάλαιο γεωργικών ασφαλίσεων με τον αρμόδιο υπουργό Μάκη Βορίδη να έχει ξεκαθαρίσει από τις πρώτες μέρες της ανάληψης των καθηκόντων του ότι το μοντέλο της ασφάλισης της παραγωγής θα αλλάξει και οι αλλαγές θα είναι πολυεπίπεδες περιλαμβάνοντας και την είσοδο της ιδιωτικής ασφάλισης.
Η φιλοσοφία στην οποία κινείται ο σχεδιασμός της ηγεσίας του ΥπΑΑΤ έχει ως άξονα τη «βιομηχανοποιημένη γεωργία». Δηλαδή η προσέγγιση αφορά αγρότες - επιχειρηματίες και συνεταιρισμούς - επιχειρήσεις.
Υπό το πρίσμα αυτό θα πρέπει να εφαρμοστούν στοιχειώδεις αρχές διαχείρισης και διασποράς κινδύνου που θα περιλαμβάνουν για παράδειγμα πέρα από το «αποθεματικό» των εισφορών των αγροτών και την αντασφάλιση. Το νέο σύστημα ασφάλισης κινδύνων θα πρέπει να κινείται στους όρους της αγοράς και όχι βασιζόμενο σε πρακτικές «τυφλών» αποζημιώσεων - ενισχύσεων. Η επιδότηση του ασφαλίστρου και η αντασφαλιστική προστασία αποτελούν βασικά ζητήματα που θέτουν οι παραγωγοί. Επίσης, όταν αναφερόμαστε στις ασφαλιστικές καλύψεις του αγροτικού τομέα, θα πρέπει να αναφερόμαστε στο σύνολο των δραστηριοτήτων της αγροτικής οικονομίας, από την παραδοσιακή γεωργική μονάδα μέχρι το πιο σύγχρονο και αυτοματοποιημένο συσκευαστήριο.
Το κατά πόσο η σύμπραξη ιδιωτικής και δημόσιας ασφάλισης στη γεωργική παραγωγή που επιχειρείται θα κινηθεί στη σωστή κατεύθυνση, σίγουρα θα αποτελεί απόρροια του τρόπου που θα σχεδιαστεί το πλαίσιο εφαρμογής.
Για να πετύχει το εγχείρημα πρέπει να υπάρξει σωστή αναλογία και πραγματική συνεργασία. Το υφιστάμενο καθεστώς επιβεβαιώνει ότι όσο μεγαλύτερη και γενναιόδωρη είναι η δημόσια στήριξη για την αντιμετώπιση των κινδύνων, τόσο πιο εξαρτημένος είναι ο παραγωγός από το κράτος και ενδεχομένως αδιάφορος απέναντι στη χρήση ιδιωτικών εργαλείων διαχείρισης κινδύνου. Ωστόσο, η ελκυστικότητα των ιδιωτικών εργαλείων διαχείρισης εξαρτάται από τον βαθμό κινδύνου, τον τομέα, την περιοχή που υπόκειται σε κίνδυνο και το μέγεθος της εκμετάλλευσης. Σημαντική παράμετρος που πρέπει να προσμετρηθεί είναι και η ευθύνη του ίδιου του παραγωγού. Για παράδειγμα, στο κατά πόσο οι αγρότες είναι διατεθειμένοι να θωρακίσουν οι ίδιοι τις αποδόσεις τους ώστε να είναι λιγότερο μεταβλητές κάνοντας χρήση νέων τεχνολογιών, επενδύοντας σε έργα υποδομής κτλ.
Σε αυτό το πλαίσιο το στοίχημα της «καλλιέργειας» ενός πλαισίου που θα έχει ισχυρές αποδόσεις στις αγροτικές ασφαλίσεις θα κερδηθεί εάν μπορέσει να εξευρεθεί η χρυσή τομή στα όρια συνεργασίας και σύνδεσης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα και κυρίως στον τρόπο που θα επιτευχθεί καλύτερη ενημέρωση του αγρότη σε θέματα διαχείρισης.
Τεχνικά πρόκειται για ένα ιδιαίτερα προκλητικό εγχείρημα καθώς η συγκεκριμένη κατηγορία ασφάλισης που απαιτεί μεγάλο βαθμό εξειδίκευση σε όλα τα επίπεδα διαχείρισης: underwriter, εκτιμητή ασφάλισης, διακανονιστή ζημίων, αντασφαλιστών και ανάπτυξης προϊόντων. Για αυτό κάθε αγροτικό ασφαλιστικό προϊόν θα πρέπει να είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε να κατάλληλο για τον συγκεκριμένο υπό τομέα του αγροτικού κόσμου.
Η δημιουργία στοχευμένων ασφαλιστικών προϊόντων πέρα από την ουσιαστικότερη προστασία των παραγωγών αποτελεί και ένα τεράστιο πεδίο ανάπτυξης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Το εγχώριο άνοιγμα της αγοράς της γεωργικής ασφάλισης που προωθεί το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης πρέπει να δώσει το έναυσμα για τη διεύρυνση του πλαισίου των προσφερόμενων ασφαλιστικών προϊόντων ώστε να είναι ικανά να καλύψουν τις ανάγκες δυναμικών γεωργικών επιχειρήσεων στην κατεύθυνση της αξιοποίησης μηχανισμών και μέσων διαχείρισης νέων κινδύνων. Για παράδειγμα, οι εταιρείες μπορούν να ξεπεράσουν τα στενά όρια ασφάλισης έναντι των φυσικών καταστροφών και να επεκταθούν στους κίνδυνους της αγοράς που προκύπτουν για παράδειγμα από τις διακυμάνσεις των τιμών, που σταδιακά με την επικείμενη μείωση των ενισχύσεων στη νέα προγραμματική περίοδο θα είναι καθοριστικής σημασίας και υπαίτιοι σοβαρών κρίσεων στην αγροτική οικονομία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση εκτιμήσεις της αγοράς σήμερα στην Ελλάδα, η γεωργική ασφάλιση αντιπροσωπεύει σε επίπεδο ασφαλίστρων κάτω του 1% της συνολικής ελληνικής ασφαλιστικής παραγωγής και μολονότι η επιλογή της ιδιωτικής ασφάλισης της γεωργικής παραγωγής δεν φέρεται να είναι ελκυστική στον αγροτικό κόσμο, το πεδίο των προγραμμάτων που ορισμένες εταιρείες έχουν παρουσία περιλαμβάνει: