Πειραγμένες γεύσεις, πειραγμένα έργα, πλέον με την πειραγμένη Ιστορία και πειραγμένα νεύρα. Τι πάθαν όλοι και διορθώνουν την Ιστορία με το ζόρι; Γιατί σε κάθε εθνική επέτειο οι πολιτικοί θέλουν σώνει και καλά να επικαιροποιήσουν το μήνυμα, άλλη με τον λαϊκισμό, άλλη με τον εθελοντισμό, άλλος με το προσφυγικό, άλλος με το περιβαλλοντικό, άλλος με την ψήφο από το εξωτερικό, άλλος με ό,τι διαφορετικό και αυτοαναφορικό; Δεν ξέρω μήπως ανακάλυψαν και σύνδεση με τον αντικαπνιστικό, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Πειραγμένες γεύσεις, πειραγμένα έργα, πλέον με την πειραγμένη Ιστορία και πειραγμένα νεύρα. Τι πάθαν όλοι και διορθώνουν την Ιστορία με το ζόρι; Γιατί σε κάθε εθνική επέτειο οι πολιτικοί θέλουν σώνει και καλά να επικαιροποιήσουν το μήνυμα, άλλη με τον λαϊκισμό, άλλη με τον εθελοντισμό, άλλος με το προσφυγικό, άλλος με το περιβαλλοντικό, άλλος με την ψήφο από το εξωτερικό, άλλος με ό,τι διαφορετικό και αυτοαναφορικό; Δεν ξέρω μήπως ανακάλυψαν και σύνδεση με τον αντικαπνιστικό.
Θα μας κάνουν να νοσταλγήσουμε το παλιό διδακτικό ή ίσως να μπούμε στον χορό της Ιστορίας από δρόμο λοξό.
Όπως στη συλλογή διηγημάτων του Σκαμπαρδώνη, υπό τον τίτλο «Νοέμβριος», όπου ένα όνειρο θα ανακαλέσει τα πρόσωπα των χαμένων Εβραίων της Θεσσαλονίκης, προκαλώντας ένα σπαρταριστό πατατράκ, μπαρουτοκαπνισμένοι στρατηγοί θα διασκεδάσουν τρελά φτιάχνοντας ένα κέικ σε μορφή σκαντζόχοιρου, δοξασμένοι Μακεδονομάχοι θα φορέσουν τα καλά τους για να στηθούν στο κέντρο μιας πλατείας, σκληροτράχηλοι αξιωματικοί θα παραδεχτούν πως κράτησαν άδειο πιστόλι στον Εμφύλιο, μυρμήγκια θα σώσουν μιαν αντάρτικη ομάδα από βέβαιο χαμό και χώρος βασανιστηρίων των Ναζί κάτω από ένα γήπεδο ζει.
Τι αγωνία κι αυτή να πουν κάτι ιδιαίτερο για τη γιορτή. Aφού δεν το ‘χουν, ας μείνουν στο «σενάριο» ασυζητητί. Κόβουν φέτες και στιγμές και τις σφηνώνουν σαν πασσάλους για να δέσουν αυθαίρετες αναγωγές. Οι προσαρμογές στη δική τους ατζέντα και ιδεολογία ή απλώς στη συγκυρία γράφουν στην ούγια αστοχία.
Ο αγώνας του 1940 ήταν μια θυσία. Nα μιλήσουν, λοιπόν, για την πορεία προς το μέτωπο; «Όλοι μαζί, δίχως μιλιά, χρόνους αμέτρητους αγκομαχώντας πλάι πλάι, διαβαίναμε τις ράχες, τα φαράγγια, δίχως να λογαριάζουμε άλλο τίποτε (...) επροχωρούσαμε ίσια πάνου σ’ αυτό που λέγαμε Κατάρα, όπως θα λέγαμε Αντάρα ή Σύγνεφο. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές, εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή, το πιο συχνά, ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας». («Το Άξιον εστί»)
Να μιλήσουν για ήρωες; «Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά».
Ας ακούσουν το μήνυμα του πιλότου ξανά. «Ετούτος δω ο λαός δε γονατίζει παρά μονάχα μπροστά στους νεκρούς του». Γιάννης Ρίτσος από τις «γειτονιές του κόσμου», αν και αναφέρεται σε άλλους ταραγμένους χρόνους.