Τεχνολογία-Επιστήμη
Τετάρτη, 09 Οκτωβρίου 2019 13:50

Χάπι για χορήγηση ενέσιμων φαρμάκων από το στόμα

Μικροβελόνες οι οποίες χορηγούν ινσουλίνη και άλλα φάρμακα στα τοιχώματα του εντέρου περιλαμβάνει η επικάλυψη ενός χαπιού- κάψουλας που ανέπτυξαν ερευνητές του ΜΙΤ.Πολλά φάρμακα, ειδικά αυτά που αποτελούνται από πρωτεΐνες, δεν μπορούν να ληφθούν από το στόμα επειδή διασπώνται στο πεπτικό σύστημα πριν ενεργήσουν.

Μικροβελόνες οι οποίες χορηγούν ινσουλίνη και άλλα φάρμακα στα τοιχώματα του εντέρου περιλαμβάνει η επικάλυψη ενός χαπιού- κάψουλας που ανέπτυξαν ερευνητές του ΜΙΤ.

Πολλά φάρμακα, ειδικά αυτά που αποτελούνται από πρωτεΐνες, δεν μπορούν να ληφθούν από το στόμα επειδή διασπώνται στο πεπτικό σύστημα πριν ενεργήσουν. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η ινσουλίνη, την οποία οι διαβητικοί πρέπει να λαμβάνουν μέσω ένεσης ημερησίως.

Μηχανικοί του ΜΙΤ σε συνεργασία με επιστήμονες της Novo Nordisk σχεδίασαν μια νέα κάψουλα φαρμάκων η οποία μπορεί να μεταφέρει ινσουλίνη ή άλλα πρωτεϊνικά φάρμακα και να τα προστατεύει από το αφιλόξενο περιβάλλον του πεπτικού συστήματος. Όταν η κάψουλα φτάνει στο λεπτό έντερο, διασπάται και αποκαλύπτει διαλυτές μικροβελόνες οι οποίες προσκολλώνται στα τοιχώματα των εντέρων, απελευθερώνοντας φάρμακα που περνούν στο αίμα.

«Είμαστε πραγματικά ευχαριστημένοι από τα τελευταία αποτελέσματα της νέας συσκευής χορήγησης από το στόμα που ανέπτυξαν τα μέλη του εργαστηρίου μας μαζί με τους συνεργάτες μας, και ανυπομονούμε να τη δούμε να βοηθά ανθρώπους με διαβήτη και άλλους στο μέλλον» είπε ο Ρόμπερτ Λάνγκερ, καθηγητής του ΜΙΤ και μέλος του Koch Institute for Integrative Cancer Research.

Όπως διαπιστώθηκε σε δοκιμές που έγιναν σε χοίρους, η κάψουλα αυτή μπορεί να φορτωθεί με ποσότητα ινσουλίνης αντίστοιχη με αυτήν μιας ένεσης, επιτρέποντας γρήγορο πέρασμά της στο αίμα μετά την απελευθέρωση των βελονών.

Ο Λάνγκερ και ο Τζιοβάνι Τραβέρσο, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών του ΜΙΤ και γαστρεντερολόγος στο Brigham and Women's Hospital είναι οι senior authors της σχετικής έρευνας, που δημοσιεύτηκε στο Nature Science. Lead Authors είναι οι Άλεξ Έιμπραμσον και Έστερ Κάφαρελ- Σαλβαδόρ.