Συνεχίζεται η προσγείωση στην πραγματικότητα, επιταχυνόμενη αυτές τις βδομάδες. Δείτε για παράδειγμα την παράταση της προθεσμίας για ένταξη στο σύστημα των 120 δόσεων, που όλοι συμφωνούσαν ότι και αναγκαία ήταν και μόνον θετική για τη λειτουργία του όλου συστήματος (είτε κανείς το θεωρεί σωτήριο, όπως διαδοχικές εντέλει ελληνικές κυβερνήσεις, είτε διατηρεί περισσότερες ή λιγότερες επιφυλάξεις, π.χ. από πλευράς Τρόικας).
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
adpapagiannidis@gmail. com
Συνεχίζεται η προσγείωση στην πραγματικότητα, επιταχυνόμενη αυτές τις βδομάδες. Δείτε για παράδειγμα την παράταση της προθεσμίας για ένταξη στο σύστημα των 120 δόσεων, που όλοι συμφωνούσαν ότι και αναγκαία ήταν και μόνον θετική για τη λειτουργία του όλου συστήματος (είτε κανείς το θεωρεί σωτήριο, όπως διαδοχικές εντέλει ελληνικές κυβερνήσεις, είτε διατηρεί περισσότερες ή λιγότερες επιφυλάξεις, π.χ. από πλευράς Τρόικας).
Παράταση μεν δόθηκε, αλλά για μιαν εβδομάδα και μόνον. Πράγμα που ουσιαστικά δεν αλλάζει την κατάσταση -να δούμε τελικά πόσοι θα προσέλθουν στη ρύθμιση, «για τελευταία φορά κ.λπ.»- αλλά και δίνει ανάμικτο σήμα: θεραπεύει την payment culture που τόσο θέλουν/απαιτούν οι Τροϊκανοί; ή προσπαθεί να ξεμπλοκάρει μιαν αληθινά στεγνωμένη αγορά και νοικοκυριά σε αδιέξοδο;
Αλλά και λίγο πιο μακρο- αν πάει κανείς, συναντά μπροστά του τον τοίχο του στόχου ρυθμού ανάπτυξης. Θυμίζουμε -όχι πως έχει ξεχαστεί, δηλαδή- ότι εδώ ήδη υπήρξε μια πρώτη προσγείωση, εκείνη της επιδίωξης για ριζική μείωση των (συμφωνημένων, πλην δημιουργών αδιεξόδων) πρωτογενών πλεονασμάτων. Το θέμα θα τεθεί, σταδιακά/μελλοντικά - όσο κι αν π.χ. το ΔΝΤ στα πλαίσια των διαβουλεύσεων του άρθρου IV επέμενε απέναντι στους Ευρωπαίους ότι η μείωση των πλεονασμάτων είναι επιτακτική ανάγκη (αλλά ...ανήκουμε στο Eurogroup). Συνεπώς, το ξαναστήσιμο των spreadsheets υπολογισμού τού ότι η μεταΜνημονιακή ισορροπία μας «βγαίνει πέρα» απαιτεί τη μεταβολή της πρόβλεψης για ρυθμούς ανάπτυξης! Εμείς, αναμεταξύ μας μιλούμε για στόχους 3% και 4%, οπότε μένει να δούμε αν θα τους ενσωματώσουμε, παρά τις συνολικά δυσοίωνες προγνώσεις για την πορεία των οικονομιών με τις οποίες η ελληνική διασυνδέεται, στον Προϋπολογισμό 2020 - αλλά και στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2020-22.
Εδώ, στην πρόσφατη παρουσία της Τρόικας /των Θεσμών στην Αθήνα υπήρξε η αίσθηση θετικής-εποικοδομητικής διάθεσης. Άλλωστε η τονικότητα της παρουσίας του ΥΠΟΙΚ Χρήστου Σταϊκούρα φαίνεται ότι λειτούργησε θετικά. Όμως οι διαθέσεις δεν ρυθμίζουν τα πάντα! Όσο για την αντίστοιχη ατμόσφαιρα στα πλαίσια των διαβουλεύσεων του άρθρου IV με το ΔΝΤ, κι εδώ οι εντυπώσεις υπήρξαν θετικές, το κλίμα εποικοδομητικό κ.λπ. Όμως...
...Όμως αυτό δεν εμπόδισε το Ταμείο να επιμείνει, φεύγοντας, στην πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης γύρω στο 2% για το 2019-20. Ενώ όμως αυτή η πρόβλεψη παρατηρήθηκε (μαζί και η εμμονή του στη συγκράτηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης), η πιο σημαντική ψηφίδα από τη στάση του Ταμείου - η αναφορά σε ρυθμούς ανάπτυξης που πέφτουν προς το 1% μετά το 2021, και μάλιστα για λόγους διαρθρωτικούς, δεν προσέχθηκε αρκετά. Η αλήθεια είναι ότι το ΔΝΤ σπανίως έχει πέσει μέσα στις προβλέψεις του - πράγμα που κάθε τόσο «διορθώνει» επαναπροσδιορίζοντας την ανάγνωση του παρελθόντος! Όπως πρόσφατα με την τοποθέτησήητου Πολ Τόμσεν στο LSE όπου -αναγνωρίζοντας βέβαια ότι οι αγορές αυτή τη στιγμή «σηκώνουν» την Ελλάδα- επέμεινε στη συνταγή του Ταμείου για συντάξεις και αφορολόγητο (συνταγή που η Τρόικα/το Eurogroup έχει αφήσει πίσω, αλλά και σύμπας ο πολιτικός κόσμος στην Ελλάδα έχει αναγάγει σε ταμπού), κυρίως όμως επιχείρησε να «φορτώσει» στις διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις την επιλογή για περισσότερη λιτότητα.
Θεωρώντας ότι συντάχθηκαν με τον ευρωπαϊκό βραχίονα της Τρόικας για υψηλότερα πλεονάσματα «για να εντυπωσιάσουν τις ευρωπαϊκές χώρες για την ελληνική αποφασιστικότητα» (αυτή η αναφορά είναι στο 2012), αλλά και για την «εσκεμμένη υπεραπόδοση του φιλόδοξου στόχου του 3,5%» ώστε να αποφευχθούν οι δύσβατες φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις (εδώ η αναφορά είναι στο 2017-19).
Η τρίτη προσγείωση στην πραγματικότητα θαρρούμε ότι θα προκύψει από το πέρασμα του Μάριο Ντράγκι από την Αθήνα. Όπου ενώ επιχειρήθηκε τις τελευταίες μέρες να εκμαιευθεί «χρησμός» για επίσπευση της ένταξης της Ελλάδας στο QE-II, μάλλον η στάση του επιβεβαίωσε τα ήδη γνωστά: ότι η συνέχιση -ή μάλλον επίταση- των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ΕΦΟΣΟΝ πείσει τις rating agencies να επιταχύνουν τις αναβαθμίσεις τους, θα δώσει στη χώρα μας την πολυπόθητη πρόσβαση στο QE νέας εποχής. Αλλά και οι προσδοκίες για ντράγκεια ευλογία του Σχεδίου «Ηρακλής» για ξεκοκκίνισμα των ισολογισμών των συστημικών τραπεζών, μάλλον προβολή ευχών αποτελούν: ο ανήφορος αυτός εξαρτάται εξίσου από Φραγκφούρτη και από Βρυξέλλες (DGComp), αλλά εξαρτάται -συνεχίζουμε να το επισημαίνουμε!- από την όρεξη των αγορών για τέτοιου είδους τιτλοποιημένο ελληνικό ρίσκο. Αλλά και... από την προσέλευση των ίδιων των τραπεζών.
Για τις επισημάνσεις Ντράγκι για το μέλλον της Ευρωζώνης, συν την παρουσία της Ελλάδας σ’ αυτό, άλλη φορά.
Οι προσδοκίες για ντράγκεια ευλογία του Σχεδίου «Ηρακλής» για ξεκοκκίνισμα των ισολογισμών των συστημικών τραπεζών, μάλλον προβολή ευχών αποτελούν: ο ανήφορος αυτός εξαρτάται εξίσου από Φραγκφούρτη και από Βρυξέλλες (DGComp), αλλά εξαρτάται -συνεχίζουμε να το επισημαίνουμε!- από την όρεξη των αγορών για τέτοιου είδους τιτλοποιημένο ελληνικό ρίσκο.