H Alibaba Group Holdings ανακοίνωσε την Τετάρτη πως έχει αναπτύξει ένα νέο τσιπ που ειδικεύεται σε εργασίες machine learning (τεχνητής νοημοσύνης), και που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση των υπηρεσιών στον τομέα του cloud computing της.
H Alibaba Group Holdings ανακοίνωσε την Τετάρτη πως έχει αναπτύξει ένα νέο τσιπ που ειδικεύεται σε εργασίες machine learning (τεχνητής νοημοσύνης), και που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση των υπηρεσιών στον τομέα του cloud computing της.
Όπως αναφέρει το Reuters, το Hanguang 800 είναι το πρώτο τσιπ τεχνητής νοημοσύνης που ανέπτυξε η ίδια η Alibaba μόνη της και χρησιμοποιείται ήδη για σκοπούς αναζητήσεων προϊόντων, αυτόματης μετάφρασης και εξατομικευμένων προτάσεων στις ιστοσελίδες του κινεζικού κολοσσού του e-commerce.
«Το λανσάρισμα του Hanguang είναι ένα σημαντικό βήμα στην επιδίωξή μας για τεχνολογίες επόμενης γενιάς, ενισχύοντας τις δυνατότητες υπολογιστή που θα αποτελέσουν “κινητήρες” των σημερινών και των αναδυόμενων επιχειρήσεών μας, βελτιώνοντας παράλληλα την αποδοτικότητα από ενεργειακής άποψης» τόνισε σε δήλωσή του ο Τζεφ Ζανγκ, CTO της Alibaba.
H Alibaba δεν σχεδιάζει άμεσα να αρχίσει την πώληση του τσιπ ως μεμονωμένου εμπορικού προϊόντος, σημείωσε εκπρόσωπος της εταιρείας.
Τεχνολογικοί κολοσσοί όπως η Alphabet (Google) και το Facebook αναπτύσσουν και αυτοί τα δικά τους τσιπ, αποσκοπώντας στη βελτίωση των επιδόσεων σε εργασίες όπου χρησιμοποιείται τεχνητή νοημοσύνη σε data centers τους.
Το εν λόγω τσιπ αναπτύχθηκε από τη DAMO Academy, ένα ερευνητικό ινστιτούτο που δημιούργησε η Alibaba στα τέλη του 2017 και την T-Head, το εξειδικευμένο τμήμα ημιαγωγών της εταιρείας. Αξίζει να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη κίνηση της Alibaba λαμβάνει χώρα εν μέσω προσπαθειών από το Πεκίνο για προώθηση της βιομηχανίας ημιαγωγών της Κίνας και μείωσης της εξάρτησης της χώρας από τις εισαγωγές βασικών τεχνολογικών ειδών από το εξωτερικό.
Η Alibaba κυριαρχεί στον κλάδο του cloud computing στην Κίνα, ελέγχοντας το 47% της αγοράς για υπηρεσίες υποδομών cloud στο πρώτο τρίμηνο του 2019, σύμφωνα με έρευνα της Canalys.