Μια μεγάλη έκθεση αφιερωμένη στον σημαντικό Έλληνα ζωγράφο Αλέξη Ακριθάκη είναι η καλύτερη αφορμή για μια εικαστική βόλτα στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού [Κουμπάρη 1 & Βασ. Σοφίας].
Μια μεγάλη έκθεση αφιερωμένη στον σημαντικό Έλληνα ζωγράφο Αλέξη Ακριθάκη είναι η καλύτερη αφορμή για μια εικαστική βόλτα στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού [Κουμπάρη 1 & Βασ. Σοφίας].
Η έκθεση «Τσίκι-Τσίκι» παρουσιάζεται, έως τις 17 Νοεμβρίου, με αφορμή την επέτειο συμπλήρωσης 80 χρόνων από τη γέννηση και 25 χρόνων από τον θάνατό του -σε επιμέλεια της -βουτηγμένης από νωρίς στα χρώματα του πατέρας της- Χλόης Geitmann-Ακριθάκη και του ιστορικού τέχνης και επιμελητή Αλέξιου Παπαζαχαρία.
Eίναι επικεντρωμένη αποκλειστικά σε μια από τις αναγνωρίσιμες τεχνικές του, το «τσίκι-τσίκι». Παρουσιάζονται, ακόμα, έργα του Ακριθάκη που θεωρούνται ιδιαίτερης σημασίας για τη δημιουργία, την εξέλιξη και τη διαφοροποίηση της χαρακτηριστικής τεχνοτροπίας από την αρχή και σε όλη τη διάρκεια της εικαστικής πορείας του σημαντικού καλλιτέχνη.
Η έκθεση αποτελεί ιδανική αφορμή για περιήγηση στα χαρακτηριστικά του πολύχρωμα μοτίβα και σύμβολα και τη μαγική του βαλίτσα που δεν άνηκε πουθενά, αντανακλώντας την αντισυμβατική προσωπικότητά του, τα βιώματα και την ίδια του τη ζωή.
Ο όρος «τσίκι-τσίκι» αποδίδεται στον Κώστα Ταχτσή, καθώς εκείνος τον πρωτοχρησιμοποίησε σε κείμενό του για τον κατάλογο έκθεσης του 1971 στη Γενεύη, στην γκαλερί του Ιόλα, αν και μάλλον ο ίδιος ο καλλιτέχνης συνήθιζε να αποκαλεί έτσι την τεχνική της σχολαστικής σχεδόν επανάληψης μοτίβων, το παραγέμισμα της λευκής επιφάνειας του χαρτιού με μικρά σχήματα από μαύρο μελάνι.
Ένα πολύ προσωπικό στυλ συγκεκριμένης τεχνοτροπίας όπου κυκλάκια, γραμμούλες, καμπύλες και αλλά πολλά ευρηματικά σχήματα αναπαράγονται σε έναν αέναο πολλαπλασιασμό, δίνοντας την εντύπωση ότι είναι ίδια, ενώ στην πραγματικότητα, αν κάποιος τα παρατηρήσει προσεκτικά, θα διαπιστώσει ότι μοιάζουν απλώς, δεν είναι ταυτόσημα.
Τον χαρακτηρισμό τους, πάντως, τον οφείλουν στον ήχο που έκανε το πενάκι πάνω στο χαρτί. Όλα ασπρόμαυρα, ενώ σε κάποια προστίθεται λίγο χρώμα. Η περίοδος, δε, κατά την οποία ο Ακριθάκης δούλευε με αυτού του τύπου την τεχνική ήταν μεταξύ 1965 και 1975.
naftemporiki.gr