Όταν τα ελληνικά ζητήματα έρχονται σε συζήτηση σε ευρωπαϊκά fora (Eurogroup της περασμένης εβδομάδας) την ίδια στιγμή που παραδίπλα τρέχουν τα μεγάλα ζητήματα της Ευρωζώνης (νέα φάση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, ως αποχαιρετιστήριο του σούπερ-Μάριο Ντράγκι), δεν είναι παράξενο που στη δική μας δημόσια συζήτηση περισσότερο προσέχεται η πρώτη προβληματική, ενώ η δεύτερη θα αποβεί πολύ-πολύ πιο επιδραστική ακόμη και για τα δικά μας, γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Tου Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Όταν τα ελληνικά ζητήματα έρχονται σε συζήτηση σε ευρωπαϊκά fora (Eurogroup της περασμένης εβδομάδας) την ίδια στιγμή που παραδίπλα τρέχουν τα μεγάλα ζητήματα της Ευρωζώνης (νέα φάση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, ως αποχαιρετιστήριο του σούπερ-Μάριο Ντράγκι), δεν είναι παράξενο που στη δική μας δημόσια συζήτηση περισσότερο προσέχεται η πρώτη προβληματική, ενώ η δεύτερη θα αποβεί πολύ-πολύ πιο επιδραστική ακόμη και για τα δικά μας. Όμως… θα ακολουθήσουμε την πεπατημένη:
Συνεχίζοντας τη γραμμή της επιφυλακτικότητας και των σταδιακών βημάτων -«χαμηλά την μπάλα»- σε αντίθεση με την υπερεπικοινωνιακή λογική που διαδίδεται στο σημερινό κυβερνητικό σχήμα, από τη νομοθέτηση του «επιτελικού κράτους» και του επενδυτικού νόμου (με σημαντικές, διόλου εύκολες παρεμβάσεις στα εργασιακά) και μέχρι την προώθηση του project του Ελληνικού, για να μην πάμε στα πιο απομακρυσμένα από τα οικονομικά, ο ΥΠΟΙΚ Χρήστος Σταϊκούρας πέρασε την πρώτη δοκιμασία Eurogroup με συμπαθητικό κλίμα.
Δεν την έχουμε την πληροφόρηση από Αθήνα, αλλά από εκείνο που συνηθίσαμε να λέμε «διαδρόμους των Βρυξελλών». Όπου η σταδιακή προσέγγιση στα πράγματα και η διακριτική λειτουργία, η απόλυτη δηλαδή αντίθεση από τη μνήμη ημερών 2015, λειτουργεί ανακουφιστικά. Το γεγονός ότι το ίδιο το Eurogroup -ο Μάριο Σεντένο την έχει τη συνήθεια να κάνει τοποθετήσεις!- απέφυγε να βγάλει προς τα έξω εκτιμήσεις, αφήνοντας στον Κλάους Ρέγκλινγκ (ως διευθυντή του ESM, δηλαδή στη διοικητική ιεραρχία, αν και με κομβικό ρόλο) την ευθύνη να τοποθετηθεί περί ελληνικών προοπτικών, είχε αφ’ εαυτού το ενδιαφέρον του. [Όσοι ρώτησαν για περισσότερες λεπτομέρειες έλαβαν τη μη απάντηση, ότι το Eurogroup της Παρασκευής και 13 είχε… αλλού είδους ημερήσια διάταξη: μελέτη της «ποιότητας των δημοσίων οικονομικών», συζήτηση για πρωτοβουλίες διαφάνειας στις εργασίες του ίδιου του Eurogroup (ο Γιάνης -ένα «ν»- Βαρουφάκης θα ‘πρεπε να ήταν επίτιμος καλεσμένος!), συν μεταπρογραμματική εποπτεία της Ιρλανδίας… Ελλάδα (Σταϊκούρας) και Ιταλία (Γκουαλτιέρι - αυτός με πείρα Επιτροπής ECON του Ευρωκοινοβουλίου) απλώς εκλήθησαν να κάνουν παρουσίαση της πολιτικής τους. Ο Μάριο Σεντένο αρκέστηκε λοιπόν να παραπέμψει στο Eurogroup Οκτωβρίου (Λουξεμβούργο) - οπότε και θα είναι διαθέσιμη η τέταρτη έκθεση μεταμνημονιακής παρακολούθησης για την Ελλάδα.]
Αν όλα αυτά ακούγονται ανακουφιστικά γκρίζα, η τοποθέτηση Ρέγκλινγκ στη συνέντευξη Τύπου -όπου στάθηκε πρώτα στην πρόωρη αποπληρωμή του ακριβού δανείου ΔΝΤ (θυμίζοντας, ωστόσο, ότι ακόμη κι εδώ υπάρχουν διαδικασίες…) και ύστερα στη γενικότητα του καλωσορίσματος «φιλοαναπτυξιακών μεταρρυθμίσεων»- είχε και περιεχόμενο. Ποιο; Το αναμενόμενο. «Παντρεύεται» με την προαναγγελμένη προσέγγιση των Αθηνών στο θέμα της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων: θα συνεκτιμηθεί -αφού πρώτα το 3,5% τηρηθεί το 2019 και στον προϋπολογισμό 2020- η επίτευξη «υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης από τις υποθέσεις μας στην τελευταία ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους» (η διαβόητη DSA - όχι του ΔΝΤ, των Ευρωπαίων), αλλά και η εμπέδωση των επιτοκίων («μακροπρόθεσμα») σε χαμηλότερα επίπεδα.
Καθώς, τώρα, οι αναφορές αυτές έρχονται και δένουν με το σημαντικό κλίμα που αναπτύχθηκε με την απόφαση της ΕΚΤ να προ-ανακοινώσει (θα ισχύσει από 1ης Νοεμβρίου) συνέχιση της ποσοτικής χαλάρωσης (Q.E.) σε συγκρατημένα επίπεδα (δηλαδή με αγορές αξιών… 20 δισ. ευρώ τον μήνα) αλλά για απροσδιόριστο βάθος χρόνου, μαζί και με λίγο βαθύτερα αρνητικά επιτόκια (στο -0,5% που θα πληρώνουν πλέον οι τράπεζες για να παρκάρουν κεφάλαια στην ΕΚΤ), προκύπτει ένα ενδιαφέρον περιβάλλον. Ενδιαφέρον δεν σημαίνει εύκολο, βέβαια! Τα μέτρα - κληρονομιά Ντράγκι σημαίνουν ότι η αποεπιτάχυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας ανησυχεί - σοβαρά. Τι ρυθμούς ανάπτυξης μπορεί, αληθινά, να προσδοκά η ελληνική οικονομία σε 6-9 μήνες από τώρα σε τέτοιο φόντο;
Ένα κρατούμενο, αυτό. Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι το Q.E., το οποίο χάσαμε στα καλά χρόνια της ευρωπαϊκής οικονομίας, θα είναι μαζί μας για πολύ καιρό, δημιουργεί εκείνο που λέμε «προοπτικές». Βέβαια, για να έχουν νόημα αυτές οι προοπτικές θα πρέπει οι συστημικές τράπεζες να αντέξουν με το ξεκοκκίνισμα των χαρτοφυλακίων τους: μεγαλύτερο βάρος θα πέσει στον -ακόμη πιο διακριτικά κινούμενο, στο ΥΠΕΘΟ- Γιώργο Ζαββό, μαζί βέβαια με την προεργασία ΤτΕ/Γιάννη Στουρνάρα.
Μιας και αναφερθήκαμε στην ΤτΕ στοιχηματίζουμε ότι εκείνο που θα παρακολουθεί με σασπένς αυτές τις μέρες είναι το πώς αντιδρά η αγορά στην άρση των capital controls. Φαίνεται -κι αυτό είναι καθησυχαστικό- ότι στους ιδιώτες «επικρατεί ηρεμία (=όχι εκροές προφύλαξης, τώρα που μπορούμε)». Αντίθετα, από τις επιχειρήσεις γίνονται προετοιμασίες για επερχόμενες εισροές…
Όσο για τη μελλοντική κατοχύρωση των χαμηλών επιτοκίων, θα επανέλθουμε: για την ώρα στη διαχείριση του χρέους, από Lazard (ΓΑΠ) πήγαμε Rothschild (ΣΥΡΙΖΑ), τώρα πάλι Lazard.