Το Αναπτυξιακό Πολυνομοσχέδιο, το οποίο τέθηκε σε δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση, σίγουρα έχει ως στόχο να αλλάξει το τοπίο στην αγορά εργασίας. Αναμφισβήτητα εισάγει μέτρα για την καταπολέμηση της υποδηλωμένης εργασίας, αναβαθμίζει και διευρύνει τον ρόλο του Πληροφοριακού Συστήματος Εργάνη στην καταγραφή της εργασίας και της απασχόλησης και το κυριότερο αυστηροποιεί το πλαίσιο για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της πλήρους απασχόλησης, γράφει ο Γιώργος Κούρος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Το Αναπτυξιακό Πολυνομοσχέδιο, το οποίο τέθηκε σε δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση, σίγουρα έχει ως στόχο να αλλάξει το τοπίο στην αγορά εργασίας. Αναμφισβήτητα εισάγει μέτρα για την καταπολέμηση της υποδηλωμένης εργασίας, αναβαθμίζει και διευρύνει τον ρόλο του Πληροφοριακού Συστήματος Εργάνη στην καταγραφή της εργασίας και της απασχόλησης και το κυριότερο αυστηροποιεί το πλαίσιο για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της πλήρους απασχόλησης. Παράλληλα δημιουργεί, για πρώτη φορά, ηλεκτρονικό μητρώο παραβατικότητας και αδήλωτης εργασίας, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζει τη διαφάνεια στον ΕΦΚΑ με την υποχρέωση κατάρτισης ισολογισμών και την πιστή απεικόνιση της χρηματοοικονομικής κατάστασης του οργανισμού.
Θετικότερα όλων πρέπει να χαρακτηριστούν τα μέτρα που καθορίζουν το πώς θα αντιμετωπιστεί η αδήλωτη εργασία, καθώς προβλέπεται ότι όπου διαπιστώνεται από τις αρχές η μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλεται στον εργοδότη πρόστιμο ποσού 10.500 ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων.
Μάλιστα, σε περίπτωση υποτροπής του εργοδότη, η οποία διαπιστώνεται εντός τριών ετών από τον πρώτο έλεγχο, το πρόστιμο που προαναφέρθηκε ανά εργαζόμενο επιβάλλεται προσαυξημένο ως εξής: α) κατά 100% για την πρώτη, μετά την αρχική παράβαση και β) κατά 200% για κάθε μεταγενέστερη παράβαση από αυτήν της περίπτωσης α’, που διαπιστώνεται σε έλεγχο διενεργούμενο σε διαφορετική ημερομηνία. Μέχρι εδώ όλα καλά, αλλά… Στο εν λόγω νομοσχέδιο έχει ενταχθεί όμως διάταξη που προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών όρων που θα εξαιρούν κλάδους και περιοχές από την εφαρμογή ισχυόντων όρων εργασίας.
Συγκεκριμένα η διάταξη αφορά «εργαζομένους που απασχολούνται σε ειδικής κατηγορίας επιχειρήσεις, όπως επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού και επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως κατ’ εξοχήν επιχειρήσεις σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή συνδιαλλαγής ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης».
Με απλά λόγια με την ανωτέρω διάταξη ουσιαστικά θεσπίζεται η εξαίρεση επιχειρήσεων από την εφαρμογή των εθνικών και κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Μάλιστα με τη διάταξη ανοίγει ο δρόμος και για τη δημιουργία Ειδικών Ζωνών Εργασίας σε περιοχές που έχουν υποστεί σημαντικές επιπτώσεις από την κρίση και τώρα θα επιχειρηθεί να προσελκύσουν κεφάλαια. Είναι λοιπόν φανερό ότι το νομοσχέδιο μπορεί να έχει πολλά θετικά, όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος «εκτροπών» που μπορεί να γυρίσουν «μπούμερανγκ» κατά των εργαζομένων.