H αλήθεια είναι ότι τον τελευταίο καιρό επικρατεί μεγάλη απαισιοδοξία για την Ευρωζώνη, ειδικά όταν η μεγαλύτερη οικονομία της, η Γερμανία, οδεύει σε ύφεση, γράφει η Έφη Τριήρη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
H αλήθεια είναι ότι τον τελευταίο καιρό επικρατεί μεγάλη απαισιοδοξία για την Ευρωζώνη, ειδικά όταν η μεγαλύτερη οικονομία της, η Γερμανία, οδεύει σε ύφεση. Όμως, η Γαλλία, η δεύτερη μεγάλη οικονομία, έπειτα από ένα άκρως δύσκολο έτος το 2018, φαίνεται να συμπεριφέρεται πολύ καλύτερα απ’ ό,τι περίμεναν οι περισσότεροι αναλυτές. Το οικονομικό μοντέλο της -λιγότερο εξαρτημένη από τις εξαγωγές σε σύγκριση με τη Γερμανία- αποδεικνύεται πολύ πιο ανθεκτικό στους κινδύνους που συνεπάγεται ένας εμπορικός πόλεμος. Η απόφαση, δε, της γαλλικής κυβέρνησης να προβεί σε ορισμένα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης ύψους 25 δισ. ευρώ στο τέλος του προηγούμενου έτους για να ηρεμήσει το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» αποδείχθηκε αρκετά σοφή. Τα μέτρα παρείχαν κάποια υποστήριξη την ώρα που η οικονομία της χώρας επιβραδυνόταν, παρότι ήρθαν σε αντίθεση με την προεκλογική δέσμευση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να μειώσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού.
Το γαλλικό ΑΕΠ αναπτύχθηκε με ρυθμό 0,2% στο τρίμηνο έως τα τέλη Ιουνίου. Παρότι είναι πολύ χαμηλό και λιγότερο του προβλεπομένου, είναι καλύτερο από το αντίστοιχο της Ιταλίας και της Γερμανίας. Οι ενδείξεις για το τρίτο τρίμηνο προδιαγράφονται ισχυρότερες συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες του ευρώ και η Κομισιόν προβλέπει ότι η οικονομία της Γαλλίας θα τρέξει με ρυθμό 1,3% φέτος συγκριτικά με 0,5% για τη Γερμανία και 0,1% για την Ιταλία.
Η Γαλλία είναι λιγότερο εκτεθειμένη στις στρεβλώσεις του παγκόσμιου εμπορίου σε σχέση με τη Γερμανία. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αντιστοιχούν στο 31% του γαλλικού ΑΕΠ, όταν στη Γερμανία φθάνουν στο 47%, ενώ η Γαλλία έχει έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών όταν η Γερμανία επιδεικνύει ένα τεράστιο πλεόνασμα 7,3% του ΑΕΠ. Κάτι που έχει επανειλημμένως βρεθεί στο στόχαστρο της Κομισιόν. Η πιο κλειστή οικονομία λοιπόν της Γαλλίας αποδεικνύεται χρήσιμη σε καιρούς χαλεπούς, καθώς η εσωτερική ζήτηση φαίνεται ότι μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη. Η αγορά εργασίας της έχει βελτιωθεί, με την ανεργία στο 8,6%, σε χαμηλό δεκαετίας, οι μισθοί αυξάνονται και το κατά κεφαλήν εισόδημα βελτιώθηκε τα τελευταία τρίμηνα.
Βεβαίως, δεν είναι όλα θετικά. Η σχέση χρέους/ΑΕΠ της είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρωζώνη και οι δεσμεύσεις Μακρόν για μεταρρυθμίσεις τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς δεν έχουν υλοποιηθεί. Επιπλέον, μία ύφεση στη Γερμανία θα επηρεάσει και τους γειτόνους της. Τα καλύτερα όμως οικονομικά δεδομένα ίσως να προσφέρουν τώρα στη Γαλλία την ευκαιρία που ζητεί για να ηγηθεί της Ευρώπης στην προσπάθεια για μία ένωση πιο δημοκρατική και πιο αποτελεσματική.