Πάνω από 90-95% των βουλιμικών ατόμων είναι γυναίκες, ενώ στις έφηβες κοπέλες η βουλιμία εμφανίζεται σε ποσοστό από 1% έως 3%, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Στους δε άνδρες, η βουλιμία συναντάται στο 1/10 των παραπάνω ποσοστών.
Της Ανθής Αγγελοπούλου
Πάνω από 90-95% των βουλιμικών ατόμων είναι γυναίκες, ενώ στις έφηβες κοπέλες η βουλιμία εμφανίζεται σε ποσοστό από 1% έως 3%, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Στους δε άνδρες, η βουλιμία συναντάται στο 1/10 των παραπάνω ποσοστών.
Όπως μας εξηγεί ο κ. Γιώργος Παπαγεωργίου, Bsc (Psychology) University of London, MSc (Health Psychology) University of Central Lancashire, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Σχεσιακής Ψυχανάλυσης (IARPP) – ΗΠΑ, οι μελέτες έχουν δείξει ότι η κληρονομικότητα είναι αυτή, που παίζει σημαντικό ρόλο στην παχυσαρκία επηρεάζοντας το 40% των περιστατικών. Το υπόλοιπο 60% σχετίζεται με παράγοντες κοινωνικού περιβάλλοντος που έχουν προκύψει μετά τη γέννηση, ή ακόμα και με ζητήματα προσωπικής ευθύνης.
Σύμφωνα με τον κύριο Παπαγεωργίου, υπάρχει άμεση στατιστική συσχέτιση της βουλιμίας με την παρουσία κατάθλιψης και διαταραχών άγχους, ενώ το φαινόμενο φαίνεται να συνδέεται, επίσης, και με αναφορές χαμηλής αυτοεκτίμησης, ιστορικό σωματικής κακοποίησης καθώς και ιστορικό χρήσης ουσιών.
Η επιρροή της κληρονομικότητας συσχετίζεται περισσότερο με το βάρος των βιολογικών γονέων απ' ότι με το βάρος των θετών γονέων, που ανατρέφουν τα παιδιά. Τα παιδιά βουλιμικών γονέων έχουν τετραπλάσιες πιθανότητες από το μέσο όρο να εκδηλώσουν την ίδια διαταραχή στη ζωή τους.
Η βουλιμική συμπεριφορά, ωστόσο, εξηγείται και από την έλλειψη αισθήματος κορεσμού (η ψυχική αίσθηση του "χόρτασα"), η οποία συμβαίνει, όταν στον εγκέφαλο του πάσχοντα από τη διαταραχή, αργεί πολύ να ενεργοποιηθεί η διαδικασία του κορεσμού. Υπεύθυνη ουσία που προωθεί το αίσθημα κορεσμού είναι η σεροτονίνη.
Σύμφωνα με νεότερες αναφορές, τα φάρμακα που δρουν ενάντια στην κατάθλιψη, δηλαδή τα αντικαταθλιπτικά, αυξάνουν τη δραστηριότητα της σεροτονίνης, δηλαδή της ουσίας που έχει επίσης αποδειχθεί ότι προωθεί το αίσθημα του κορεσμού.
Φαίνεται λοιπόν ότι όσοι είναι σε αγωγή αντικαταθλιπτικών “χορταίνουν” σημαντικά νωρίτερα απ΄ όταν πριν λάβουν αγωγή, και αυτή η προκαλούμενη μείωση του αισθήματος πείνας νομίζουν ότι τους βοηθάει στην αρχική τους προσπάθεια απώλειας βάρους. Και δυστυχώς, αρκετοί το εφαρμόζουν από μόνοι τους, χωρίς ιατρική συμβουλή προς αυτό, πράγμα απαράδεκτο. Το αίσθημα αυτό όμως τους ξεγελά καθώς μόνο στην αρχή δείχνει να «δουλεύει» αλλά τελικά δεν έχει χρησιμότητα μετά τη λήξη της αγωγής. Χωρίς ψυχοθεραπεία, οι περισσότεροι δυστυχώς υποτροπιάζουν και επανέρχονται στην πρότερη κατάσταση βάρους και κατάθλιψης.
Τι ξέρουμε για τη βουλιμία
Η λέξη “βουλιμία”, προέρχεται από τις λέξεις “βους” (βόδι) και “λιμός” (πείνα). Σε ελεύθερη απόδοση, είναι αυτός ο οποίος όταν πεινάει, τρώει “σαν βόδι”, δηλαδή ο άνθρωπος που καταναλώνει τροφή σε μεγάλες ποσότητες.
Η βουλιμία παράγει έντονο και διαρκές αρνητικό συναίσθημα, το οποίο μπορεί να συνδέεται ή και να προκαλεί ακόμα και κατάθλιψη. Άλλα δυσάρεστα ψυχικά φαινόμενα που συνυπάρχουν με τη βουλιμία (αυτά που λέμε συννοσηρότητες) είναι οι διαταραχές στη διάθεση, το άγχος, οι διαταραχές προσωπικότητας, η μείωση της λειτουργικότητας στο κοινωνικό πλαίσιο κ.α..
Εννέα στους δέκα που κάνουν διατροφή και άσκηση χωρίς ψυχοθεραπεία “επιστρέφουν” στην παχυσαρκία
Η καθαρά βιολογική αντιμετώπιση των επιπτώσεων της βουλιμίας μέσα από δίαιτες αδυνατίσματος και γυμναστήριο, αποδεικνύονται συχνά ανεπαρκείς λύσεις, αν δεν συνυπάρχει έντονη ψυχοθεραπευτική στήριξη, εξηγεί ο ειδικός και επισημαίνει ότι, αποτελέσματα από τη δίαιτα μπορεί να υπάρξουν, αλλά τις περισσότερες φορές μετά από 6 έως 12 μήνες τα συμπτώματα της βουλιμίας και τα περιττά κιλά επιστρέφουν.
Δεν ευθύνεται η οποιαδήποτε δίαιτα γι' αυτό, καθώς η επιστροφή στην υπερφαγία, συνδέεται με την ψυχική ανάγκη που δημιούργησε το πρόβλημα, η οποία τελικά δεν έχει αντιμετωπιστεί.
7 στους 10 βουλιμικούς, σύμφωνα με έρευνες, μπορεί να φέρουν αξιόλογα αποτελέσματα με την εφαρμογή μιας σκληρής διατροφής ή άσκησης, όμως, όνο 1 στους 10 παραμένει πιστός στην απόφασή του να χάσει βάρος ενώ, 2 στους 10 όχι μόνο επανέρχονται στις “παλιές” τους συνήθειες, αλλά και επιδεινώνονται σημαντικά. Στο συντριπτικό ποσοστό του 90% (δηλαδή οι 9 στους 10) στο τέλος επιστρέφουν στα περιττά κιλά.
Οι ψυχογενείς διατροφικές διαταραχές είναι πολύπλοκες καταστάσεις
Πρόκειται για καταστάσεις που πηγάζουν από ψυχολογικές δυσκολίες, οι οποίες χρειάζονται αντιμετώπιση και προσοχή. Οι διαταραγμένες διατροφικές συνήθειες προέρχονται συνήθως από καταπιεσμένα συναισθηματικά θέματα, τα οποία δεν μπορεί το άτομο να αντιμετωπίσει μόνο του, με αποτέλεσμα να γίνεται βλαβερό προς τον εαυτόν του. Η ψυχογενής βουλιμία, για παράδειγμα, υποκρύπτει συναισθηματικές ανάγκες και βαθιά ψυχολογικά προβλήματα, που αποδεικνύεται ότι δεν μπορούν να ικανοποιηθούν μέσα από την υπερβολική διατροφή.