Στάση σιωπής αποφάσισε να τηρήσει η αμερικανική κυβέρνηση κατά την πρώτη μέρα της επίσημης παραλαβής του ρωσικού συστήματος S-400 από την Τουρκία. Την ίδια ώρα, η συγκεκριμένη εξέλιξη προκάλεσε έντονες αντιδράσεις σε διακομματική βάση στο Καπιτώλιο, με σύσσωμη την θεσμική ηγεσία τον αρμόδιων επιτροπών και των δύο νομοθετικών σωμάτων να ζητά από τον Λευκό Οίκο την ενεργοποίηση των κυρώσεων.
Στάση σιωπής αποφάσισε να τηρήσει η αμερικανική κυβέρνηση κατά την πρώτη μέρα της επίσημης παραλαβής του ρωσικού συστήματος S-400 από την Τουρκία. Την ίδια ώρα, η συγκεκριμένη εξέλιξη προκάλεσε έντονες αντιδράσεις σε διακομματική βάση στο Καπιτώλιο, με σύσσωμη την θεσμική ηγεσία τον αρμόδιων επιτροπών και των δύο νομοθετικών σωμάτων να ζητά από τον Λευκό Οίκο την ενεργοποίηση των κυρώσεων.
Από νωρίς την Παρασκευή είχε ανακοινωθεί ότι το Πεντάγωνο θα πραγματοποιήσει επίσημη ενημέρωση για το ζήτημα των S-400. Νωρίτερα ο υπηρεσιακός υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Μαρκ Έσπερ, είχε δηλώσει ότι η στάση της Ουάσιγκτον δεν έχει αλλάξει και παρέπεμψε στην ενημέρωση που θα ακολουθούσε. Στο ενδιάμεσο μεσολάβησε η τηλεφωνική επικοινωνία του κ. Έσπερ με τον Τούρκο ομόλογό του Χουλουσί Ακάρ.
Ωστόσο μετά την ολοκλήρωση της συνομιλίας, το Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι αναβάλλει «επ’ αόριστον» την ενημέρωση και πως δεν πρόκειται να εκδοθεί η συνήθης ανακοίνωση που αφορά το περιεχόμενο της συζήτησης των δύο υπουργών. Η συγκεκριμένη εξέλιξη σημαίνει ότι δεν υπάρχει μέχρι στιγμής κάποια επίσημη αντίδραση από την αμερικανική κυβέρνηση.
Την αποπομπή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των μαχητικών F-35 ζητά η ηγεσία της επιτροπής Διεθνών Υποθέσεων της αμερικανικής Βουλής, σημειώνοντας ότι πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις στους Τούρκους που έχουν επιχειρηματικές συναλλαγές με τον ρωσικό αμυντικό τομέα. Στην κοινή ανακοίνωση που υπογράφει ο πρόεδρος της επιτροπής, Έλιοτ Ένγκελ, αλλά και ο επικεφαλής της μειοψηφίας, Μάικλ ΜακΚολ, σημειώνεται ότι η Τουρκία πρέπει να αντιμετωπίσει «σκληρές συνέπειες» για αυτή την απόφαση.
«Έχουμε προειδοποιήσει επανειλημμένα την Τουρκία και τον πρόεδρο Ερντογάν ότι η παραλαβή του ρωσικού συστήματος αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας S-400 θα έχει σοβαρές συνέπειες στην σχέση των ΗΠΑ με την Τουρκία, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35. Τους έχουμε προειδοποιήσει ότι η απόκτηση του συστήματος S-400 θα ενεργοποιήσει κυρώσεις», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Μάλιστα οι δύο Αμερικανοί βουλευτές υπενθυμίζουν ότι η επιτροπή είχε στηρίξει την προσφορά της κυβέρνησης για την πώληση του συστήματος PATRIOT, το οποίο θα ήταν απόλυτα επαρκές για την κάλυψη των αναγκών της Τουρκίας στον τομέα της αεροπορικής και πυραυλικής άμυνας.
«Ο πρόεδρος Ερντογάν έκανε μια πολύ σαφή επιλογή. Δυστυχώς, έκανε σαφώς τη λάθος επιλογή. Το γεγονός ότι ένας σύμμαχος του ΝΑΤΟ επέλεξε να ταχθεί με την Ρωσία και τον Βλαντιμίρ Πούτιν αντί για τη συμμαχία και τη στενότερη συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι δύσκολο να κατανοηθεί».
Στο ίδιο μήκος κινήθηκε και η αρμόδια ηγεσία της Γερουσίας των ΗΠΑ, η οποία ζήτησε επίσης την επιβολή κυρώσεων και κατηγόρησε τον πρόεδρο Ερντογάν ότι επέλεξε μια επικίνδυνη συνεργασία με την Ρωσία που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, την οικονομική ευημερία αλλά και την ακεραιότητα του ΝΑΤΟ.
Ειδικότερα στην κοινή ανακοίνωση που εξέδωσε η επιτροπή Ενόπλων Δυνάμεων και η επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων τονίζεται ότι «σε ισχυρή, διακομματική βάση, το Κογκρέσο έχει ξεκαθαρίσει ότι θα πρέπει να υπάρξουν συνέπειες για την λανθασμένη απόκτηση των S-400 από τον πρόεδρο Ερντογάν, μια ανησυχητική ένδειξη της στρατηγικής ευθυγράμμισης με τη Ρωσία του (Βλαντίμιρ) Πούτιν και απειλής για το πρόγραμμα των F-35».
Συνεχίζοντας, η ανακοίνωση προτρέπει τον πρόεδρο Τραμπ «να εφαρμόσει πλήρως τις κυρώσεις» που προβλέπονται στο πλαίσιο του νόμου για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων (CAATSA). Επιπλέον, οι γερουσιαστές καλούν το Πεντάγωνο να προχωρήσει στην αποπομπή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35.
Τέλος, στην ανακοίνωσή τους οι γερουσιαστές υπενθυμίζουν ότι η Άγκυρα παραμένει ένας σημαντικός σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και αφήνουν ανοιχτή την ελπίδα ότι η «στρατηγική σχέση» των δύο χωρών θα καταφέρει να ξεπεράσει αυτές τις σημαντικές διαφορές. Παρόλα όμως αυτά, ξεκαθαρίζουν ότι «η συνεχιζόμενη βελτίωση της συνεργασίας μας (ΗΠΑ-Τουρκίας) δεν θα είναι εφικτή εφόσον ο πρόεδρος Ερντογάν παραμείνει σταθερός στην εμβάθυνση των δεσμών με τον Βλαντίμιρ Πούτιν εις βάρος της οικονομικής ευημερίας της Τουρκίας και της ασφάλειας της συμμαχίας του ΝΑΤΟ».
naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ