Η αγορά του λιανεμπορίου αναζητά ανάσα στις εκπτώσεις την ώρα που η οnline αγορά μόδας συνεχίζει να κινείται με υψηλότερη ταχύτητα, με τις προβλέψεις να αναφέρουν ετήσια ανάπτυξη 8% τοποθετώντας την αξία της πάνω από τα 350 εκατ. ευρώ - και με προοπτική να ξεπεράσει τα 410 εκατ. ευρώ σε μια τριετία.
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Η αγορά του λιανεμπορίου αναζητά ανάσα στις εκπτώσεις την ώρα που η οnline αγορά μόδας συνεχίζει να κινείται με υψηλότερη ταχύτητα, με τις προβλέψεις να αναφέρουν ετήσια ανάπτυξη 8% τοποθετώντας την αξία της πάνω από τα 350 εκατ. ευρώ - και με προοπτική να ξεπεράσει τα 410 εκατ. ευρώ σε μια τριετία.
Ουσιαστικά διαπιστώνεται ότι οι αγορές μέσω διαδικτύου αυξάνονται σημαντικά, σε αντίθεση με τις γενικές πωλήσεις στον κλάδο της μόδας οι οποίες παραμένουν σχεδόν στάσιμες. Η συνολική αξία των online πωλήσεων εκτιμάται στα 350 εκατ. ευρώ (με έτος βάσης το 2018) και η πρόβλεψη για την ανάπτυξη της αγοράς την περίοδο 2018 - 2019 αναφέρει ρυθμό 8% ενώ με ορίζοντα το 2022 η αξία της αναμένεται να ξεπεράσει τα 410 εκατ. ευρώ.
Στις εκτιμήσεις αυτές καταλήγει έρευνα με τη συμμετοχή 1.000 Ελλήνων καταναλωτών, που διεξήγαγε η GLAMI, μια online παγκόσμια πλατφόρμα πληροφόρησης γύρω από τα θέματα της μόδας, μέλος του ομίλου Inspigroup - που δημιουργήθηκε το 2013 στην Τσεχία και πλέον δραστηριοποιείται σε 13 χώρες, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα, όπου συνεργάζεται με περισσότερα από 250 e-shops.
Οι τάσεις που περιγράφει η έρευνα του GLAMI επιβεβαιώνονται και από την ετήσια μελέτη του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Εμπορίου (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που προβλέπει ότι το 2019 αναμένεται περίπου 4 εκατομμύρια Έλληνες να αγοράσουν online προϊόντα/υπηρεσίες αξίας πάνω από 5 δισ. ευρώ. Και η τάση θα είναι αυξητική τα επόμενα χρόνια, αφού μόνο το 40% του πληθυσμού πραγματοποιεί ηλεκτρονικές αγορές όταν τα αντίστοιχα ποσοστά σε ώριμες online ευρωπαϊκές αγορές ξεπερνούν το 70%-75%. Οι κορυφαίες κατηγορίες online αγορών με βάση την έρευνα του ELTRUN είναι: Διαμονή σε καταλύματα (με το 50% των απαντήσεων), ταξιδιωτικές υπηρεσίες (46%), έτοιμο φαγητό (43%), ένδυση/υπόδηση (42%), εξοπλισμός Η/Υ (41%), ηλεκτρονικές συσκευές (40%), εισιτήρια για εκδηλώσεις (39%), βιβλία (37%), οικιακά είδη (36%), είδη φαρμακείου (30%), προσωπική φροντίδα (30%) και ασφάλειες (26%). Δεν αναμένονται σημαντικές αλλαγές στην κατάταξη αυτή το 2019.
Η κατηγορία με την μεγαλύτερη αύξηση το 2018 ήταν «παραγγελία έτοιμου φαγητού» που έφθασε τα 500 εκατ. ευρώ σε αξία online αγορών.
Σύμφωνα με την έρευνα που έχει κάνει για την ελληνική αγορά το GLAMI, οι καταναλωτές εκτιμούν την ευκολία πρόσβασης στις online αγορές, την ποικιλία επιλογών και κυρίως τις προσφορές και τις συμφέρουσες τιμές. Εξάλλου, η μία στις τρεις αγορές πραγματοποιείται πλέον online - αφού σε ερώτημα από πού αγοράζετε συνήθως ρούχα οι καταναλωτές απαντούν σε ποσοστό 35,56% online.
Οι επιλογές των Ελλήνων αγοραστών
Η έλλειψη ποικιλίας, η πολυκοσμία και οι υψηλές τιμές στα φυσικά καταστήματα στρέφουν τους ερωτώμενους στη διαδικτυακή αναζήτηση. Ειδικότερα, στα online καταστήματα πιστώνονται οφέλη: από τις καλές τιμές σε ποσοστό 55%, από την προσβασιμότητα σε ποσοστό 54%, τη μεγάλη ποικιλία 53%, την αποτελεσματικότητα 29% και την ευκολία 13%. Μάλιστα ένα ποσοστό 5% αναφέρει ότι ψωνίζει πάντα online.
Αντίθετα, στα φυσικά καταστήματα η πολυκοσμία φαίνεται να είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα, όπως αναφέρει το 43%. Μειονεκτήματα εντοπίζονται επίσης στο γεγονός ότι οι καταναλωτές δεν βρίσκουν αρκετές επιλογές στα φυσικά καταστήματα όσο στα e-shop (37%), οι τιμές είναι υψηλές (26%), σπαταλούν άσκοπα χρόνο (15%) και εντοπίζουν ελλείψεις, όπως π.χ. σε νούμερα (6%).
Έτσι, μεγάλο ποσοστό καταναλωτών στρέφεται στις online αγορές. Μάλιστα σ’ αυτή την έρευνα, το 61% των ερωτώμενων λέει ότι προτιμά να ψωνίζει προϊόντα μόδας από ελληνικά e-shops. Στις γενικές επιλογές των Ελλήνων αγοραστών το 85% των online αγοραστών κάνει πλέον πάνω από το 80% των online αγορών του από ελληνικά ηλεκτρονικά καταστήματα. Το 40% των ερωτώμενων ψωνίζει και από διεθνή e-shops τα οποία είναι στα ελληνικά, ενώ οι υπόλοιποι αποθαρρύνονται από το κόστος και το μεγάλο χρόνο παράδοσης.
Ειδικότερα, σε ερώτημα προς το καταναλωτικό κοινό: τι σας εμποδίζει να ψωνίσετε από ξένα e-shops, το κόστος παράδοσης συγκέντρωσε σκορ 34% καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση της κατάταξης, ο χρόνος παράδοσης συγκέντρωσε 29%, όπως και η πολυπλοκότητα της διαδικασίας, η αβεβαιότητα 28%, οι μέθοδοι πληρωμής 23%, το κόστος πληρωμής 15% και οι επιλογές παράδοσης 6%.
Διαπιστώνεται δε ότι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αγοραστές αποθαρρύνονται περισσότερο από τις πολύπλοκες διαδικασίες επιστροφών, το κόστος και τον χρόνο παράδοσης των προϊόντων, όπως και από τις μεθόδους πληρωμής που δεν τους ικανοποιούν. Για αυτό και είναι λιγότερο πιθανό να κάνουν μία διασυνοριακή αγορά ρούχων και υποδημάτων.
Φυσικά ένα μεγάλο ποσοστό καταναλωτών ψωνίζει στις εκπτώσεις, τόσο στα φυσικά όσο και στα online καταστήματα. Μόλις 22% των ερωτώμενων αναφέρει ότι δεν επηρεάζεται από τις εκπτώσεις.
Το 60% αναφέρει ότι ψωνίζει συχνά στις εκπτώσεις, το 18% λέει ότι οι εκπτώσεις δεν το επηρεάζουν όταν επιλέγει, ενώ ανάλογο είναι το ποσοστό όσων λένε ότι προτιμούν να ψωνίζουν μόνο στις εκπτώσεις. Επίσης ένα ελάχιστο ποσοστό, της τάξης του 4%, αναφέρει ότι σπανίως ψωνίζει στις εκπτώσεις.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι οι πωλήσεις εκτοξεύονται την Back Friday και κάθε χρόνο ο ρυθμός ανάπτυξής τους είναι εντυπωσιακός. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι τα e-shops του GLAMI κατέγραψαν διπλάσιο αριθμό πωλήσεων κατά το τριήμερο 23-25 Νοεμβρίου 2018, σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη περίοδο.
Οι καταναλωτικές τάσεις
Αναφορικά με τις τάσεις, πρόσφατη έρευνα της PwC έδειξε ότι όσο πιο καλή είναι η εμπειρία του καταναλωτή τόσο μεγαλύτερη είναι η δαπάνη του. Μάλιστα οι καταναλωτές οι οποίοι βομβαρδίζονται με μια σειρά από επιλογές αναζητούν τα εργαλεία που θα τους βοηθήσουν να απλοποιήσουν τις αποφάσεις των αγορών τους. Οι αναλυτές αναδεικνύουν τρία χαρακτηριστικά που μπορούν να βελτιώσουν την εμπειρία στο κατάστημα:
α) εύκολη πλοήγηση,
β) καλά πληροφορημένο προσωπικό και
γ) επιλογή εύκολης πληρωμής.
Διαπιστώνουν ότι το 61% των καταναλωτών επηρεάζεται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τις αγορές τους, καθώς είτε εμπνέονται από αυτά είτε ενθαρρύνονται από τα θετικά σχόλια.
Κάτω από το 20% των καταναλωτών, αντιθέτως, δηλώνουν ότι είναι πιθανό να αγοράσουν ένα προϊόν επηρεασμένοι από κάποιον επώνυμο ενώ σχεδόν το 50% των συμμετεχόντων παραδέχονται ότι επηρεάστηκαν από συγγενείς και φίλους κατά την επιλογή ταξιδιωτικού γραφείου για τις διακοπές τους.
Συμπληρωματικά, τα ευρήματα της Glami δείχνουν τρεις επικρατέστερες τάσεις: έμφαση στην ποιότητα, ενδιαφέρον για προϊόντα Ελλήνων σχεδιαστών και τοπικών brands και αθλητικό στιλ.
Ειδικότερα, η προτεραιότητα σε προϊόντα μόδας με υψηλότερη διάρκεια ζωής καταγράφηκε από το γεγονός ότι το 59% των καταναλωτών λέει ότι θα δαπανούσε περισσότερα χρήματα για ένα προϊόν μόδας με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, το 41% θα έκανε το ίσιο για ένα προϊόν με καλύτερη εφαρμογή, το 20% θα έδινε περισσότερα για μια μάρκα κύρους, το 18% για μια αειφόρα μάρκα και το 11% θα πλήρωνε περισσότερα για έναν Έλληνα σχεδιαστή.
Έχει ενδιαφέρον επίσης ότι το 56% των καταναλωτών φοράει ένα ρούχο περισσότερο από 30 φορές ανάγοντας την ανθεκτικότητα σε σημαντικό στοιχείο για ένα προϊόν. Ειδικά για πανωφόρια το στοιχείο αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό αφού το 62% των καταναλωτών απαιτεί υψηλή διάρκεια ζωής για παλτό και μπουφάν.
Επίσης, το 41% απαιτεί υψηλή διάρκεια ζωής για παπούτσια και μόλις 10% των καταναλωτών απαιτεί υψηλή διάρκεια ζωής από φορέματα.
Η έρευνα καταγράφει επίσης υψηλό ενδιαφέρον για τους Έλληνες σχεδιαστές και τις τοπικές μάρκες αν και λίγοι είναι εκείνοι που θα ξοδεύανε περισσότερα χρήματα για αυτά τα είδη.
Το 91% λέει ότι θα ενδιαφερόταν να αγοράσει προσιτά κομμάτια Ελλήνων σχεδιαστών, το 41% αναφέρει ότι έχει αγοράσει κάποιο κομμάτι Έλληνα σχεδιαστή και το 11% εκδηλώνει πρόθεση να ξοδέψει περισσότερα χρήματα για ένα κομμάτι σχεδιασμένο από Έλληνα σχεδιαστή.
Η τάση προς το αθλητικό ντύσιμο καταγράφεται από το γεγονός ότι 78% των Ελλήνων καταναλωτών δηλώνει ότι φοράει αθλητικά ρούχα και εκτός αθλητικών δραστηριοτήτων και το 85% αξιολογεί τα αθλητικά ρούχα ως άνετα - αυτός άλλωστε είναι ο λόγος που τα επιλέγει ενώ ένα 27% πιστεύει ότι του ταιριάζουν.
Είναι επίσης ενδεικτικό ότι τα sneakers αποτελούν το 21% των πωλήσεων στην κατηγορία των υποδημάτων. Οι παγκοσμίως γνωστές Adidas και η Nike όπως και η Converse και η Vans είναι μερικές από τις μεγαλύτερες πλέον streetwear μάρκες υποδημάτων οι οποίες ξεκίνησαν ως φαινόμενα του αθλητικού χώρου. Οι πιο δημοφιλείς μάρκες sneakers διαπιστώνεται από την έρευνα ότι είναι οι adidas και Nike.