Κάτι παράξενο συμβαίνει στην αγορά ομολόγων. Με έναν διάχυτο φόβο μήπως τυχόν και χάσουν ακόμη και τις χαμηλότερες αποδόσεις, οι επενδυτές επιδίδονται σε μια φρενίτιδα αγορών που σάρωσε και σαρώνει όλη την Ευρώπη, αγγίζοντας και τα κρατικά ομόλογα, με αποτέλεσμα να υποχωρήσουν οι αποδόσεις σε όλο το φάσμα του ενεργητικού σταθερού εισοδήματος. Άκρως χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι αποδόσεις στα 10ετή κρατικά ομόλογα Γαλλίας, Βελγίου, Αυστρίας και Σουηδίας υποχώρησαν προς στιγμή κάτω από το μηδέν, γράφει η Έφη Τριήρη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Κάτι παράξενο συμβαίνει στην αγορά ομολόγων. Με έναν διάχυτο φόβο μήπως τυχόν και χάσουν ακόμη και τις χαμηλότερες αποδόσεις, οι επενδυτές επιδίδονται σε μια φρενίτιδα αγορών που σάρωσε και σαρώνει όλη την Ευρώπη, αγγίζοντας και τα κρατικά ομόλογα, με αποτέλεσμα να υποχωρήσουν οι αποδόσεις σε όλο το φάσμα του ενεργητικού σταθερού εισοδήματος. Άκρως χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι αποδόσεις στα 10ετή κρατικά ομόλογα Γαλλίας, Βελγίου, Αυστρίας και Σουηδίας υποχώρησαν προς στιγμή κάτω από το μηδέν. Επίσης, το οκταετές ομόλογο που εξέδωσε πρόσφατα η βρετανική αλυσίδα λιανεμπορίου Marks & Spencer υπερκαλύφθηκε περισσότερο από έξι φορές.
Το βασικό υπόβαθρο της γενικευμένης αυτής τάσης θα πρέπει να αναζητηθεί στις προσδοκίες ότι η ΕΚΤ σκοπεύει να μειώσει το επιτόκιο καταθέσεών της σε ακόμη πιο αρνητικό έδαφος, εξετάζοντας να θέσει σε επαναλειτουργία και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης προκειμένου να ανακόψει την οικονομική επιβράδυνση της Ευρωζώνης.
Πέραν τούτου, όμως, υπάρχει μία λογική που φαίνεται να έχει καταρριφθεί τον τελευταίο καιρό και αυτό δεν είναι καλό σημάδι. Εάν δανείζεσαι για μεγαλύτερη χρονική διάρκεια, περιμένεις υψηλότερη απόδοση, αλλά αυτό πλέον δεν ισχύει. Οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων ανά τον κόσμο υποχώρησαν σε επίπεδα χαμηλότερα από τα βασικά επιτόκια των κεντρικών τραπεζών. Για παράδειγμα, η απόδοση του 30ετούς αμερικανικού κρατικού ομολόγου, στο 2,47%, είναι χαμηλότερη από το ανώτατο εύρος 2,50% του αμερικανικού βασικού επιτοκίου. Η εικόνα είναι ακόμη χειρότερη στην Ευρώπη, δεδομένου ότι ένας αρκετά μεγάλος αριθμός χωρών της Ε.Ε. έχουν χρέος τους με αρνητική απόδοση. Aκόμη και η απόδοση του 10ετούς ελληνικού, στο 2,12% χθες, απέχει ελάχιστα από την απόδοση 2,039% του αντίστοιχου αμερικανικού, ενώ ποιος θα μπορούσε να φανταστεί μία απόδοση κοντά στο 1% για το νέο 100ετές αυστριακό ομόλογο;
Την ίδια στιγμή, η αποσυμφόρηση της έντασης ανάμεσα σε Ρώμη και Βρυξέλλες έστρεψε τους επενδυτές στην τελευταία αγορά κρατικού χρέους που διαθέτει ρευστότητα, στην ιταλική, με όποια απόδοση. Ακόμη και εάν η απόδοση του διετούς ιταλικού έπεσε κάτω από το μηδέν.
Το θέμα είναι ότι η τάση αυτή δεν λέει να σταματήσει, τουλάχιστον όχι σύντομα. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι η Κριστίν Λαγκάρντ θα δώσει το στίγμα της συνέχειας στην πολιτική του Μάριο Ντράγκι όταν θα αναλάβει τα ηνία της ΕΚΤ τον Νοέμβριο, γεγονός που σημαίνει ότι η περίφημη φράση Ντράγκι «η ΕΚΤ θα κάνει ό,τι χρειαστεί» παραμένει «ζωντανή». Και αυτό λέει πολλά για την αγορά ομολόγων.