Απόψεις
Δευτέρα, 01 Ιουλίου 2019 10:32

Ανοιχτά αυτιά και δίαυλοι επικοινωνίας

Έτσι όπως μας προέκυψε άνευρη και χωρίς πολύ περιεχόμενο η προεκλογική αυτή καμπάνια που ολοκληρώνεται -πλέον- σε λίγα εικοσιτετράωρα, δεν είναι παράξενο που κυριάρχησαν ερωτήματα πιο επιδερμικά. Όπως ποιοι θα κληθούν να στελεχώσουν ποια χαρτοφυλάκια (σε περίπτωση επαλήθευσης των δημοσκοπήσεων, που δείχνουν προς κυβέρνηση Ν.Δ.) και αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κρατήσει ο ίδιος το Οικονομικών -διέψευσε- ή το Εξωτερικών, γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης.

Από την έντυπη έκδοση 

Tου Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]

Έτσι όπως μας προέκυψε άνευρη και χωρίς πολύ περιεχόμενο η προεκλογική αυτή καμπάνια που ολοκληρώνεται -πλέον- σε λίγα εικοσιτετράωρα, δεν είναι παράξενο που κυριάρχησαν ερωτήματα πιο επιδερμικά. Όπως ποιοι θα κληθούν να στελεχώσουν ποια χαρτοφυλάκια (σε περίπτωση επαλήθευσης των δημοσκοπήσεων, που δείχνουν προς κυβέρνηση Ν.Δ.) και αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κρατήσει ο ίδιος το Οικονομικών -διέψευσε- ή το Εξωτερικών. Ή ερωτήματα τακτικής, όπως τι/πώς θα γίνει άμα δεν προκύψει αυτοδυναμία, με σεναριολογία που φθάνει μέχρι νέες κάλπες ή πάλι που ωθεί τους μικρότερους παίκτες του πολιτικού παιχνιδιού -το άνευ Βαγγέλη Βενιζέλου ΚΙΝΑΛ- σε μικρομεγαλισμούς υπαγόρευσης, με διεκτραγώδηση του ενδεχόμενου να υπάρξουν κάλπες απλής αναλογικής.

Κανείς δεν μπορεί να υπαγορεύσει στο πολιτικό προσωπικό τι θα κάνει με την πολύτιμη νομιμοποίηση που θα του δώσει η κάλπη. Η οποία, ωστόσο, δεν παύει να λειτουργεί υπό τους περιορισμούς της πραγματικής (και όχι της σκηνοθετούμενης…) πραγματικότητας. Καθώς όμως οι μέρες εξαντλούνται, θα προτείναμε στον αναγνώστη να σκεφθεί τα πράγματα λίγο παρακάτω. Και να δει πόσο καθοριστική σημασία θα έχει το να υπάρξουν ανοιχτά αυτιά. Πόσο κρίσιμοι θα είναι οι σωστοί δίαυλοι επικοινωνίας.

Παράδειγμα: Πόσο η λειτουργία των οργάνων της Ε.Ε. (των «απέναντι», υπό όρους διαπραγμάτευσης της επόμενης μέρας) είναι… εκείνη που είναι. Όχι εκείνη που βολεύει τη δική μας ροπή προς αφηγήματα. Δείτε για παράδειγμα τη βαλκανικής απλοϊκότητας -γιατί «βαλκανικής»; επειδή την έχουμε σ’ αυτήν την περιοχή, την τόσο βασανισμένη, μια τάση να προσβλέπουμε σε προστάτες και σε προστασίες…- επιλογή της ανερχόμενης Ν.Δ./του Κυριάκου Μητσοτάκη να ποντάρει στην ανάδειξη στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Μάνφρεντ Βέμπερ. Απλοϊκή επειδή βασίστηκε σε υπολογισμούς διαδρόμων των Βρυξελλών, όπου ο συμπαθής, καίτοι ακροδεξιάς τοποθέτησης, Βαυαρός, Χριστιανοκοινωνιστής πολιτικός (γνωστός και ως αφισοκολλητής/Plakatierer λόγω της ευπείθειάς του προς τη Χριστιανοδημοκρατική ηγεσία, στο Βερολίνο) θεωρήθηκε προ μηνών το πιθανότερο αποτέλεσμα των διαδικασιών ανάδειξης προέδρου. Αλλά και επειδή οικοδομήθηκε η έννοια ότι «ο δικός μας Μάνφρεντ» θα βοηθήσει αποφασιστικά στην -καίριας σημασίας, όντως!- αυριανή διαπραγμάτευση για μείωση των στραγγαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων.

Το να βάζει κανείς ένα λάθος στοίχημα δεν είναι προς θάνατον. Ούτως ή άλλως ο Μάνφρεντ Βέμπερ, γνωρίζοντας πόσο δυσάρεστα πράγματα είχε πει για την Ελλάδα τα χρόνια των μνημονίων, φρόντισε και να μιλήσει on record για την ανάγκη μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά και να εξασφαλίσει εκκωφαντική σιγή του ΕΛΚ/των Χριστιανοδημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο για το Μακεδονικό, τη Συμφωνία των Πρεσπών. Όμως… από νωρίς έρχονταν τα μηνύματα ότι η υπερ-σίγουρη υποψηφιότητά του πήγαινε για τα βράχια. Οι δίαυλοι πληροφόρησης δεν λειτούργησαν… 

Το βασικότερο όμως ήταν το άλλο: περιορισμένη επίδραση είχε/μπορούσε να έχει /θα έχει η όποια προεδρική φιγούρα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο καίριο ζήτημα της επαναδιαπραγμάτευσης της μεταμνημονιακής (κρατήστε τη διατύπωση) πορείας της Ελλάδας. Μπορεί ως αντιπολίτευση η Ν.Δ. να είχε ενοχληθεί όταν ως πρόεδρος ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ή ως αρμόδιος ο Πιερ Μοσκοβισί δείχνονταν θετικοί προς την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στις τοποθετήσεις τους και (ως «φρουιζελέδες», κατά τη μαχητική διατύπωση) δεν έσφιγγαν τα λουριά στον Ευκλείδη Τσακαλώτο.

Όμως η μακρά, δύσβατη και πολύ σημαντική διαδρομή της τέταρτης επαναδιαπραγμάτευσης (πρώτη η απόπειρα Βαγγέλη Βενιζέλου να διώξει την τρόικα, δεύτερη η αδιέξοδη διαπραγμάτευση Σαμαρά-Στουρνάρα να βγει ένα βιώσιμο δεύτερο μνημόνιο, τρίτη η μετάβαση από τη σχοινοβασία Βαρουφάκη στην προσγείωση Τσίπρα-Τσακαλώτου) πολύ περισσότερο θα επικαθοριστεί από τις ισορροπίες σε επίπεδο Eurogroup και (κυρίως) Euro Working Group από τη στάση ESM/Κλάους Ρέγκλινγκ ακόμη και Χοακίν Αλμούνια που θα αναλάβει αξιολογητής της μεταμνημονιακής ενισχυμένης παρακολούθησης της Ελλάδας, από την αυριανή στάση της νομενκλατούρας των Βρυξελλών. Επεκταθήκαμε περισσότερο απ’ ό,τι άξιζε σ’ αυτήν τη διάσταση, αλλά από δίπλα βρίσκεται και η άλλη: η συνεχής επίκληση του «τέταρτου μνημονίου».

Το γεγονός και μόνο ότι τις τελευταίες εβδομάδες κυβέρνηση/ΣΥΡΙΖΑ και αντιπολίτευση/αξιωματική/Ν.Δ. και ελάσσων/ΚΙΝΑΛ διαγκωνίζονταν ποιος θα υποσχεθεί περισσότερες περικοπές φόρων/πιο ευχάριστες παροχές χωρίς πολλές-πολλές προειδοποιητικές βολές Βρυξελλών (αν και ο δύσμοιρος Ρέγκλινγκ κάτι μουρμούρισε) για το σφιχτό δημοσιονομικό πλαίσιο, δείχνει ότι… βρισκόμαστε σε μεταμνημονιακή φάση. Δηλαδή έχουμε -έχει η όποια αυριανή κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας- ευρύτερη δυνατότητα επιλογής πολιτικής. Διάψευσης των πονταρισμάτων της. «Είσπραξης» των συνεπειών. Κάτι σαν μια μικρή Ιταλία, ας πούμε!

Οι τρεις προηγούμενες επαναδιαπραγματεύσεις δίδαξαν πόσο χρειάζονται τα ανοιχτά αυτιά και οι σωστοί δίαυλοι επικοινωνίας. Όχι;