Το γεγονός ότι δεν γίνεται πολύς θόρυβος για τις εθνικές εκλογές που έρχονται σε δέκα ημέρες, δεν οφείλεται στο μειωμένο ενδιαφέρον, αλλά στην ανυπαρξία διλημμάτων και σασπένς, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το ποιο θα είναι το πρώτο κόμμα. Στην Κουμουνδούρου, όπως και στην Πειραιώς γνωρίζουν το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών - παρά τα ερωτήματα που ακόμα υπάρχουν για την αυτοδυναμία και το πόσα κόμματα θα μπουν στη Βουλή - και έχουν μπει ήδη στη διαχείριση της επόμενης ημέρας.
Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Το γεγονός ότι δεν γίνεται πολύς θόρυβος για τις εθνικές εκλογές που έρχονται σε δέκα ημέρες δεν οφείλεται στο μειωμένο ενδιαφέρον αλλά στην ανυπαρξία διλημμάτων και σασπένς, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το ποιο θα είναι το πρώτο κόμμα.
Το ενδιαφέρον είναι μεγάλο και όπως κατέγραψε χθες η Pulse για τον ΣΚΑΪ το 87% των ερωτηθέντων (83% σίγουρα και 4% πολύ πιθανό) απαντούν ότι θα πάνε να ψηφίσουν στις εθνικές εκλογές.
Στην Κουμουνδούρου όπως και στην Πειραιώς γνωρίζουν το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών - παρά τα ερωτήματα που ακόμα υπάρχουν για την αυτοδυναμία και το πόσα κόμματα θα μπουν στη Βουλή - και έχουν μπει ήδη στη διαχείριση της επόμενης ημέρας.
Σε αυτό το πεδίο, ο κ. Μητσοτάκης έβαλε χθες με έμμεσο πλην σαφή τρόπο τα εσωτερικά και την επόμενη ημέρα του ΣΥΡΙΖΑ στην προεκλογική ατζέντα. Απαντώντας στη φράση Τσίπρα «δεν θα ξεμπερδέψουν έτσι εύκολα με την Αριστερά, στη συνέντευξή του στον Σκάι, ο κ. Μητσοτάκης σχολίασε: «Ο κ. Τσίπρας θα έχει αρκετές περιπέτειες τις οποίες θα πρέπει να διαχειριστεί», συμπληρώνοντας βεβαίως ότι εκείνος δεν ασχολείται με τα εσωτερικά της Κουμουνδούρου, ούτε θέλει να ξεμπερδέψει με κανέναν.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο OPEN TV, ο κ. Τσίπρας κλήθηκε από την Έλλη Στάη να σχολιάσει τη «σπόντα» του αντιπάλου του, και μάλλον αμήχανος, αν όχι εκνευρισμένος, απάντησε επί λέξει:
«Ας ασχοληθεί με το δικό του κόμμα ο κ. Μητσοτάκης και όχι με το ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποδείξει, παρά τις μεγάλες αδυναμίες του, και κυρίως η μεγαλύτερη αδυναμία του είναι οργανωτική, είναι δηλαδή το γεγονός ότι δεν κατάφερε, γιατί δεν είχαμε το χρόνο ν’ ασχοληθούμε επαρκώς, ώστε ν’ αντιστοιχηθεί με τον μεγάλο κοινωνικό χώρο που τον στηρίζει, και δεν κατάφερε οργανωτικά να διευρυνθεί. Δεν μ’ αρέσει να συζητάω δέκα μέρες πριν τη μάχη για την περίπτωση ήττας, διότι πάμε για να κερδίσουμε. Αλλά από κει και πέρα, όχι, δεν το αισθάνομαι αυτό, ίσα-ίσα, αυτό το οποίο αισθάνομαι, είναι ότι αυτό το κόμμα έχει αποδείξει ότι έχει ένα πολύ μεγάλο βαθμό συνείδησης του ιστορικού του ρόλου και όλα τα στελέχη έχουν αποδείξει ότι έχουν μια απολύτως σαφή στόχευση, έχουν αλληλεγγύη κι έχουν και ιδεολογικό προσανατολισμό. Αυτό το οποίο όμως πρέπει να ξεκινήσει, ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος, είτε καταφέρει και κάνει τη μεγάλη ανατροπή, που πιστεύω ότι είναι, όπως σας εξήγησα, μια απολύτως εφικτή προοπτική, είτε δεν το καταφέρει, είναι αυτή η προσπάθεια να διευρυνθεί και ν’ αποκτήσει ρίζες βαθιές στην ελληνική κοινωνία, πρέπει να την ξεκινήσουμε δίνοντας μεγαλύτερο βάρος...».
Η επόμενη ημέρα
Ο κ. Μητσοτάκης δεν αναφέρθηκε σε αυτό το ζήτημα τυχαία. Ήξερε τι έκανε και είναι απολύτως λογικό και για τον κ. Τσίπρα, μετά από εννέα χρόνια αδιαμφισβήτητης ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ και συνεχούς ανέλιξης, να αισθάνεται άβολα με υπαινιγμούς ότι μπορεί να αμφισβητηθεί εφόσον χάσει τις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου. Η επόμενη μέρα στον ΣΥΡΙΖΑ όμως προετοιμάζεται και συνδέεται και με το εκλογικό αποτέλεσμα. Το πόσο θα είναι η διαφορά υπέρ της Ν.Δ., το αν και πόσο θα καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ να ανεβάσει το ποσοστό του σε σύγκριση με αυτό των ευρωεκλογών, είναι ζητήματα που σχετίζονται με τα όσα ακολουθήσουν στο κόμμα, ενώ η ήττα στις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές έχουν τραυματίσει τον ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο από ό,τι φαίνεται.
Η συζήτηση περί ευθυνών και υπευθύνων στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ματαιωθεί, έχει αναβληθεί. Σε μία από τις συσκέψεις της Πολιτικής Γραμματείας μετά τις ευρωεκλογές ήταν ο κ. Τσίπρας που παρενέβη και ζήτησε όλα τα θέματα που έθεταν οι σύντροφοί του για το τι πήγε στραβά και ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε με περίπου δέκα μονάδες διαφορά ενώ δεν κατάφερε να κάνει καν αισθητή την παρουσία του στις αυτοδιοικητικές εκλογές, να συζητηθούν μετά τις εθνικές εκλογές.
Οι εσωκομματικοί αντίπαλοι του κ. Τσίπρα οργανώνονται και περιμένουν να συζητήσουν για την κλειστή ομάδα του Μαξίμου και τις υπερεξουσίες που είχε ελέω Τσίπρα την περίοδο της διακυβέρνησης, τις υποθέσεις Πετσίτη – Αρτεμίου, την άτυπη συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ με το σύστημα Καραμανλή, τις εκλεκτικές σχέσεις με επιχειρηματίες όπως ο κ. Καλογρίτσας κ.α. και ένα σωρό ακόμα θέματα που θεωρούν πως οδήγησαν στην ήττα.
Οι προεδρικοί που στηρίζουν τον κ. Τσίπρα, είναι έτοιμοι να βάλουν από την 8η Ιουλίου κιόλας μπροστά το σχέδιο για την μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα – όπως ακριβώς έχει υποσχεθεί ο κ. Τσίπρας στους συνομιλητές του στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα – και με ηγέτη τον κ. Τσίπρα να απευθύνουν γενικό προσκλητήριο προοδευτικού μετώπου απέναντι στον κ. Μητσοτάκη και τη Ν.Δ.. Προϋπόθεση είναι να το επιτρέψει το εκλογικό αποτέλεσμα.
Κάποιος μου θύμισε ότι στην μεταπολίτευση, ο μόνος πρωθυπουργός που δεν παραιτήθηκε μετά από ήττα είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά την ήττα του ΠΑΣΟΚ το 1990, ενώ ο Γ. Παπανδρέου μετά την ήττα του από τον Κώστα Καραμανλή το 2007, πήγε άμεσα σε αναμέτρηση με τον Ευ. Βενιζέλο και ξανακέρδισε την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ. Όταν το έθεσα αυτό σε συνεργάτη του κ. Τσίπρα, ρωτώντας τον αν προτίθεται να παραιτηθεί σε περίπτωση μεγάλης ήττας, μου απάντησε: «Για να παραιτηθεί ο Τσίπρας πρέπει να βρεθούν κάποιοι να του το ζητήσουν…» εκτιμώντας ότι στον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, δεν υπάρχει ουδείς που μπορεί να τον αμφισβητήσει.