Απόψεις
Παρασκευή, 07 Ιουνίου 2019 19:00

Η ώρα της ανάπτυξης

Στη διεθνή βιβλιογραφία δεν υφίσταται ορισμός γενικά αποδεκτός βάσει του οποίου νοηματοδοτείται ο όρος «ανταγωνιστικότητα της οικονομίας», ασχέτως εάν όλοι φέρνουμε στο μυαλό μας τη σημασία του όταν τον ακούμε. Περισσότερο ανταποκρίνεται εκείνος που μετράει τον βαθμό που τα προϊόντα μιας χώρας γίνονται διεθνώς αποδεκτά, με παράλληλη όμως αύξηση των εισοδημάτων των πολιτών της χώρας αυτής.

Της Σοφίας Νικολάου​
Υποψήφια Βουλευτής ΝΔ Α' Αθήνας - Δικηγόρος

Στη διεθνή βιβλιογραφία δεν υφίσταται ορισμός γενικά αποδεκτός βάσει του οποίου νοηματοδοτείται ο όρος «ανταγωνιστικότητα της οικονομίας», ασχέτως εάν όλοι φέρνουμε στο μυαλό μας τη σημασία του όταν τον ακούμε. Περισσότερο ανταποκρίνεται εκείνος που μετράει τον βαθμό που τα προϊόντα μιας χώρας γίνονται διεθνώς αποδεκτά, με παράλληλη όμως αύξηση των εισοδημάτων των πολιτών της χώρας αυτής.

Όπως αντιλαμβάνεστε, στην Ελλάδα του ΣΥΡΙΖΑ των τελευταίων τεσσεράμισι ετών έχουμε «καταφέρει» να χάσουμε δέκα ολόκληρες θέσεις σταματώντας την κατρακύλα στην 58η θέση μεταξύ των 63 χωρών οι οποίες μπαίνουν στο μικροσκόπιο του διεθνούς ινστιτούτου IMD (Institute for Management and Development), έχοντας μάλιστα ισοφαρίσει τη χειρότερη διαχρονικά επίδοσή μας, αυτή του 2011, όταν η χώρα έμπαινε στη στενωπό των μνημονίων.

Τι φταίει γι’ αυτό; Κι αυτό προφανές: σε μια οικονομία που η κυβέρνηση υπερφορολογεί ακόμη και τον αέρα που αναπνέουμε και επιβάλλει εξίσου δυσθεώρητες ασφαλιστικές εισφορές, τόσο η εγχώρια όσο και η εξωτερική επενδυτική δραστηριότητα είναι λογικό και επόμενο να βουλιάζουν στον πάτο της όποιας κλίμακας μαζί με κάθε οικονομικό δείκτη.

Το ευτυχές είναι ότι στις 7 Ιουλίου με την αλλαγή πολιτικής σελίδας στον τόπο θα εισαχθούν και νέα οικονομική λογική και κουλτούρα. Η χώρα μας έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ μια νέα αναπτυξιακή πολιτική, με βασικό πυλώνα τη μείωση της εισφορολογικής επιβάρυνσης και τη δημιουργία κλίματος σταθερότητας και εμπιστοσύνης όχι μονάχα σε επίπεδο κυβερνητικό αλλά και σε επίπεδο σταθερού φορολογικού συστήματος και φορολογικής δικαιοσύνης.

Είναι γνωστό ότι τα νούμερα και οι δείκτες δεν αποτυπώνουν πάντοτε την αλήθεια. Ακόμη και στην περίπτωση που η χώρα ερχόταν πρώτη στον δείκτη ανταγωνιστικότητας, αυτό δεν θα σήμαινε κάτι για τον άνεργο, τον συνταξιούχο, τον μικρέμπορο και τον μισθωτό, αν εκείνοι δεν το «ένιωθαν» στα οικονομικά του νοικοκυριού τους. Όταν όμως δίπλα στην αδυναμία ανάταξης της εσωτερικής επενδυτικής δραστηριότητας, δίπλα στην ανικανότητα προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων και δημιουργίας νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας προσθέσουμε την καθημερινή αγωνία του κάθε συμπολίτη μας, την οποία αυτή η κυβέρνηση προτίμησε να αντιμετωπίσει προσφέροντάς του επιδόματα πείνας αντί για αξιοπρεπή δουλειά, τότε καταλαβαίνουμε ότι στην περίπτωση της Ελλάδας οι αριθμοί δεν είναι ουδέτερα τραγικοί. Λένε την αλήθεια.

Θα ήταν ανεδαφικό να ελπίζει κανείς ότι κάποιο μαγικό ραβδί θα αλλάξει τα πράγματα από την επομένη των εκλογών. Ότι ξαφνικά θα ανοίξει ο ασκός της ανάπτυξης. Το μόνο βέβαιο, όμως, είναι ότι από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου θα προκύψει μια κυβέρνηση που θα έχει τη βούληση και κυρίως την ικανότητα να θέσει τα θεμέλια για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας. Ήρθε επιτέλους η ώρα για μια νέα Ελλάδα.