Συνεχίζουμε για τρίτη φορά την υπόσχεση να αφιερώσουμε τα μέχρι τις ευρωκάλπες σημειώματα αυτής της σειράς σε πλευρές της επικαιρότητας που συνδέονται με την υπόθεση των ευρωεκλογών. Αυτή τη φορά, όμως, είχαμε την επικουρία μιας πρωτοβουλίας-παρέμβασης που, από μόνη της, θα απασχολούσε (ακριβέστερα: θα όφειλε να απασχολήσει) τη δημόσια συζήτηση αν δεν είχε μονοπωληθεί η προσοχή από τις αντιπαραθέσεις «γενικής πολιτικής», γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Συνεχίζουμε για τρίτη φορά την υπόσχεση να αφιερώσουμε τα μέχρι τις ευρωκάλπες σημειώματα αυτής της σειράς σε πλευρές της επικαιρότητας που συνδέονται με την υπόθεση των ευρωεκλογών. Αυτή τη φορά, όμως, είχαμε την επικουρία μιας πρωτοβουλίας-παρέμβασης που, από μόνη της, θα απασχολούσε (ακριβέστερα: θα όφειλε να απασχολήσει) τη δημόσια συζήτηση αν δεν είχε μονοπωληθεί η προσοχή από τις αντιπαραθέσεις «γενικής πολιτικής». Από τις οποίες δύσκολα ξεφεύγει οτιδήποτε ουσιαστικό, πόσο μάλλον ευρωπαϊκό.
Παράδειγμα: ο εκτροχιασμός της συζήτησης για την 7ήμερη λειτουργία επιχειρήσεων/7ήμερη εργασία μετά την τοποθέτηση Κυριάκου Μητσοτάκη. Μιας συζήτησης με τεράστιο ενδιαφέρον καθώς αφορά και την υπερ-απαραίτητη ελαστικοποίηση των εργασιακών στα μεταΜνημονιακά χρόνια -που όμως παραμένουν χρόνια ζαλιστικά μεγάλης, αν και υποχωρούσης, ανεργίας-, αλλά και την προσαρμογή στην πραγματικότητα της εργασίας στην ψηφιακή εποχή. Άλλο παράδειγμα: η επανεγκατάσταση της συζήτησης για τη σκοπιμότητα ή μη/εφικτότητα ή μη των 120 δόσεων και κυρίως της «13ης σύνταξης» στο αν η Τρόικα, οι φορείς της , η μεταΜνημονιακή παρακολούθηση, το Eurogroup κοκ «θα εγκρίνουν» ή όχι, τη στιγμή που ούτως ή άλλως βρισκόμαστε σε διαφορετική φάση των σχέσεων με το ευρωπαϊκό σύστημα. Δεδομένη η προειδοποίηση Στουρνάρα για τις πιθανές αρνητικές συνέπειες μιας απόκλισης, ή και οι επιφυλάξεις Ρέγκλινγκ. Όμως και η τοποθέτηση Σεντένο για συζήτηση τον Ιούνιο, και εκείνη Μοσκοβισί για αυτόνομο σχεδιασμό των μέτρων από την Ελλάδα -με δημοσιονομική, αλλά και κοινωνική ματιά-, κυρίως όμως του Όλαφ Σολτς η κατακλείδα «νομίζω πως στο τέλος όλα θα είναι προσεκτικά», έδωσαν το πλήρες στίγμα].
Πάντως, την προσπάθεια της στήλης να φθάσει μέχρι τις κάλπες «Ευρωπαϊκά» βοήθησε η τοποθέτηση του ΣΕΒ -σε δίδυμη συνέντευξη Θόδωρου Φέσσα-Βαγγέλη Μυτιληναίου, και μάλιστα στα γραφεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Αθήνα - για «12 Προτεραιότητες της επιχειρηματικής κοινότητας για την περίοδο 2019-24» εν όψει ακριβώς των ευρωεκλογών. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι ο ΣΕΒ «βγήκε μπροστά» να καταθέσει προτεραιότητες για την Ε.Ε. σ’ αυτήν την στροφή των πραγμάτων.
Μετά από μια χαρακτηριστικά φιλοΕυρωπαϊκή εισαγωγή, το κείμενο του ΣΕΒ λέει ότι «στις 26 Μαΐου, για την Ελλάδα κρίνεται η δυνατότητα ισότιμης συμμετοχής και επιρροής επί των κρίσιμων αποφάσεων που λαμβάνονται στην Ευρώπη». Ευγενικά, δε, αλλά με ευθύ τρόπο θυμίζει ότι «οι αντιπρόσωποί μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» θα χρειαστεί να ανταποκριθούν σε «σύνθετη συζήτηση [που] διενεργείται σε επίπεδο τεκμηρίωσης και επιχειρημάτων». Όμως... «δυστυχώς από το 2000 έως σήμερα μόλις 3 Έλληνες ευρωβουλευτές έχουν ηγηθεί σημαντικών επιτροπών στο Ευρωκοινοβούλιο, ενώ τελευταία φορά που υπήρξε Έλληνας εισηγητής για τον κοινοτικό προϋπολογισμό ήταν τον προηγούμενο αιώνα».
Και αν αυτά ηχούν κάπως γενικά και «πολιτικά», το γεγονός ότι την ανάπτυξη των 12 προτεραιοτήτων του ο ΣΕΒ την ξεκινάει εξηγώντας... ποιες είναι οι πραγματικές αρμοδιότητες της Ε.Ε., ποιες των κρατών-μελών, πώς επιμερίζονται έχει -από μόνο του!- ενδιαφέρον. Πόσες φορές δεν έχει ακουστεί ή γραφτεί το «αποφάσισε η Ε.Ε. αυτό και εκείνο για το περιβάλλον, για την κοινωνική πολιτική, για την τουρκική στάση στην κυπριακή ΑΟΖ»; Θυμίζει λοιπόν ο ΣΕΒ ότι αποκλειστική αρμοδιότητα έχει η Ε.Ε. για θέματα τελωνειακής ένωσης, εμπορικής πολιτικής, ανταγωνισμού (εντός ενιαίας αγοράς), συν για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών όπου αυτό προβλέπεται - συν νομισματική πολιτική στην επικράτεια που λέγεται Ευρωζώνη. Από κει και πέρα, υπάρχει συναρμοδιότητα/επιμερισμός - ακόμη και για την ενιαία αγορά, σίγουρα την κοινωνική πολιτική, την έρευνα, το περιβάλλον, τα διευρωπαϊκά δίκτυα, την ενέργεια... Ενώ βιομηχανία ή εκπαίδευση είναι στην ευθύνη των κρατών, με υποβοηθητικό μόνον ρόλο της Ε.Ε.
Περιλαμβάνουν οι προτεραιότητες του ΣΕΒ (αξίζει να τις αναζητήσει κανείς στο #SEV4Europe), η βελτίωση των μηχανισμών χρηματοδότησης επιχειρήσεων για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, η συνολική αντιμετώπιση του ενεργειακού κόστους, η συμβολή στην οικοδόμηση νέου ΕΣΠΑ που να «θυμηθεί» την κρίση, η αντίστοιχα συνολική/συγκροτημένη αντιμετώπιση του φορολογικού ανταγωνισμού αλλά και του ανταγωνισμού από τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις. Πάμε λίγο βαθύτερα: σε βιομηχανική πολιτική/πολιτική ανταγωνισμού/διεθνές εμπόριο πώς θα αντιμετωπισθούν αθέμιτες πρακτικές; Πώς θα αποφευχθεί ενδεχόμενο «ευρωπαϊκής βιομηχανίας δύο ταχυτήτων»; Στην επαναθέσμιση των Διαρθρωτικών Προγραμμάτων/ΕΣΠΑ κοκ πώς δεν θα «παραλειφθεί» αυτή τη φορά η επίπτωση της κρίσης σε χώρες σαν την Ελλάδα; Και διερωτάται κανείς: υπάρχουν υποψήφιοι ευρωβουλευτές -και μάλιστα από τους πιθανολογούμενα εκλόγιμους- που όχι να έχουν διαβάσει, αλλά να μπορούν να προσεγγίσουν αυτές τις θεματικές; Ή να το πράξουν αφού εκλεγούν;..