Ενώ στο ελληνικό χωριό η δημόσια συζήτηση εξαντλείται στο παιδί από το Περιστέρι και στο επταήμερο, που τροχίζει μεγαλύτερα πάθη από το Δεκαήμερο του Βοκάκιου, ο κόσμος αλλάζει. Το ρομποτικό μέλλον πλησιάζει, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ενώ στο ελληνικό χωριό η δημόσια συζήτηση εξαντλείται στο παιδί από το Περιστέρι και στο επταήμερο, που τροχίζει μεγαλύτερα πάθη από το Δεκαήμερο του Βοκάκιου, ο κόσμος αλλάζει. Το ρομποτικό μέλλον πλησιάζει.
Στο ευρωπαϊκό κεφαλοχώρι, ο διάλογος για ευρωπαϊκή ασφάλεια ανέργων ή πανευρωπαϊκό κατώτατο μισθό γίνεται με το ζόρι. Sorry, μα στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση ισχύουν άλλοι όροι. Μία ενδιαφέρουσα συζήτηση -ενδεικτικό το άρθρο στο φύλλο των FT της 29ης Ιουνίου 2018 «Would basic incomes or basic jobs be better when robots take over»- έχει ξεκινήσει για το πώς θα φροντίσουμε τους εργαζόμενους σε μειονεκτική θέση. Κάποιοι είναι υπέρ της ιδέας να δίνονται «χρήματα δωρεάν» υπό τη μορφή ενός ενιαίου βασικού εισοδήματος, άλλοι προτιμούν εγγύηση εργασίας, σε έναν κόσμο μεγάλης τεχνολογικής ανεργίας.
Είναι εφικτό; Στεφτείτε αυτό. Τα ρομπότ, ως μη αμειβόμενο εργατικό δυναμικό, δεν θα έχουν αγοραστική δύναμη. Στην πράξη, λοιπόν, τα οικονομικά οφέλη για τις επιχειρήσεις από τη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού δεν πρέπει να θεωρούνται αυτονόητα. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες πρέπει να συνεχίσουν να διατίθενται απρόσκοπτα.
Αυτό το γνωρίζουμε, όπως και ότι η ανεργία παράγει δυστυχία. Τι θα συμβεί, όμως, σε μια οικονομία, με τη μία ή την άλλη πολιτική, δεν γνωρίζουμε, γιατί σε κλίμακα δεν έχουν δοκιμαστεί. Είναι πρόθυμη ή ώριμη η κοινωνία να πειραματιστεί; Η ιδέα είναι παλιά και γνωστή. Από την «Ουτοπία» του Τόμας Μορ έως την επανεμφάνισή της στο τέλος του 18ου αιώνα. Ο Τόμας Πέιν, που επηρέασε την Αμερικανική Επανάσταση με την «Κοινή Λογική», μίλησε για την ανάγκη ενός ταμείου που θα έδινε σε όλους τους πολίτες στα 21 χρόνια τους ένα ποσό για να ξεκινήσουν τη ζωή τους και στα 50 ένα ετήσιο επίδομα «για μια αξιοπρεπή ζωή στα γηρατειά». Τα έσοδα γι’ αυτό το ταμείο θα προέρχονταν από ένα είδος ενοικίου που θα πλήρωναν οι γαιοκτήμονες.
Ακόμα και η απέναντι ιδεολογική πλευρά δεν το έβλεπε στραβά. Ο Φρίντριχ Χάγεκ υποστήριξε ότι «ένα ελάχιστο τροφίμων, στέγης και ένδυσης, αρκετά για να διατηρήσουν την υγεία και την ικανότητα προς εργασία, δεν είναι προνόμιο, αλλά εύλογα επιθυμητό».