Σκληρές κυρώσεις, απειλές για το θαλάσσιο εμπόριο αργού πετρελαίου, ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στον Περσικό Κόλπο. Οι εξελίξεις ήταν ούτως ή άλλως άκρως ανησυχητικές πριν από τις καταγγελίες για σαμποτάζ σε δύο τάνκερ της Σαουδικής Αραβίας στα ανοιχτά των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων την Κυριακή. Το νέο αδιέξοδο ΗΠΑ – Ιράν εξελίσσεται μέρα με τη μέρα σε μία κρίση σε πραγματικό χρόνο με ανησυχητικές επιπτώσεις τόσο για την παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια όσο και για την περιφερειακή σταθερότητα.
Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Σκληρές κυρώσεις, απειλές για το θαλάσσιο εμπόριο αργού πετρελαίου, ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στον Περσικό Κόλπο. Οι εξελίξεις ήταν ούτως ή άλλως άκρως ανησυχητικές πριν από τις καταγγελίες για σαμποτάζ σε δύο τάνκερ της Σαουδικής Αραβίας στα ανοιχτά των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων την Κυριακή.
Στο εκρηκτικό κλίμα προστίθεται μία ακόμη αναφορά – από τους «New York Times» - για αμερικανικό σχέδιο ανάπτυξης έως και 120.000 ανδρών στη Μέση Ανατολή, σε περίπτωση που το Ιράν επιτεθεί σε αμερικανικά συμφέροντα ή αμερικανικό προσωπικό στην περιοχή. Το νέο αδιέξοδο ΗΠΑ – Ιράν εξελίσσεται μέρα με τη μέρα σε μία κρίση σε πραγματικό χρόνο με ανησυχητικές επιπτώσεις τόσο για την παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια όσο και για την περιφερειακή σταθερότητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες των «New York Times», ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Πάτρικ Σάναχαν παρουσίασε στον Αμερικανό πρόεδρο στρατιωτικούς σχεδιασμούς για το Ιράν την περασμένη Πέμπτη, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης στην οποία συμμετείχαν κορυφαία στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης, αρμόδια για θέματα ασφάλειας. Μεταξύ αυτών, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Τζον Μπόλτον, η διευθύντρια της CIA Τζίνα Χάσπελ, ο συντονιστής των υπηρεσιών πληροφοριών Νταν Κόουτς, ο αρχηγός του γενικού επιτελείου εθνικής άμυνας των ΗΠΑ στρατηγός Τζόζεφ Ντάνφορντ.
Από την πρώτη στιγμή που ο Ντόναλντ Τραμπ πέρασε το κατώφλι του Λευκού Οίκου, η στενή παρακολούθηση του Ιράν υπήρξε στην κορυφή της ατζέντας των ανθρώπων του στενού περιβάλλοντός του. Ο Μπόλτον όμως, όπως και ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο είναι μέχρι στιγμής οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του στενού πρέσινγκ στην Τεχεράνη, επιμένοντας αμφότεροι στις νέες συνολικές κυρώσεις στην ιρανική οικονομία.
Υπερασπιζόμενος την πολεμική ρητορική του, ο Πομπέο έκανε χθες μία ενδιάμεση στάση στις Βρυξέλλες – προτού μεταβεί στο Σότσι, όπου θα συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ και τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Σε συναντήσεις που είχε στην ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών μοιράστηκε με τους Ευρωπαίους συμμάχους και αξιωματούχους του ΝΑΤΟ πληροφορίες για τις «κλιμακούμενες απειλές» του Ιράν.
Σύμφωνα με τον Μπράιαν Χουκ, ειδικό αντιπρόσωπο των ΗΠΑ για το Ιράν, ο Πομπέο συζήτησε επίσης με τους συμμάχους τις αναφορές για τις επιθέσεις στα τάνκερ. Σε κάθε περίπτωση, ο Χουκ απέφυγε να απαντήσει εάν ο Πομπέο θεωρεί ότι πίσω από τις επιθέσεις βρίσκεται το Ιράν, ενώ ο ίδιος προσωπικά δεν έκανε κανένα σχόλιο.
Σύμφωνα με το Ριάντ, το ένα τάνκερ που δέχτηκε «επίθεση» βρισκόταν εν πλω προς λιμάνι της Σαουδικής Αραβίας, όπου επρόκειται να φορτώσει πετρέλαιο προς εξαγωγή στις ΗΠΑ. Το σαμποτάζ σε μία τέτοια αποστολή, σχολιάζει η «Guardian», θα μπορούσε να είναι μία πράξη εκδίκησης για το πλήγμα στις ιρανικές εξαγωγές – αν και το Ιράν αρνήθηκε σθεναρά οποιαδήποτε ανάμειξη.
Σε διάστημα ενός έτους, από την ημέρα που ο Τραμπ αποφάσισε να αποσύρει τις ΗΠΑ από την ιστορική συμφωνία που είχε επιτευχθεί επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα, στο «πρόσωπο» του Ιράν συγκεντρώθηκαν όλοι οι φοβοι των ΗΠΑ και των περιφεριακών συμμάχων: η υποβόσκουσα επιρροή του στον αραβικό κόσμο, η εριστικότητά του απέναντι στο Ισραήλ, αλλά και η ετοιμότητά του να πραγματοποιήσει τις απειλές του.
Οι φόβοι πολλαπλασιαστηκαν την περασμένη εβδομάδα, όταν η Τεχεράνη πήρε τη σκυτάλη για να ανακοινώσει με τη σειρά της ότι σκοπεύει να αποσυρθεί από ορισμένες δεσμεύσεις της συμφωνίας για τα πυρηνικά της.
Οι «New York Times» ωστόσο σχολιάζουν τη διαφορετική στάση του Ιρανού προέδρου από εκείνη του Αμερικανού ομολόγου του. Σε αντίθεση με τον Τραμπ, ο Χασάν Ρουχανί δεν απέσυρε πλήρως το Ιράν από τη συμφωνία, αλλά έδωσε στους Ευρωπαίους προθεσμία δύο μηνών να επιλέξουν αν θα ακολουθήσουν τον Τραμπ ή αν θα σώσουν τη συμφωνία αγοράζοντας ιρανικό πετρέλαιο, σε πείσμα των αμερικανικών κυρώσεων.
Μέχρι στιγμής, αν και απορρίπτει τα τελεσίγραφα, η Ε.Ε. εκφράζει την απόλυτη στήριξή της στη διεθνή συμφωνία, καθώς και την επιθυμία ΗΠΑ και Ιράν να αποφύγουν την κλιμάκωση της έντασης επί του θέματος. Ομοίως, Κίνα και Ρωσία συνέστησαν σε όλες τις πλευρές αυτοσυγκράτηση, αλλά έριξαν τις ευθύνες για την επιδείνωση του κλίματος ολοκληρωτικά στις ΗΠΑ.
Το βέβαιο είναι ότι οι κυρώσεις, περιλαμβανομένων των τραπεζικών περιορισμών, πλήττουν σκληρά την ιρανική οικονομία, περιορίζοντας την ικανότητά της να συντηρεί τον λαό ή τους συμμάχους της. Βέβαιο επίσης είναι ότι το Ιράν δεν υπάρχει περίπτωση να φανεί ότι συμβιβάζεται με τη στάση των ΗΠΑ, παρόλο που η Ουάσιγκτον δείχνει να στοιχηματίζει στην «παράδος»η της Τεχεράνης. Ειδικοί αναλυτές εκφράζουν πλέον τεράστιους φόβους μίας σύγκρουσης, σκόπιμης ή «από ατύχημα», μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν. Οι κίνδυνοι από τους εσφαλμένους υπολογισμούς και από τις δύο πλευρές, τονίζουν, είναι υψηλότεροι απ’ ό,τι ήταν τα τελευταία 16 χρόνια.