Πολιτική
Δευτέρα, 06 Μαΐου 2019 13:01

Πολιτική μάχη για το αφορολόγητο

Στο πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς μπαίνει από σήμερα η διατήρηση ή μη του αφορολόγητου ορίου στα ισχύοντα επίπεδα. Ταυτόχρονα, θα ανοίξει και ο διάλογος με τους δανειστές για το νέο πακέτο παροχών, για το οποίο βασική επιδίωξη είναι να «κλειδώσει» πριν από τις ευρωεκλογές, παίρνοντας το «πράσινο φως» στο Eurogroup της 16ης Μαΐου.

Από την έντυπη έκδοση

Στο πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς μπαίνει από σήμερα η διατήρηση ή μη του αφορολόγητου ορίου στα ισχύοντα επίπεδα. Ταυτόχρονα, θα ανοίξει και ο διάλογος με τους δανειστές για το νέο πακέτο παροχών, για το οποίο βασική επιδίωξη είναι να «κλειδώσει» πριν από τις ευρωεκλογές, παίρνοντας το «πράσινο φως» στο Eurogroup της 16ης Μαΐου.

Τα εν λόγω μέτρα βρέθηκαν μάλιστα το Σαββατοκύριακο και στο επίκεντρο ευρείας κυβερνητικής σύσκεψης στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.

Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική μάχη θα ξεκινήσει με το αφορολόγητο όριο και την κατάθεση τροπολογίας από την πλευρά της Ν.Δ. για τη διατήρησή του στα σημερινά επίπεδα, ενώ τροπολογία για την αύξησή του αναμένεται να καταθέσει τις επόμενες ημέρες και το ΚΚΕ.

Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι και ο πρωθυπουργός, στην πρόσφατη συνάντησή του με τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατέστησε σαφές ότι επιθυμεί τη διατήρηση του αφορολόγητου ορίου στα σημερινά επίπεδα, αν και από την πλευρά της Ε.Ε. έχει ήδη τεθεί ως αναγκαία προϋπόθεση να υπάρχει ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος. Προϋπόθεση που πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τηρείται με βάση τουλάχιστον το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας που παρουσίασε τις προηγούμενες ημέρες η κυβέρνηση και από το οποίο προκύπτει ότι μέχρι το 2022 δημιουργείται, με τη διατήρηση φυσικά πλεονασμάτων «μαμούθ», δημοσιονομικός χώρος που προσεγγίζει τα 5,5 δισ. ευρώ.

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι με τη διατήρηση του αφορολογήτου στα σημερινά επίπεδα δεν θα επιβαρυνθούν οι χαμηλόμισθοι και οι έχοντες τα χαμηλότερα εισοδήματα, ενώ «χάνουν» οι έχοντες ατομικό εισόδημα άνω των 20.000 ευρώ. Αντίθετα, αν προχωρήσει η μείωση του αφορολογήτου, θα χάσουν οι πολλοί με τα χαμηλά εισοδήματα, ακόμη και έως 450 ευρώ, ενώ κερδισμένοι θα είναι όσοι έχουν εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ, με το κέρδος να φτάνει ακόμη και στα 750 ευρώ.

Αναλυτικότερα, όπως έχει ήδη επισημάνει η «Ν», η μείωση της έκπτωσης φόρου εισοδήματος των 1.900 - 2.100 ευρώ κατά 650 ευρώ θα πλήξει περισσότερους από 5,8 εκατομμύρια μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ' επάγγελμα αγρότες. Κι αυτό γιατί η περικοπή της έκπτωσης κατά 650 ευρώ ισοδυναμεί με μείωση του ετήσιου αφορολόγητου ορίου εισοδήματος κατά 2.954 ευρώ (30,9% έως 34,2%), από τα επίπεδα των 8.636 - 9.545 ευρώ στα επίπεδα των 5.682 - 6.591 ευρώ.

Μείωση που θα φέρει για πρώτη φορά, εφόσον υιοθετηθεί, επιβαρύνσεις ακόμη και για όσους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα αμείβονται με περίπου 405 ευρώ τον μήνα, καθώς επίσης και για τους δημοσίους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους με μηνιαίες αποδοχές λίγο μεγαλύτερες από 473 ευρώ.  

Υπάρχει, βέβαια, πάντα ο κίνδυνος ακόμη και μισθωτοί και συνταξιούχοι που λαμβάνουν μηνιαία εισοδήματα χαμηλότερα από τα ανωτέρω όρια, δηλαδή ζουν με ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 5.682 - 6.591 ευρώ, να κληθούν και αυτοί να πληρώσουν φόρο εισοδήματος, καθώς η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων μπορεί να προσδιορίσει τα τελικά φορολογητέα εισοδήματά τους σε επίπεδα υψηλότερα των νέων χαμηλών αυτών αφορολόγητων ποσών, εφαρμόζοντας τα τεκμήρια διαβίωσης για τις κατοικίες στις οποίες διαμένουν και τα ΙΧ αυτοκίνητα που τυχόν χρησιμοποιούν. 

Δαπάνες με πλαστικό χρήμα

Στην περίπτωση που το αφορολόγητο όριο διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα, το οικονομικό επιτελείο αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αλλαγής του ορίου των ηλεκτρονικών συναλλαγών για το «χτίσιμό» του. Ειδικότερα, προσανατολίζεται στην αύξηση του ποσού που πρέπει να συγκεντρώσουν οι φορολογούμενοι με αποδείξεις μέσω πλαστικού χρήματος. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι μισθωτοί και συνταξιούχοι θα πρέπει να συγκεντρώνουν περισσότερες αποδείξεις με κάρτα για να έχουν την έκπτωση φόρου, η οποία κυμαίνεται από 1.900 έως 2.100 ευρώ, ενώ όσοι δεν συμπληρώνουν τα ποσά που προβλέπονται θα πληρώνουν φόρο 22% για το ποσό που δεν καλύπτουν.

Υπενθυμίζεται ότι σήμερα οι φορολογούμενοι πρέπει:

  •  εφόσον έχουν εισόδημα έως 10.000 ευρώ να δαπανήσουν το 10% του εισοδήματός τους με πλαστικό χρήμα,
  •  για εισόδημα από 10.001 έως 20.000 ευρώ το 15% και
  •  για εισόδημα πάνω από 20.000 ευρώ θα πρέπει να δαπανήσουν το 20%.

Εξετάζονται οι εξής αλλαγές:

  •  για εισόδημα έως 10.000 ευρώ το ποσοστό να αυξηθεί στο 15%,
  •  για εισόδημα από 10.001 έως 20.000 ευρώ στο 20% και
  •  για εισόδημα πάνω από 20.000 ευρώ στο 25%.

Είναι αξιοσημείωτο ότι υπάρχουν και εισηγήσεις για μεγαλύτερη αύξηση των ποσοστών σε 20%, 25% και 30% αντίστοιχα.

Στο πλαίσιο των αλλαγών που σχεδιάζονται, πάντως, εξετάζεται να μειωθεί και το όριο για πληρωμή αποδείξεων λιανικής ή τιμολόγια με χρήση μετρητών από τα 500 στα 300 ευρώ. Έτσι, κάθε συναλλαγή αξίας 300 ευρώ και άνω θα πρέπει να πραγματοποιείται μέσω του τραπεζικού συστήματος: με έμβασμα, επιταγή, ηλεκτρονικό πορτοφόλι ή κάρτα. Από την άλλη πλευρά, συναλλαγές κάτω των 300 ευρώ θα μπορούν να πληρώνονται και με μετρητά.

Το νέο πακέτο παροχών

Εκτός από τη μάχη για τη διατήρηση του αφορολόγητου ορίου στα σημερινά επίπεδα, η κυβέρνηση ξεκινά από την τρέχουσα εβδομάδα σκληρό αγώνα με τους δανειστές και για το νέο πακέτο παροχών, με στόχο την ελάφρυνση των φορολογουμένων.
Ένα πακέτο που, μεταξύ άλλων, αναμένεται να περιλαμβάνει και τα εξής μέτρα:
*  Μείωση του κανονικού συντελεστή ΦΠΑ από το 24% στο 22%.
*  Μετατάξεις προϊόντων και υπηρεσιών από τον κανονικό (24%) στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ (13%).
*  Μείωση του εισαγωγικού συντελεστή φορολογίας εισοδήματος από το 22% σε επίπεδο χαμηλότερο από το 20% που ήδη έχει ψηφιστεί για να ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου 2020.
*  Μειώσεις στους ΕΦΚ της βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης. 
*  Νέες διορθωτικές κινήσεις για περαιτέρω μειώσεις επιβαρύνσεων στον ΕΝΦΙΑ, με στόχο τη συνολική μείωση του φόρου κατά 30%.
*  Επαναφορά της έκπτωσης 1,5% ή 2% σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του φόρου εισοδήματος και κάθε άλλου ποσού τακτικού ή έκτακτου φόρου.