Ο γρίφος των ισπανικών εκλογών σημαίνει μακρόχρονες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Ισπανός αναλυτής εκτιμά ότι το πιο πιθανό αποτέλεσμα θα είναι μία αριστερή κυβέρνηση μειοψηφίας.
Ο γρίφος των ισπανικών εκλογών σημαίνει μακρόχρονες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Ισπανός αναλυτής εκτιμά ότι το πιο πιθανό αποτέλεσμα θα είναι μία αριστερή κυβέρνηση μειοψηφίας.
Τελικά υλοποιήθηκε το περίπλοκο σενάριο: το πολιτικό στρατόπεδο της Αριστεράς δεν έχει την απαραίτητη πλειοψηφία για τον σχηματισμό κυβέρνησης, ούτε και με την προσθήκη του ριζοσπαστικού κινήματος Podemos, που υπέστη σημαντικές απώλειες. Αλλά και οι δυνάμεις Δεξιά του Κέντρου δεν μπορούν να σχηματίσουν νέα κυβέρνηση, ούτε καν με τις έδρες του ακροδεξιού VOX, που κατάφερε να μπει για πρώτη φορά στην ισπανική Βουλή. Ποιες επιλογές έχει ο επικεφαλής των σοσιαλιστών Πέδρο Σάντσεθ, που κατέκτησε την πρωτιά, αλλά όχι και την απόλυτη πλειοψηφία;
«Κατ’ αρχάς θα προσπαθήσει μόνος του να σχηματίσει κυβέρνηση», εκτιμά ο Σαλβαδόρ Γιάουντες, πολιτικός αναλυτής και συνεργάτης του Βασιλικού Ινστιτούτου Elcano. «Αν δεν τα καταφέρει, θα επιδιώξει συνασπισμό με τους Podemos. Φυσικά το άθροισμα των εδρών τους δεν επαρκεί για την πλειοψηφία. Αλλά σε αυτή την περίπτωση θα αρκούσε η αποχή άλλων κομμάτων- όπως το κόμμα των Βάσκων- ή ακόμη και μερικών από τους Καταλανούς αυτονομιστές». Η αλήθεια είναι ότι το πείραμα μίας σοσιαλιστικής κυβέρνησης με ανοχή των αυτονομιστών δοκιμάστηκε ήδη, αλλά χωρίς επιτυχία. Γιατί να πετύχει μετά τις εκλογές ένα εγχείρημα που είχε αποτύχει προηγουμένως; «Ο προεκλογικός αγώνας έδειξε ότι όλα τα κόμματα αριστερά του Κέντρου θέλουν να αποτρέψουν πάση θυσία μία δεξιά πλειοψηφία. Θέλουν να παραμείνει πρωθυπουργός ο Πέδρο Σάντσεθ. Δεν θα υποστηρίξουν ενεργά την κυβέρνηση, αλλά δεν θα τους είναι τόσο δύσκολο να την ανεχθούν», λέει ο Ισπανός αναλυτής.
Κομβικός ρόλος για τους Ciudadanos;
Ο ίδιος ο Πέδρο Σάντσεθ, σε δηλώσεις του μετά τους πρώτους πανηγυρισμούς, τόνισε ότι θα συνομιλήσει με όλες τις πολιτικές δυνάμεις «που σέβονται τη συνταγματική τάξη». Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι ο επικεφαλής του σοσιαλιστικού κόμματος θα πρέπει να επιδιώξει συνεργασία με το φιλελεύθερο κόμμα Ciudadanos, με το οποίο άλλωστε θα εξασφάλιζε κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ωστόσο το βράδυ των εκλογών ο επικεφαλής των Ciudadanos Άλμπερτ Ριβέρα ξεκαθάρισε ότι το κόμμα του θα προτιμήσει τα έδρανα της αντιπολίτευσης. Κατά συνέπεια μία συμμαχία με τους Ciudadanos φαντάζει «δύσκολη, αν όχι αδύνατη», εκτιμά ο Σαλβαδόρ Γιάουντες. Παρά ταύτα, πιστεύει, ο Σάντσεθ θα μπορούσε να σχηματίσει μία σχετικά σταθερή κυβέρνηση μειοψηφίας, χωρίς τη στήριξη των Φιλελευθέρων. «Τα δύο αριστερά κόμματα θα έχουν από κοινού 165 έδρες στο Κοινοβούλιο, πολύ περισσότερες απ' ό,τι τους τελευταίους δέκα μήνες. Σημαντικές αποφάσεις για την οικονομική πολιτική μπορεί να περάσουν και με τη σύμπραξη μικρότερων, περιφερειακών κομμάτων. Από τη στιγμή που ο Σάντσεθ παραμένει πρωθυπουργός, θεωρώ ότι θα υπάρχει σταθερή κυβέρνηση».
Τί γίνεται όμως με το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα, που πριν από δέκα μήνες είχε χάσει την εξουσία μετά από πρόταση μομφής κατά του τότε πρωθυπουργού Μαριάνο Ραχόι, ενώ την Κυριακή υπέστη σημαντικές απώλειες, παρά την αλλαγή ηγεσίας; «Θα είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα για το Λαϊκό Κόμμα», εκτιμά ο Ισπανός αναλυτής. «Οι απώλειες ήταν τεράστιες. Ως κυβέρνηση δεν κατάφεραν να διαχειριστούν τα σκάνδαλα διαφθοράς ή την κρίση που προκάλεσε η αυτονόμηση της Καταλονίας και τιμωρήθηκαν γι’ αυτό. Θα είναι πολύ δύσκολο να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων. Ωστόσο δεν θα έλεγα ότι πρέπει να ξεγράψουμε το Λαϊκό Κόμμα. Άλλωστε είχαμε δει μία παρόμοια εξέλιξη με τους Σοσιαλιστές: το 2015 κάποιοι αναλυτές τους θεωρούσαν ξεγραμμένους, αλλά σήμερα σχηματίζουν κυβέρνηση».
Ο παράγοντας VOX
Την αποτροπή της καταλανικής ανεξαρτησίας ανέδειξε και το ακροδεξιό κόμμα VOX του Σαντιάγκο Αμπασκάλ, κερδίζοντας διψήφιο ποσοστό και 24 έδρες. Είναι η πρώτη φορά μετά από 40 ολόκληρα χρόνια, που νοσταλγοί του Φράνκο εμφανίζονται και πάλι στο Κοινοβούλιο της Μαδρίτης. «Το VOX έχει σίγουρα πιθανότητες να παραμείνει, να εδραιωθεί ως πολιτική δύναμη», λέει ο αναλυτής Σαλβαδόρ Γιάουντες. «Από την άλλη πλευρά δεν πιστεύω ότι στον πολιτικό χώρο δεξιά του Κέντρου μπορούν να συνυπάρξουν, μακροχρόνια, τρία διαφορετικά πολιτικά κόμματα (Λαϊκό Κόμμα, Φιλελεύθεροι, VOX). Το ισπανικό εκλογικό σύστημα δεν αντέχει παρά μόνο δύο δεξιά και δύο αριστερά κόμματα».
Ποιοι είναι όμως αυτοί που ψήφισαν VOX σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση; Είναι οι χαρακτηριστικοί νοσταλγοί του παρελθόντος, που λένε ότι «με τον Φράνκο περνούσαμε καλύτερα»; «Όχι, σε καμία περίπτωση», επισημαίνει ο Ισπανός αναλυτής. «Μετά τον θάνατο του Φράνκο το 1975 οι Ισπανοί δεν είχαν εκλέξει ποτέ ένα ακροδεξιό κόμμα στη Βουλή. Δεν πρόκειται για ακραίους ψηφοφόρους. Αλλά αν δούμε όλες τις κρίσεις των τελευταίων ετών και ιδιαίτερα την κρίση της Καταλονίας, φαίνεται ότι οι ψηφοφόροι άρχισαν να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις. Προηγουμένως ψήφιζαν το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα. Αυτή τη φορά ήθελαν να τιμωρήσουν το Λαϊκό Κόμμα. Απομένει να δούμε, αν θα επιμείνουν σε αυτή την εκλογική συμπεριφορά. Ασφαλώς υπάρχουν νοσταλγοί του Φράνκο στην Ισπανία. Αλλά δεν είναι το 10% του εκλογικού σώματος...».