Πολιτική
Παρασκευή, 10 Μαρτίου 2006 11:55

ΥΠΕΧΩΔΕ: Υπεγράφη η σύμβαση για το εργοστάσιο της Ψυττάλειας

Την υπογραφή της σύμβασης για την κατασκευή του Εργοστασίου Ξήρανσης της Ψυττάλειας, ανακοίνωσε σήμερα το υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ. Για το θέμα αυτό, ο Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ κ. Σουφλιάς έκανε την ακόλουθη δήλωση:

Το Εργοστάσιο Ξήρανσης Ιλύος (λυματολάσπης) της Ψυττάλειας μπορεί σε καθημερινή βάση, να ξηραίνει έως 800 τόνους λυματολάσπης. Συνεπώς, θα ξηραίνεται το σύνολο της λυματολάσπης που παράγεται στην Ψυττάλεια, ενώ θα παρέχεται η δυνατότητα ξήρανσης και λυματολάσπης που θα μεταφέρεται από γειτονικά Κέντρα Επεξεργασίας Λυμάτων.

Το εργοστάσιο θα λειτουργεί με τη μέθοδο της θερμικής ξήρανσης που θα γίνεται από 4 περιστρεφόμενα τύμπανα στην θερμοκρασία των 400 έως 500 βαθμών Κελσίου. Έτσι η λυματολάσπη θα ξηραίνεται και θα γίνεται μία πλήρως υγιεινοποιημένη, ξηρή ιλύς σε κόκκους, πολύ μικρότερου όγκου από την αφυδατωμένη.

Το παραγόμενο μετά την ξήρανση προϊόν (αποξηραμένοι κόκκοι) θα είναι πλήρως σταθεροποιημένο (απουσία οσμών), θα έχει αυξημένο θερμικό δυναμικό, ισοδύναμο με το αντίστοιχο των ελληνικών λιγνιτών. Το προϊόν αυτό θα είναι χρήσιμο για την παραγωγή ενέργειας (με καύση σε τσιμεντοβιομηχανίες ή σε μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος), αλλά και ως πρώτη ύλη για την παραγωγή τσιμέντου ή άλλων δομικών υλικών.

Το έργο έχει συνολικό προϋπολογισμό 34.862.385 ευρώ (χωρίς απρόβλεπτα, αναθεώρηση και ΦΠΑ) και συγχρηματοδοτείται από το Ταμείο Συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με 75%.

«Όπως είχε δεσμευτεί η σημερινή πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ, το πρόβλημα με τη λυματολάσπη της Ψυττάλειας αντιμετωπίστηκε οριστικά: Υπογράψαμε σήμερα τη σύμβαση για την κατασκευή του Εργοστασίου Ξήρανσης», δήλωσε σχετικά ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, Γιώργος Σουφλιάς.

Όπως είπε, «το έργο ολοκληρώνεται και τίθεται σε λειτουργία τον Μάιο του 2007, απαλλάσσοντας του κατοίκους του λεκανοπεδίου (και ειδικότερα της ευρύτερης περιοχής Πειραιά και της Δυτικής Αττικής) από μία μόνιμη πηγή όχλησης που τους ταλαιπωρεί εδώ και μια δεκαετία. Ως γνωστόν, το πρόβλημα οφείλεται σε πρωτοφανείς παραλείψεις της προηγούμενης κυβέρνησης, οι οποίες συνιστούν ένα μείζον διαχειριστικό και περιβαλλοντικό θέμα».