Ενδιαφέροντα μηνύματα προκύπτουν από τη μελέτη της PwC σχετικά με την πορεία της επιχειρηματικότητας την περίοδο της κρίσης, η οποία αφορούσε μια ομάδα της τάξης των 3.000 εταιρειών. Προσπερνώντας το γεγονός ότι τα στοιχεία που αναλύθηκαν έφταναν μόνο μέχρι το 2016, ένα κρίσιμο έτος για την οικονομία και το επιχειρείν, στεκόμαστε σε ένα ιδιαίτερα βασικό στοιχείο: τη διάκριση των εταιρειών σε «επενδύσιμες» που φτάνουν στις περίπου 2.100 και στα zombies που ξεπερνούν τις 700, γράφει ο Γιώργος Σακκάς.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Σακκά
[email protected]
Ενδιαφέροντα μηνύματα προκύπτουν από τη μελέτη της PwC σχετικά με την πορεία της επιχειρηματικότητας την περίοδο της κρίσης, η οποία αφορούσε μια ομάδα της τάξης των 3.000 εταιρειών. Προσπερνώντας το γεγονός ότι τα στοιχεία που αναλύθηκαν έφταναν μόνο μέχρι το 2016, ένα κρίσιμο έτος για την οικονομία και το επιχειρείν, στεκόμαστε σε ένα ιδιαίτερα βασικό στοιχείο: τη διάκριση των εταιρειών σε «επενδύσιμες» που φτάνουν στις περίπου 2.100 και στα zombies που ξεπερνούν τις 700. Πρώτα, λοιπόν, να αναφέρουμε ότι τόσο στην περίοδο του υψηλότερου ΑΕΠ όσο και στην κορύφωση της ύφεσης και οι δύο κατηγορίες ήταν σε γενικές γραμμές πολυμελείς. Μάλιστα, τα zombies ήταν περισσότερα το 2009, γεγονός που σημαίνει ότι δεν έφτασαν σε δυσχερή κατάσταση λόγω κρίσης. Από την άλλη, δεν βλέπουμε παρά μερικό «ξεσκαρτάρισμα» αυτών κατά τα «πέτρινα χρόνια», καθώς για κάποιο λόγο συντηρούνται. Ίσως γιατί έτσι συντηρούνται και κάποιες θέσεις εργασίας. Βέβαια, δεν αναφέρεται στην έρευνα πουθενά ο παράγοντας απασχόληση, ούτε αν μεταξύ των εταιρειών αυτών υπάρχουν κάποιες που ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Τα zombies «κατηγορούνται» μάλιστα ότι έχουν «παγιδεύσει» δανεισμό και υποχρεώσεις προς προμηθευτές πάνω από 18 δισ. ευρώ. Τι θα σήμαινε λοιπόν η εξαφάνιση αυτών από τον επιχειρηματικό χάρτη; Λογικά, τη μετατόπιση των πωλήσεων σε άλλους ανταγωνιστές και μάλλον μόνο αυτό. Την ίδια στιγμή υπάρχουν από την άλλη μεριά και οι «επενδύσιμες» εταιρείες, οι οποίες είναι κατά λίγο περισσότερες το 2016 έναντι του 2009. Θα περίμενε κανείς ότι η κρίση λόγω της εσωτερικής υποτίμησης της χώρας θα αύξανε τις εταιρείες της κατηγορίας κατά πολύ περισσότερο. Όμως δεν διεφάνη κάτι τέτοιο.
Αποδεικνύεται λοιπόν ότι οι στρεβλώσεις της επιχειρηματικότητας έχουν να κάνουν με δομικά προβλήματα και δεν οφείλονται αμιγώς στην κρίση. Και όπως διατείνεται και η PwC, η κρίση δεν οδήγησε σε δομικές αλλαγές. Επίσης δεν δημιούργησε ευκαιρίες όπως ανέμεναν πολλοί, παρά μόνο σε περιορισμένες διαστάσεις. Και μην ξεχνάμε πως στην Ελλάδα το μοντέλο της οικογενειακής επιχείρησης κρατά ακόμη γερά, δυσκολεύοντας και την ανάδειξη μιας επενδύσιμης εταιρείας.
Επίσης, αξίζει να αναφερθεί και το θέμα της δημοσιοποίησης στοιχείων. Η PwC τον 4ο μήνα του 2019 ανακοινώνει ανάλυση στοιχείων του 2016. Και δεν είναι παράλογο. Οι ανακοινώσεις των εταιρειών αργούν να ανακοινωθούν και υπάρχει δραματική ανοχή. Κι αυτό δεν έχει αντίκτυπο μόνο στη δουλειά των… αναλυτών. Έχει και στη διαμόρφωση εικόνας και γνώσης για το επιχειρηματικό γίγνεσθαι και τις συνεργασίες που αναπτύσσονται μέσα σ’ αυτό.