Με βάση τον προγραμματισμό της κυβέρνησης, από τις αρχές Μαΐου θα «τρέχουν» τρεις ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών ταυτόχρονα. Στη ρύθμιση για τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια προγραμματίζεται να ανοίξει η πλατφόρμα αμέσως μετά το Πάσχα. Η ρύθμιση των οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία αναμένεται να κατατεθεί αυτή την εβδομάδα στη Βουλή, ενώ για τα χρέη της εφορίας έχει δοθεί άνωθεν εντολή το νέο πλαίσιο να βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία μέσα στο πρώτο 10ήμερο του Μαΐου, γράφει ο Θάνος Τσίρος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Με βάση τον προγραμματισμό της κυβέρνησης, από τις αρχές Μαΐου θα «τρέχουν» τρεις ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών ταυτόχρονα. Στη ρύθμιση για τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια προγραμματίζεται να ανοίξει η πλατφόρμα αμέσως μετά το Πάσχα. Η ρύθμιση των οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία αναμένεται να κατατεθεί αυτή την εβδομάδα στη Βουλή, ενώ για τα χρέη της εφορίας έχει δοθεί άνωθεν εντολή το νέο πλαίσιο να βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία μέσα στο πρώτο 10ήμερο του Μαΐου.
Και οι τρεις ρυθμίσεις θα έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Δηλαδή οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν περιθώριο λίγων μηνών για να αποφασίσουν αν θα ενταχθούν ή όχι. Παράλληλα υπάρχει ακόμη ένα κοινό χαρακτηριστικό των τριών ρυθμίσεων: Όσοι ενταχθούν θα έχουν εξαιρετικά περιορισμένα περιθώρια να μη φανούν συνεπείς, καθώς η απώλεια δύο ή τριών δόσεων θα συνεπάγεται την «αποβολή» από τη ρύθμιση και την απώλεια των προνομίων. Ιδού λοιπόν το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει: Υπάρχει επαρκής ρευστότητα στις τάξεις των νοικοκυριών για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν;
Ιδιοκτήτες ακινήτων με «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια είναι πιθανό ότι θα βαρύνονται και με ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο. Άρα θα πρέπει να πληρώνουν δύο ή και τρεις δόσεις ταυτόχρονα προκειμένου να είναι συνεπείς. Και όχι μόνον αυτό. Ταυτόχρονα θα πρέπει να καλύπτονται και οι τρέχουσες υποχρεώσεις, οι οποίες εξακολουθούν να υπολογίζονται με συντελεστές εξαιρετικά υψηλούς για τα δεδομένα μιας χώρας η οποία προσπαθεί να κλείσει τις πληγές της πολυετούς κρίσης.
Είτε καταφέρουν οι οφειλέτες να αντεπεξέλθουν είτε όχι, το βέβαιο είναι ότι η όλη ιστορία με τις ρυθμίσεις των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων θα «χτυπήσει» την ούτως ή άλλως περιορισμένη ρευστότητα που υπάρχει στην αγορά. Και χωρίς ρευστότητα, δεν είναι εύκολο να τονωθεί η κατανάλωση, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει το 70% του ΑΕΠ της χώρας.
Ένα είναι σίγουρο. Δεν θα είναι καθόλου εύκολο να τακτοποιηθούν τα βάρη του παρελθόντος.
Θα χρειαστεί πολύς καιρός και φρέσκο χρήμα, ώστε να επιτευχθούν ταυτόχρονα και οι δύο στόχοι: και να σβήνουν αργά, αλλά σταθερά τα συσσωρευμένα ληξιπρόθεσμα χρέη, και να ανακάμπτει η ιδιωτική κατανάλωση.
Γι’ αυτό και το βασικό ερώτημα σε αυτήν τη φάση δεν είναι το πόσο καλές ή κακές είναι οι διάφορες ρυθμίσεις. Είναι το αν υπάρχουν λεφτά.