Η εξάμηνη παράταση του Brexit μέχρι τις 31 Οκτωβρίου, που αποφάσισαν την Τετάρτη οι Ευρωπαίοι ηγέτες, αποτελεί θετική εξέλιξη, στον βαθμό που μια άτακτη, δηλαδή μη συμφωνημένη, έξοδος θα προκαλούσε πολύ μεγάλα προβλήματα και στις δύο πλευρές, γράφει ο Νίκος Μπέλλος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Η εξάμηνη παράταση του Brexit μέχρι τις 31 Οκτωβρίου, που αποφάσισαν την Τετάρτη οι Ευρωπαίοι ηγέτες, αποτελεί θετική εξέλιξη, στον βαθμό που μια άτακτη, δηλαδή μη συμφωνημένη, έξοδος θα προκαλούσε πολύ μεγάλα προβλήματα και στις δύο πλευρές. Ωστόσο, η δεύτερη παράταση μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα δείχνει ότι το πρόβλημα παραμένει, ενώ δεν έχουν διαφανεί ακόμη στον ορίζοντα τα σημάδια εκείνα που θα δημιουργούσαν προσδοκίες επίλυσής του.
Σε ό,τι αφορά τους Ευρωπαίους, που είναι το ζητούμενο, τα πράγματα στην παρούσα φάση δεν εξελίσσονται καθόλου καλά σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα. Καταρχάς -και αυτό είναι πολύ σημαντικό- 34 μήνες μετά το δημοψήφισμα για το Brexit του Ιουνίου 2016, οι «27» έχασαν την ενότητα που είχαν μέχρι πρότινος. Αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι εξαιτίας των διαφωνιών χρειάστηκαν οκτώ ώρες εξαιρετικά δύσκολων συζητήσεων προκειμένου να καταλήξουν στην παράταση, γιατί στο εσωτερικό της Ε.Ε. έχουν δημιουργηθεί δύο ομάδες χωρών με διαμετρικά αντίθετες θέσεις. Η πρώτη, στην οποία περιλαμβάνεται και η Γερμανία, επιδιώκει τη διαιώνιση του προβλήματος, γιατί πιστεύει ότι με τις συνεχείς αναβολές κάποια στιγμή οι Βρετανοί θα ακυρώσουν το Brexit.
Η άλλη ομάδα, της οποίας ηγείται ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, θεωρεί ότι η διατήρηση του προβλήματος διαταράσσει την ομαλή λειτουργία της Ε.Ε., απειλεί την οικονομία και την ενότητα της Ευρώπης. Ο Γάλλος πρόεδρος έχει δίκιο που ζητεί την αποχώρηση των Βρετανών το συντομότερο δυνατό και αυτό αποδεικνύεται από τα γεγονότα. Η εντεινόμενη επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία έχει οδηγήσει την Κομισιόν σε δύο αναθεωρήσεις προς τα κάτω των προβλέψεων για την ανάπτυξη μέσα σε έξι μήνες και έπεται και τρίτη τον Μάιο, οφείλεται κατά ένα μεγάλο μέρος στην αβεβαιότητα του Brexit. Οι επιχειρήσεις αναβάλλουν τις επενδύσεις περιμένοντας να ξεκαθαρίσει το τοπίο και αυτό έχει άμεση επίπτωση στην ανάπτυξη.
Από την άλλη, πλησιάζουμε στις ευρωεκλογές, στις οποίες, αν συμμετάσχει το Ηνωμένο Βασίλειο, θα γίνουν μέσα σε ένα κλίμα πόλωσης, το οποίο θα επηρεάσει αρνητικά όλη την Ευρώπη. Και σε περιόδους πόλωσης, ευνοούνται πάντα τα ακραία λαϊκιστικά και δημαγωγικά κόμματα. Μια σημαντική άνοδος των λαϊκιστών στην Ευρωβουλή θα είναι κακή εξέλιξη για την ομαλή λειτουργία της Ε.Ε. Η μόνη διέξοδος είναι να υπερψηφίσει η βρετανική Βουλή την έξοδο πριν από τις ευρωεκλογές του επόμενου μήνα, ώστε να ακολουθήσει άμεσα το Brexit. Εάν δεν συμβεί αυτό, τότε μάλλον τα δυσκολότερα βρίσκονται μπροστά μας…