"Η δημιουργία του Ε.Σ.Υ. ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον ανθρωποκεντρικό εγχείρημα που στόχευε στην παροχή υπηρεσιών υγείας σε όλο τον πληθυσμό. Παρά το γεγονός ότι δεν προέκυψε από κεντρικό στρατηγικό σχεδιασμό και προγραμματισμό, τις πρώτες τρεις δεκαετίες λειτούργησε αρκετά ικανοποιητικά", γράφει ο Ανδρέας Μήλιος.
Του Ανδρέα Μήλιου,
διδάκτορα του πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, οικονομολόγου
Η δημιουργία του Ε.Σ.Υ. ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον ανθρωποκεντρικό εγχείρημα που στόχευε στην παροχή υπηρεσιών υγείας σε όλο τον πληθυσμό. Παρά το γεγονός ότι δεν προέκυψε από κεντρικό στρατηγικό σχεδιασμό και προγραμματισμό, τις πρώτες τρεις δεκαετίες λειτούργησε αρκετά ικανοποιητικά. Στη συνέχεια, οι διαχρονικές παθογένειες της φυλή μας, όπως ο αυτοσχεδιασμός, ο πελατειασμός, ο κομματισμός, ο ιδιωτικισμός και η διαφθορά το διάβρωσαν, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί σε αναγκαστική επιλογή των χαμηλόμισθων και των ανασφάλιστων, αφού οι έχοντες και κατέχοντες προτιμούν να εμπιστεύονται την υγεία τους στις ιδιωτικές δομές.
Οι κυριότερες χαίνουσες πληγές του Ε.Σ.Υ. είναι οι εξής:
1) Η ανυπαρξία συστήματος αγωγής και πρόληψης στην εκπαίδευση. Αγνοούμε διαχρονικά το «κάλλιο προλαμβάνειν παρά αντιμετωπίζειν».
2) Η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού συστήματος πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Οι προσπάθειες που έγιναν και γίνονται προς την κατεύθυνση αυτή είναι πρόχειρες, ιδεοληπτικές και χωρίς μακρόπνοο σχεδιασμό. Οι δημόσιες δομές της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας (τμήματα επειγόντων και εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων), επωμίζονται μεγάλο μέρος της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, κάτι που στερεί στις πρώτες οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους από την πρωταρχική τους αποστολή. Το τελευταίο σχέδιο με την ίδρυση 239 Τοπικών Ομάδων Υγείας (ΤΟΜΥ) είναι οπισθοδρομικό και ιδεοληπτικό και γι’ αυτό είναι καταδικασμένο να αποτύχει.
Το γεγονός ότι, ενάμιση χρόνο μετά την εξαγγελία της ίδρυσή τους, λειτουργούν υποστελεχωμένες και ανεπαρκώς μόνο 110 μονάδες πιστοποιεί την αποτυχία του θεσμού. Σε όλες τις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες η Α’θμια Φροντίδα Υγείας παρέχεται από τον οικογενειακό ιατρό και ιδιωτικά ιατρεία/πολυιατρεία, που είναι συμβεβλημένα με τα ασφαλιστικά ταμεία. Καμία εισαγωγή σε δημόσιο νοσοκομείο δεν πραγματοποιείται χωρίς παραπεμπτικό από τον οικογενειακό ιατρό. Με τον τρόπο αυτόν αντιμετωπίζονται οι προσυνεννοημένες και αδιαφανείς συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα μέσα στα νοσοκομεία, η υπερβάλλουσα ζήτηση νοσοκομειακών υπηρεσιών και οι αχρείαστες νοσοκομειακές επεμβάσεις. Ένα ολοκληρωμένο σύστημα Α’θμιας φροντίδας στην Ελλάδα θα απαιτούσε 4.500 οικογενειακούς ιατρούς, 2.400 παιδίατρους και μια εκατοντάδα περίπου ΤΟΜΥ στα μικρά νησιά και στις απομακρυσμένες περιοχές.
3) Η δημιουργία δημόσιων μονάδων Β’θμιας φροντίδας υγείας χωρίς σχεδιασμό και προγραμματισμό. Αντί να αναπτυχθεί ένα οργανωμένο και πλήρως εξοπλισμένο νοσοκομείο σε κάθε νομό, χάριν πελατειακών κριτηρίων, δημιουργήθηκαν περισσότερα του ενός, σε πόλεις που δεν απέχουν ούτε τριάντα χιλιόμετρα μεταξύ τους. Αποτέλεσμα της νοοτροπίας αυτής είναι η διαχρονική διασπάθιση οικονομικών πόρων και ο κατακερματισμός των ανθρώπινων.
4) Η υποχρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος υγείας και η ανισοκατανομή των πόρων. Οι πόροι στα δημόσια νοσοκομεία παρέχονται στη λογική «δώσε και εμένα μπάρμπα», αφού δείκτες λειτουργικότητας, αποδοτικότητας και αξιολόγηση υπηρεσιών είναι άγνωστες λέξεις για τους διοικούντες τα δημόσια νοσοκομεία και την κεντρική διοίκηση του Υπουργείου Υγείας.
5) Το αναποτελεσματικό μάνατζμεντ. Οι μάνατζερς των δημόσιων νοσοκομείων είναι, κατά κανόνα, άσχετα με το αντικείμενο πολιτικά και κομματικά πρόσωπα, τα οποία υπηρετούν τις πελατειακές σχέσεις του κόμματος, από το οποίο προέρχονται. Η έλλειψη διοικητικών γνώσεων και εμπειρίας των στελεχών και η υποτακτικότητά τους στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία για την εξυπηρέτηση των κομματικών συμφερόντων συνθέτουν ένα δυσάρεστο πλαίσιο, το οποίο οδηγεί τα δημόσια νοσοκομεία στην απαξίωση.
6) Η διαφθορά. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι τα δημόσια νοσοκομεία είναι πυρήνες διαφθοράς. Τεράστια ποσά διακινούνται κάτω από το τραπέζι, κυρίως προς τους γιατρούς για προνομιακή πρόσβαση και μεταχείριση, για προώθηση επιλεγμένων φαρμακευτικών σκευασμάτων και για αγορά συγκεκριμένων ιατροτεχνολογικών προϊόντων, και, δευτερευόντως, προς τις διοικήσεις και τις τεχνικές υπηρεσίες για διαγωνισμούς προμηθειών και υπηρεσιών και για κατευθυνόμενες τεχνικές γνωματεύσεις. Πρόσφατη έρευνα της Ε.Ε. διαπίστωσε ότι η διαφθορά στα δημόσια νοσοκομεία εντοπίζεται σε άτυπες συναλλαγές μεταξύ ιατρών και ασθενών, σε χορηγίες φαρμακευτικών εταιρειών σε ιατρούς για στοχευμένη συνταγογράφηση, σε δωροδοκίες ιατρών και τεχνικών για αγορά συγκεκριμένων τύπων ιατροτεχνολογικών προϊόντων, σε υπερτιμολογήσεις προϊόντων και υπηρεσιών μέχρι το δεκαπλάσιο και σε καταμερισμό των προμηθειών σε μικρές ποσότητες, προκειμένου να αποφευχθεί ο έλεγχος από την Κεντρική Επιτροπή Προμηθειών.
Η ίδια έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι στην Ελλάδα οι άτυπες συναλλαγές στα δημόσια νοσοκομεία ανέρχονται στο 31% των συνολικών δαπανών υγείας, όταν ο μέσος όρος των χωρών της Ε.Ε. βρίσκεται στο 14%. Αποκαλυπτική είναι και έρευνα του OECD για τη διάρθρωση της δημόσιας και ιδιωτικής δαπάνης υγείας στις χώρες της Ε.Ε. Η αναλογία δημόσια προς ιδιωτική δαπάνη στην Ελλάδα είναι 60,6% προς 39,4%, όταν στη Γερμανία είναι 85% προς 15%, στην Αγγλία 79% προς 21%, στη Γαλλία 78,6% προς 21,4% και στην Ιταλία 75,5% προς 24,5%.
7) Το σαθρό και διάτρητο κεντρικό σύστημα προμηθειών. Η σαθρή δομή του συστήματος επιτρέπει τις υπερβολικές υπερτιμολογήσεις φαρμάκων, ιατροτεχνολογικών προϊόντων και υπηρεσιών και αδυνατεί να εντοπίσει και να αντιμετωπίσει την προκλητή ζήτηση. Προ εικοσαετίας, ως σύμβουλος του υπουργείου υγείας, για την αποφυγή των υπερτιμολογήσεων, είχα προτείνει τη σύσταση μιας ευέλικτης μονάδας στο υπουργείο, η οποία θα είχε ως αντικείμενο τη διεξαγωγή ερευνών αγοράς για τις τιμές των φαρμάκων και των ιατροτεχνολογικών προϊόντων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η πρόταση αγνοήθηκε μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα τα δημόσια νοσοκομεία και ο ΕΟΠΥΥ να εξακολουθούν να πληρώνουν για σκευάσματα και μηχανήματα διπλάσιες και τριπλάσιες τιμές από αυτές που πληρώνουν οι πλουσιότερες χώρες της Ε.Ε για τα ίδια προϊόντα.
8) Η έλλειψη ουσιαστικών θεσμικών μηχανισμών ελέγχου του δημόσιου συστήματος υγείας και η αναποτελεσματική και προσχηματική λειτουργία των υπαρχόντων. Η έλλειψη τέτοιων μηχανισμών εκτρέφει τη διαφθορά, αφού επιτρέπει την εφαρμογή αδιαφανών διαδικασιών σε όλες τις δραστηριότητες του νοσοκομείου, όπως λίστες χειρουργείων, προμήθειες φαρμάκων και μηχανημάτων, αναθέσεις έργων, κ.λ.π. Καθοριστικά είναι επίσης η έλλειψη ενός κεντρικού ηλεκτρονικού συστήματος αναφοράς των καταγγελιών διαφθοράς και η υπολειτουργία των πειθαρχικών συμβουλίων των ιατρών, οι αποφάσεις των οποίων είναι σε ποσοστό 90% υπέρ των ιατρών, σύμφωνα με την αναφερόμενη μελέτη της Ε.Ε. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 225 καταγγελίες ιατρών για χρηματισμό από το 2016 τελεσιδίκησαν μόνον τρεις!
Τέλος, η δημιουργία ενός αρχείου των σοβαρών και κοστοβόρων ασθενειών και των ασθενών (καρκινοπάθειες, ηπατίτιδα, διαβήτης, κ.λ.π.) θα διασφάλιζε την ορθολογική διακίνηση των ακριβών σκευασμάτων και θα απέφερε σημαντικά οικονομικά οφέλη, αφού θα έκλεινε μια χαίνουσα πληγή που απορροφά τεράστια ποσά.
9) Η απουσία ιατρικού φακέλου ασθενούς (κάρτας ασθενούς) σε on line ηλεκτρονική μορφή. Η ύπαρξη του ιατρικού φακέλου, στον οποίο θα καταγράφονται οι νόσοι, οι θεραπείες και τα φαρμακευτικά σκευάσματα που λαμβάνει ο κάθε ασθενής θα αποτρέψει πλασματικές συνταγογραφήσεις ακριβών σκευασμάτων σε μη πραγματικούς δικαιούχους ή σε νεκρούς ασθενείς.
10) Ο ιατροκεντρικός χαρακτήρας του δημόσιου συστήματος υγείας. Η ιατροκεντρικότητα παρέχει προνόμια στους ιατρούς και επιτρέπει στους ιατρούς-καθηγητές των δημόσιων νοσοκομείων να εργάζονται παράλληλα και στον ιδιωτικό τομέα ή να διαθέτουν ιδιωτικό ιατρείο. Αυτό έχει πολλαπλές συνέπειες για τη δημόσια υγεία, διότι αφενός εισάγει τη διάκριση των ιατρών σε πατρίκιους και πληβείους, αφετέρου ανάγει τη διπλοθεσία σε κερδοφόρο αυτοσκοπό.
Το προνόμιο της διπλοθεσίας, εκτός από τις ηθικοεργασιακές συνέπειες έχει και οικονομικές για τα δημόσια νοσοκομεία, οι οποίες σχετίζονται με την κατάχρηση μηχανημάτων και υλικών για ιδωτικούς σκοπούς. Σημαντική συνεισφορά στην άναρχη λειτουργία και στην οικονομική αιμορραγία του συστήματος έχει και το γεγονός ότι η χώρα διαθέτει μεγάλο αριθμό ειδικευμένων ιατρών, οι οποίοι συνταγογραφούν αχρείαστες εξειδικευμένες εξετάσεις.
11) Η έλλειψη πολιτικής βούλησης για εξορθολογισμό του δημόσιου συστήματος υγείας και για πάταξη της διαφθοράς. Οι περισσότερες κυβερνήσεις τοποθετούν στην ηγεσία του Υπουργείου Υγείας κατά κανόνα ιατρούς, οι οποίοι αφενός δεν είναι εξοπλισμένοι με τις διοικητικές γνώσεις και εμπειρίες που είναι απαραίτητες για τη διοίκηση ενός τόσο σύνθετου συστήματος, αφετέρου είναι απρόθυμοι να συγκρουσθούν με συναδέλφους και συμφέροντα, με τα οποία συγχρωτίζονται πριν και μετά τη λήξη της υπουργικής τους θητείας. Κανείς δεν πριονίζει το κλαδί επάνω στο οποίο κάθεται.
12) Η αποδοχή της δωροληψίας των ιατρών ως κοινωνικά αποδεκτή πρακτική. Είναι στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα να θέλει να ευχαριστήσει κάποιον που του πρόσφερε κάποια σημαντική εξυπηρέτηση. Πόσο άλλωστε όταν κάποιος του αποκατέστησε την υγεία του ή του έσωσε τη ζωή. Όταν, όμως, αυτή η κοινωνική αντίληψη εκφεύγει των θεμιτών ορίων ο ασθενής καθίσταται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον ιατρό.
13) Η μη συστηματική δημοσιοποίηση και προβολή των περιστατικών διαφθοράς από τα ΜΜΕ. Τα περιστατικά διαφθοράς και οι περιπτώσεις χρηματισμού λειτουργών και στελεχών του Ε.Σ.Υ. προβάλλονται σποραδικά και συνοπτικά από τα ΜΜΕ, ενώ δεν τυγχάνουν καμίας θεσμικής προβολής από το αρμόδιο υπουργείο. Αποτέλεσμα αυτών είναι να μην προάγεται η ευαισθητοποίηση τη κοινής γνώμης σε θέματα διαφθοράς.